Ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να επαναφέρει την πολιτική ανοικτών συνόρων. Κάνει κάλεσμα σε εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που ζουν ασφαλώς στην Τουρκία. Βάζει φρένο στις απελάσεις.
Στο μεταναστευτικό, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη κριθεί για την περίοδο 2015-2019 αλλά δεν έμαθε. Επιχειρεί με το πρόγραμμά του να επαναφέρει την πολιτική ανοικτών συνόρων του 2015-2019, όπου πάνω από 1 εκατομμύριο μετανάστες μπήκαν στη χώρα μας και χιλιάδες πνίγηκαν στο Αιγαίο.
Με τις προτάσεις του, κάνει ανοικτό κάλεσμα σε εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες, που σήμερα ζουν με ασφάλεια στην Τουρκία, να έρθουν στη χώρα μας, στα νησιά μας και τον Έβρο. Ιδίως με την πρόταση για την κατάργηση της ΚΥΑ που χαρακτηρίζει την Τουρκία ως ασφαλή τρίτη χώρα, ζητά επί της ουσίας να καταργήσει η Ελλάδα μονομερώς την υποχρέωση της Τουρκίας να παρέχει διεθνή προστασία και καλεί ουσιαστικά εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες να έρθουν στην χώρα μας.
Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να βάλει φρένο στις απελάσεις με τις προτάσεις περί κατάργησης της διοικητικής κράτησης, γεγονός που θα επιτρέψει στους παράνομους μετανάστες να «λιάζονται στις πλατείες μας και να εξαφανίζονται», αντί να κρατούνται και να απελαύνονται από την Ελλάδα.
Παράλληλα, επειδή προφανώς το μεταναστευτικό είναι ένα ευρωπαϊκό και διεθνές πρόβλημα, απέναντι στα ευχολόγια του ΣΥΡΙΖΑ, το Υπουργείο Μετανάστευσης & Ασύλου είναι στην πρώτη γραμμή της Ευρώπης, έχοντας δημιουργήσει δύο πολύ ισχυρές ευρωπαϊκές συμμαχίες:
MED5: με τις μεσογειακές χώρες πρώτης υποδοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που στόχο έχει στην αλληλεγγύη των κρατών – μελών απέναντι στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία, την Κύπρο και τη Μάλτα.
Διαδικασία Vilnius: όπου η πλειοψηφία των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει εκφραστεί ξεκάθαρα υπέρ της αυστηρής φύλαξης των ευρωπαϊκών συνόρων, μέσω τεχνολογικών μέσων και κατασκευής φυσικών εμποδίων, όπως η επέκταση του φράκτη του Έβρου.
Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με αποφασιστικότητα, περιόρισε δραστικά τις μεταναστευτικές ροές και τις επιπτώσεις της μεταναστευτικής κρίσης στις τοπικές κοινωνίες και με πρωτεργάτη τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη , στον ίδιο δρόμο θα κινηθούμε και την επόμενη τετραετία.