Ήταν ξημερώματα της 28ης Ιανουαρίου 2008, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος περνούσε το κατώφλι της ιστορίας.
Ο νεότερος ιεράρχης που ανέλαβε το πηδάλιο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Προκαθήμενος που τόλμησε να σπάσει το εκκλησιαστικά ταμπού και να καλέσει τους νέους να επιστρέψουν στους ναούς ακόμη και αν φορούν σκουλαρίκι, άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 69 ετών στο σπίτι του στο Ψυχικό, σχεδόν δύο μήνες πριν συμπληρώσει δέκα χρόνια στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.
«Χριστόδουλε σε πάμε» ήταν το σύνθημα που φώναζαν μαθητές και φοιτητές όταν τους επισκεπτόταν στο σχολείο. «Και εγώ σας πάω» τους απαντούσε λέγοντας τους ένα ανέκδοτο.
Τα πρώτα χρόνια της Αρχιεπισκοπικής του θητείας ήταν το πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων. Μιλούσε με τη γλώσσα του λαού χωρίς να διστάσει να χρησιμοποιήσει ακόμα και την αργκό για συμβουλεύσει τους νέους για να αποφύγουν τα ναρκωτικά, να κρίνει τις πολιτικές επιλογές που οδηγούν στην αύξηση της ανεργίας, της μοναξιά, τα ψυχολογικά προβλήματα.
Η εκλογή του Χριστόδουλου στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο
Ήταν 28 Απρίλη 1998, όταν ο Χριστόδουλος Παρακευαϊδης, μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού, κλήθηκε να αναλάβει το πηδάλιο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Έπειτα από πέντε χρόνια έντονων εκκλησιαστικών ζυμώσεων εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος. Διαδέχθηκε τον αείμνηστο Σεραφείμ Τίκα, τον μακροβιότερο Αρχιεπίσκοπο που επί 24 χρόνια διαποίμαινε την Εκκλησία της Ελλάδος.
Ο Χριστόδουλος ξάφνιασε με την εκλογή του. Άνοιξε την Εκκλησία στο λαό. Ήταν ένας μοντέρνος χαρισματικός ηγέτης, με άριστη επικοινωνιακή πολιτική που επί των ημερών του η τεχνολογία πέρασε την πόρτα της μητρόπολής του και η Εκκλησία μίλησε τη γλώσσα της νεολαίας.
Το πώς αντιλαμβανόταν το ρόλο που έπρεπε να διαδραματίσει η Εκκλησία τον περιέγραψε ως νεοεκλεγείς Αρχιεπίσκοπος στο 9 Μαΐου στον ενθρονιστήριο λόγο του. «Σήμερα χρειαζόμαστε εμπνευσμένο, κατηρτισμένο, κοινωνικό, ευαίσθητο στις διεθνείς πραγματικότητες κλήρο, έτοιμο να βοηθήσει οποιονδήποτε άνθρωπο έχει ανάγκη… Με ρωμαλεότητα και τόλμη οφείλουμε να καταπιαστούμε ουσιαστικά με τα προβλήματα της νεολαίας μας, δείχνοντας αγάπη προς τα παιδιά μας, μιλώντας τους με ειλικρίνεια, πίστη πειθώ και επίγνωση… Στην Ελλάδα βρίσκεται η καρδιά της Ευρώπης και χωρίς Ελλάδα δεν νοείται Ευρώπη. Η πνευματική κληρονομικά του Ελληνισμού συνιστά πολύτιμο μαργαρίτη για τον ευρωπαϊκό κόσμο». Όσοι ιεράρχες τον ψήφισαν αλλά ακόμη και εκείνοι που δεν συμφωνούσαν με τις επιλογές του πληθωρικού μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού, κατάλαβαν ότι μια νέα σελίδα είχε γυρίσει στην Εκκλησία της Ελλάδος.
«Ευχαριστώ από καρδίας τους αδελφούς μου Σεβ. Ιεράρχες, τα μέλη της Ι. Συνόδου της Ιεραρχίας, πού με ανέδειξαν με την εμπιστοσύνη των στον υψηλό αυτό εκκλησιαστικό θώκο, πού συνθέτει την εικόνα του προσωπικού μου Γολγοθά, μια και μοιάζει περισσότερο με επώδυνο Σταυρό παρά με χρυσοποίκιλτο θρόνο. Επίσης ευχαριστώ και τον ευσεβή ορθόδοξο Ελληνικό Λαό μας, γιατί με τις αυθόρμητες και συγκινητικές εκδηλώσεις του απέδειξε τον ακατάλυτο δεσμό του με την Εκκλησία του, στηρίζει σ’ αυτήν χρηστές ελπίδες και εμπιστεύεται τους ηγέτες της», είχε πει στην πρώτη ομιλία του…
Από τον «αντάρτη» και γνήσια λαϊκό Σεραφείμ η Εκκλησία της Ελλάδος είχε περάσει στον επικοινωνιακό Χριστόδουλο. Από την Εκκλησία που τα πέτρινα χρόνια της δεκαετίας του 70 περιοριζόταν στο ποιμαντικό της έργο και αναζητούσε την ισορροπία στις σχέσεις της με την πολιτεία, στην Εκκλησία που διεκδικούσε ευρύτερο ρόλο, παρεμβαίνοντας στα δημόσια πράγματα, στην πολιτική και πολλές φορές «προκαλώντας».
Ο Χριστόδουλος δεν δίστασε να κινητοποιήσει τον ελληνικό λαό, όταν η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη έθεσε θέμα κατάργησης του θρησκεύματος από τις αστυνομικές ταυτότητες και συγκέντρωσε εκατομμύρια υπογραφών. Υποδέχθηκε τον Πάπα Ιωάννη Παύλο στην Πνύκα.
Έσπασε εκκλησιαστικά “ταμπού”
– Κάλεσε τους νέους να έρθουν στην Εκκλησία, ακόμα και αν φορούν σκουλαρίκι. «Σας πάω», τους είχε πει χαρακτηριστικά.
– Κήρυξε τον πόλεμο των ταυτοτήτων, ζητώντας την προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στα νέα αστυνομικά δελτία ταυτότητας. Στις λαοσυνάξεις που είχε διοργανώσει σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, συγκεντρώθηκαν χιλιάδες πιστοί. «…Ως προς τις πολιτικές μας όμως πεποιθήσεις, περί των οποίων γίνεται συχνά λόγος, όλοι πρέπει να καταλάβουν ότι ο κληρικός και δη ο Αρχιεπίσκοπος δεν μπορεί να έχουν πολιτικές πεποιθήσεις, αλλά μόνο πνευματικές χριστιανικές αρχές…. Η Εκκλησία είναι ο χώρος της αγάπης, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ανεκτικότητος. Η Εκκλησία ενώνει υπό τας πτερύγας της όλο το λαό, τον συμβουλεύει, τον αγκαλιάζει στις χαρές και τις λύπες του. Είναι η Μάνα που θυσιάζεται για τα παιδιά της. Ο Αρχιεπίσκοπος πέραν αυτών δεν δικαιούται να έχει άλλες πολιτικές πεποιθήσεις. Ευρίσκεται υπεράνω κομμάτων, ανήκει σε όλους τους Έλληνες, ο λόγος του είναι ενωτικός, καθοδηγητικός και αφυπνιστικός», είχε δηλώσει στις 6 Οκτωβρίου 1998 στην πρώτη ομιλία του ενώπιον της Ιεραρχίας.
– Ο ίδιος κατηγορήθηκε για το ότι χρησιμοποιούσε από άμβωνος ακόμα και λαϊκές εκφράσεις. «… επιδιώκουμε δι’ αυτού του τρόπου να βγη η Εκκλησία από την κοινωνική απομόνωση , και το κοινωνικό περιθώριο», είχε πει στην πρώτη ομιλία του ενώπιον της Ιεραρχίας στις 6 Οκτωβρίου το 1998.
– Έλαβε θέση σε μείζονα κοινωνικά θέματα, όπως την καύση των νεκρών. Δήλωσε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία τάσσεται εναντίον της καύσης καθώς σε αντίθετη περίπτωση, όπως είπε χαρακτηριστικά, δεν θα είχαμε ούτε τα λείψανα αλλά ούτε και τα σκηνώματα των Αγίων.
– Εξέφρασε τη θέση της εκκλησίας για τη βιοηθική. Για τις μεταμοσχεύσεις είπε ότι η Εκκλησία συντάσσεται με αυτές, τάχθηκε εναντίον της παρένθετης μητρότητας αλλά και της τεχνητής γονιμοποίησης μόνο με αυστηρές προϋποθέσεις και με κώδικα ηθικής προκειμένου να δημιουργούνται γονιμοποιημένα κύτταρα που να μπαίνουν στο… ψυγείο.
– Δημιούργησε κέντρο στήριξης οικογένειας, σχολές γονέων, κέντρο υποδοχής κακοποιημένων γυναικών, στέγη φιλοξενίας έκτακτων περιστατικών, κέντρο αποκατάστασης δυσπροσάρμοστων ατόμων, βρεφονηπιακούς σταθμούς, διοργανώνει αιμοδοσία. Επίσης δημιούργησε σεμινάρια κληρικών. Ανέλαβε την πρωτοβουλία για την ενίσχυση των Χριστιανικών οικογενειών με τρία παιδιά στη Θράκη.
– Ο Πάπας ήταν ο πρώτος Ποντίφικας που επισκέφθηκε την Ελλάδα μετά το σχίσμα των δύο Εκκλησιών. Τον υποδέχθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος. Επίσης, λίγα χρόνια αργότερα, επισκέφθηκε τον Πάπα Ιωάννη Παύλο στο Βατικανό. Επιθυμούσε να προχωρήσει η συνεργασία με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία τόσο σε ποιμαντικούς τομείς όσο και στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που μαστίζουν το Χριστιανισμό.
Ζητούσε την καταγραφή της Εκκλησιαστικής περιουσίας προκειμένου να προχωρήσει στην αξιοποίησή της.
Δημιούργησε γραφείο της Εκκλησίας της Ελλάδος στις Βρυξέλλες και έδωσε το «πράσινο φως» για τη δημιουργία γραφείου του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Αθήνα.
Ήταν από τους πρωτοστάτες για την αναγραφή στο νέο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα του Χριστιανισμού ως πηγή πολιτισμού της Ε.Ε
Μια προσωπικότητα που άφησε ανεξίτηλα σημάδια
Ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος, κατά κόσμον Χρήστος Παρασκευαΐδης, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 17 Ιανουαρίου 1939 (η καταγωγή του ήταν από την Ξάνθη) και σπούδασε Νομικά και Θεολογία.
Διδάκτωρ Θεολογίας, πτυχιούχος γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, γνώστης της Ιταλικής και της Γερμανικής, χειροτονήθηκε διάκονος το 1961 και πρεσβύτερος το 1965.Επί εννέα χρόνια ήταν ιεροκήρυκας στο ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου Φαλήρου, ενώ διετέλεσε επί επτά χρόνια γραμματέας της Ιεράς Συνόδου.
Νεότατος, μόλις 35 ετών, το 1974, εξελέγη μητροπολίτης Δημητριάδος, απ’ όπου αναχώρησε, όταν εξελέγη αρχιεπίσκοπος Αθηνών.
Πήρε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό, ενώ συνέγραψε πλήθος επιστημονικών και εποικοδομητικών κειμένων.
Αρθρογράφησε στον εκκλησιαστικό Τύπο, αλλά και σε εφημερίδες.
Το 1998, μετά το θάνατο του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, τρεις ήταν οι επικρατέστεροι υποψήφιοι: ο Δημητριάδος Χριστόδουλος, ο Θηβών Ιερώνυμος και ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος.
Εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος ο από Δημητριάδος Χριστόδουλος, ο οποίος προκάλεσε αίσθηση στην κοινή γνώμη, από την πρώτη στιγμή που άρχισε να διαβάζει τον «επιβατήριο» λόγο του στον κατάμεστο μητροπολιτικό ναό Αθηνών.
Πολύ γρήγορα όλοι μιλούσαν για τον Αρχιεπίσκοπο που καλούσε τη νεολαία να πλησιάσει την Εκκλησία, «ακόμα και με το σκουλαρίκι», ζητούσε συγγνώμη από τους νέους για όσα δεν έγιναν από τους μεγαλυτέρους, ενώ άρχισε αμέσως να ασχολείται με την αναζωογόνηση όλων των υπηρεσιών της Εκκλησίας, και κυρίως του φιλανθρωπικού τομέα.
Υπό την ηγεσία του, προήχθη το έργο της Εκκλησίας σε ολόκληρο τον κοινωνικό τομέα.
Ιδρύθηκαν νέοι οργανισμοί σε τομείς όπως η βιοηθική, η μέριμνα για τους τοξικομανείς, την κακοποιημένη γυναίκα, την άγαμη μητέρα.
Ίδρυσε τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση «Αλληλεγγύη», μέσω της οποίας γίνεται παρέμβαση με ανθρωπιστική βοήθεια, σε παγκόσμια κλίμακα.
Ίδρυσε, επίσης, την υπηρεσία Διαδικτύου, δημιουργώντας συγχρόνως ψηφιακή βιβλιοθήκη σε 9 γλώσσες, πινακοθήκη, μουσικοθήκη και πύλη πολιτιστικών ειδήσεων στα ελληνικά και αγγλικά.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος με το λόγο του προκάλεσε αντιδράσεις. Σχολιάστηκε θετικά, αλλά και αρνητικά.
Δύο μεγάλα γεγονότα σημάδεψαν τα πρώτα χρόνια της ποιμαντορίας του: η σύγκρουση με την κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, που άρχισε την άνοιξη του 2000 και απασχόλησε περίπου δύο χρόνια την κοινή γνώμη, ενώ αμέσως μετά άρχισε και η κρίση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που κράτησε ως το 2004 και έληξε μετά την παρέμβαση της τότε υπουργού Παιδείας, Μαριέττας Γιαννάκου.
Πρώτη φορά στα χρονικά, το 2001, άρχισε να διαφαίνεται ότι ο Αρχιεπίσκοπος θα δεχόταν στην Αθήνα τον τότε Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’, γεγονός που πριν συμβεί φαινόταν αδιανόητο.
Υπήρξαν κάποιες αντιδράσεις, υπήρξαν ανακοινώσεις από φανατικούς, όμως ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος κατάφερε και έπεισε πρώτιστα τους ιεράρχες, και ο Πάπας επισκέφθηκε την Αθήνα, κατόπιν προσκλήσεως του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνου Στεφανόπουλου.
Στο Αρχιεπισκοπικό Μέγαρο, και παρουσία των μελών της Ιεράς Συνόδου, ο Ποντίφικας ζήτησε συγγνώμη για τα δεινά του παρελθόντος.
Ο Αρχιεπίσκοπος άρχισε πρώτος να τον χειροκροτεί και ακολούθησαν οι συνοδικοί ιεράρχες.
Ο πάγος μεταξύ των δύο Εκκλησιών εκείνη τη στιγμή άρχισε να λιώνει.
Πέντε χρόνια αργότερα, το Δεκέμβριο του 2006, ο Αρχιεπίσκοπος ανταπέδωσε την επίσκεψη του Πάπα, πηγαίνοντας στο Βατικανό και συναντώντας πλέον το νεοεκλεγέντα Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ’.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος εκοιμήθη στις 28 Ιανουαρίου 2008, έπειτα από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο.