Γράφει ο Δημήτρης Ντόικος
Κανένας λαός στην ανθρώπινη ιστορία δεν έχει μισηθεί τόσο πολύ από τόσο διαφορετικούς λαούς και ανθρώπους όπως οι Εβραίοι. Κανένας λαός στην ιστορία δεν έχει γίνει τόσο έντονα αντκείμενο παρεξήγησης όσο τα παιδιά του Ισραήλ, κανένας δεν έχει συκοφαντηθεί τόσο πολύ και τόσο συχνά όσο οι Εβραίοι, κανένας δεν έχει διωχθεί τόσο συχνά και από τόσους λαούς όσο οι Εβραίοι.
Για κανέναν άλλον λαό δεν έχουν γραφεί τόσο αντιφατικά πράγματα όσο για τους Εβραίους, και δεν έχουν διατυπωθεί τόσο διαφορετικές και αλλοπρόσαλες κατηγορίες και συκοφαντίες όσο εναντίον των Εβραίων. Αλλά ήταν λίγοι αυτοί που αναρρωτήθηκαν ποιοι επιτέλους είναι αυτοί οι Εβραίοι;
Για τι λαό πρόκειται, ποιο το παρελθόν τους και ποια η πνευματική και πολιτιστική τους κληρονομιά;
Αρχές και Χρυσός Αιώνας.
Για την ιστορία των Εβραίων πριν την σύσταση του Ιουδαικού Βασιλείου και τις αρχές γενικά του ισραηλιτικού έθνους, έχουμε μόνον κάποιες ενδείξεις, αλλά σχεδόν καμμιά αξιόπιστη μαρτυρία.
Ακόμα και η ίδια η Βίβλος βασίζεται πάνω σε προφορικές κυρίως παραδόσεις, οι νωρίτερες εκ των οποίων ανάγονται στον 14ο αιώνα πΧ. Η συγγραφή της εβραικής Βίβλου φαίνεται να ήταν αποτέλεσμα της συγκέντρωσης όσων προφορικών παραδόσεων, ιστοριών, τραγουδιών και ποιημάτων φαίνοταν αρεστά στους συγγραφείς της, και χρήσιμα ώστε να ενσωματώσουν την προφορική παράδοση ενός λαού μέσα σε έναν γραπτό Κανόνα.
Μία βοήθεια σίγουρα πήραν οι συγγραφείς αυτοί και από διάφορα χρονικά που πλέον δεν υπάρχουν, και συγκεκριμένα τα Χρονικάτων Βασιλέων του Ιούδα, τα οποία θα υπήρξαν μεταξύ 10ου και 8ου αιώνα πΧ. Η Βίβλος πρέπει να γράφηκε μεταξύ 8ου και 7ου αιώνα για πρώτη φορά, πράγμα που το αντιλαμβανόμαστε από την αναφορά καμήλων στο κείμενο, ένα ζώο το οποίο εξημερώθηκε εκείνη την περίοδο πρώτη φορά.
Είναι δύσκολο να βάλουμε σε μια χρονολογική σειρά τα κείμενα της Βίβλου. Ενα από τα παλαιότερα, ίσως και το αρχαιότερο κείμενο στην Βίβλο, να είναι το Τραγούδι της Δεβώρρας, που να καταγράφηκε ατόφιο στην Βίβλο. Για τις 12 φυλές ελλάχιστες ενδείξεις έχουμε, όπως και για την περίοδο πριν την εγκατάσταση στην Γη της Επαγγελίας.
Ακόμη και το όνομα Μωυσής, που σταεβραικά σημαίνει “τραβηγμένος από το νερό”, στα αρχαία αιγυπτιακά σημαίνει απλά “γυιος”, πράγμα που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια να βρεθεί μία ένδειξη της ύπαρξής του και της ιστορικότητάς του. Η ίδια η ετυμολογία του ονόματος Εβραίοι κλίνει προς τον νομαδικό χαρακτήρα δοαβίωσης των πρώτων Εβραίων, ή για να το θέσουμε ακόμη καλύτερα, των προγόνων των Εβραίων. Η ρίζα του ονόματος δείχνει να προέρχεται από την ακκαδική λέξη Habiru ή Apiru, λέξη που κάνει την εμφάνισή της ήδη από την εποχή του Χαλκού, και δηλώνει ανθρώπους που ζούσαν στο περιθώριο, νομάδες, μισθοφόρους, πληθυσμούς που ζούσανε τυχοδιωκτικά, και αυτή η περιγραφή λίγο πολύ συμφωνεί με τους θρύλους των 12 φυλών που περιπλανιώταν για 40 χρόνια μέχρι να φτάσουν στην γη της Επαγγελίας.
Από την αρχή της ιστορίας τους οι Εβραίοι συνέδεσαν την τύχη τους με το υπερφυσικό. Ο αριθμός 12 είναι ο πλέον συμβολικός. Οι πρώτες τους θυσίες στην έρημο αποτελούταν από 12 ταύρους, 12 κριούς, 12 τράγους. Ο θρόνος του Σολομώντα κυκλώνοταν από 12 χρυσά λιοντάρια, 12 Προφήτες θα σήμαιναν το θέλημα του Θεού στους ανθρώπους (Σοφία Σιράχ 49,12), 12 Απόστολους είχε ο Ιησούς, 12 ήταν τα ζώδια, 12 αστέρια θα έχει στο κεφάλι της η παντοδύναμη γυναίκα που θα εμφανισθεί κατά την Δευτέρα Παρουσία (Αποκάλυψις 12,1), 12 Απόστολοι θα δικάσουν τους πρότερους 12 μετά την Δευτέρα Παρουσία (Ματθαίος 19,28), η Νέα Ιερουσαλήμ που θα χτιστεί μετά την Δευτέρα Παρουσία θα είναι χτισμένη σε 12 θεμέλια που θα έχουν 144 πήχες, 12 επί 12 δηλαδή. Το 12 ήταν ο απόλυτος αριθμός στον Πλάτωνα, όπως και στους Γνωστικούς, όπως 12 ήτανκαι οι Θεοί του Ολύμπου. Το 12 διαιρείται απόλυτα με το 3 και το 4. Το τρία είναι ο θεικός αριθμός,ένας Δημιουργός με τον γόνο του και την μητέρα του γόνου του, το τέσσερα είναι τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, ο κόσμος μονολεξί, το Σύμπαν. Τα 40 χρόνια περιπλάνησης είναι ο τέλειος αριθμός, ο αριθμός που χρησιμοποιούν και οι Χριστιανοί για να καθορίσουν τις μεγάλες νηστείες τους. Το τέσσερα όπως προαναφέραμε είναι το σύμβολο του Κόσμου, τα τέσσερα σημεία του, και το 10 είναι ο τέλειος αριθμός για τα ανθρώπινα δεδομένα, 10 είναι τα δάχτυλα των χεριών μας, με αυτά μάθαμε να λογαριάζουμε τον κόσμο γύρω μας.
Και με αυτά τα σύμβολα, σύμβολα καθολικής σημασίας σε όλους τους λαούς στις απαρχές των πολιτισμών τους, οι Εβραίοι συνέδεσαν την κοσμογνωσία τους με μία θρησκεία.
Οι 12 φυλές δεν είχαν κοινούς θεσμούς πέρα από μία κοινή θρησκεία. Δεν είχαν κοινή κυβέρνηση, στρατό, αρχηγό, η θρησκεία τους ήταν και η νομοθεσία τους σύμφωνα με την οποία διεκπαιρέωναντις υποθέσεις τους. Σε κάποια περίοδο της ιστορίας τους, και πιεζόμενοι από τον κοινό κίνδυνο των Φιλισταίων, αποφάσισαν να εγκαθιδρύσουν κάποια κοινά όργανα θεσμικού χαρακτήρα, αρχής γενομένης από τους Κριτές, που όπως λέει και η λέξη, το βασικό τους καθήκον τους ήταν αυτό του δικαστή. Ο θεσμός αυτός δεν μπόρεσε κατά πάσα πιθανότητα να διατηρήσει μία συνοχή ανάμεσα στις 12 φυλές για μεγάλο χρονικό διάστημα, και έτσι ένας από τους σοφότερους Προφήτες και Κριτές σύμφωνα με την παράδοση ο Σαμουήλ, αποφάσισε να χρίσει βασιλιά τον αξιώτερο πολεμιστή, που δεν ήταν άλλος από τον Σαούλ.
Η ιστορία των Εβραίων της αρχαιότητας έχει αρκετά κοινά με αυτή των Ελλήνων. Αδύνατον να μονοιάσουν μεταξύ τους, με έντονα συναισθήματα ανεξαρτησίας και τοπικισμού, μόνον υπό την απειλή ενός ανώτερου κινδύνου κατόρθωναν να ενωθούν περιστασιακά.
Η ένωση των Εβραίων υπό ένα κοινό σκήπτρο κράτησε μόλις λίγα χρόνια, ουσιαστικά οι Εβραίοι είχαν τρεις βασιλιάδες που κυβέρνησαν όλο τον λαό του Ισραήλ. Λαμβάνοντας υπόψιν τον ατομικισμό και τον ισχυρό τοπικισμό που διέπει την προσωπικότητα των Εβραίων εκείνη την περίοδο, ακόμη και αυτή η σύντομη περίοδος ενός ενωμένου βασιλείου φαντάζει σαν θαύμα. Οι 12 φυλές λειτουργούσαν μεταξύ τους κατά τον αμφικτυονικό τρόπο των αρχαίων Ελλήνων ή των Ιταλών, όπου κάποια κοινά ιερά αποτελούσαν και τον συνδετικό κρίκο μεταξύ τους.
Με τον θάνατο του Σολομώντα γυιου του Δαυίδ, το ενωμένο βασίλειο καταρέει. Ο διάδοχός του Ροβοάμ, μην διαθέτοντας τα διπλωματικά χαρίσματα του πατέρα του, αντιμετώπισε με αλλαζονία τα παράπονα των βόρειων φυλών, οδηγώντας τες σε εξέγερση υπό την ηγεσία του Ιεροβοάμ. Αποτέλεσμα ο χωρισμός του λαού του Ισραήλ στο Βασίλειο του Ισραήλ που αποτελούταν από τις 10 φυλές με πρωτεύουσα την Συχέμ και υπό την ηγεσία του Οίκου των Ομρί, και στο Βασίλειο του Ιούδα με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ, που απαρτίζοταν από τις εναπομείναντες δύο φυλές.
Και έτσι έχουμε το πρώτο συλλογικό τραύμα στην ιστορική συνείδηση του εβραικού λαού, ενός λαού που συνήθισε να επεξεργάζεται τα τραύματά του και να ζει μαζί τους χωρίς να θέλει να απαλλαγεί από αυτά αλλά χρησιμοποιώντας τα ως πυξίδα πορείας στο αβέβαιο μέλλον.
Η Μεγάλη Αγωνία. Τα εβραικά βασίλεια ως την Αιχμαλωσία.
Ο χωρισμός των Εβραίων σε δύο κράτη άφησε βαθειά χαραγμένες πληγές. Το Βασίλειο του Ισραήλ μπόρεσε για κάποιο διάστημα να γνωρίσει μία περίοδο ακμής επί Ιεροβοάμ ΙΙ. Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του, το κράτος του έσβησε υπό τα χτυπήματα των Ασσυρίων. Ενώ στο Βασίλειο του Ιούδα η ζωή συνεχίστηκε με τους παλιούς ρυθμούς, οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν νομάδες και συγκεντρώνοταν στην πρωτεύουσα Ιερουσαλήμ μόνο για να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, η ζωή στο Βασίλειο του Ισραήλ φαίνεται να είχε πάρει περισσότερο αστικούς ρυθμούς στον κοινωνικό και οικονομικό τομέα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την ανοχή σε ξένες λατρείες με την εγκατάσταση ξένων κατοίκων στην χώρα, γεγονός που σε πολλούς Εβραίους φάνηκε σαν αλλοτρίωση του εθνικού χαρακτήρα. Η πολιτική ηγεσία φαίνεται εσκεμμένα μάλιστα να προώθησε ένα μοντέλο θρησκευτικού συγκρητισμού, τοποθετώντας έιδωλα άλλων Θεών στις ιερές τοποθεσίες του κράτους Νταν και Μπετ Ελ, με σκοπό προφανώς να κερδίσει την εύνοια των ισχυρότερων γειτόνων του κράτους, αλλά και να εξασφαλίσει μία μεγαλύτερη συνοχή του πολυεθνικού του πληθυσμού. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στο Βασίλειο του Ιούδα να αυτοπροβληθεί ως ο κύριος εκφραστής της πραγματικής λατρείας του Θεού, και να δημιουργήσει έτσι έναν πόλο συσπείρωσης του έθνους γύρω από την επίσημη θρησκεία του κράτους.
Την περίοδο αυτή που προηγήθηκε του τέλους της ανεξαρτησίας και των δύο βασιλείων, συντελούνται και μεγάλες οικονομικοκοινωνικές αλλαγές, αλλαγές που προβληματίζουν τους σύγχρονους ανθρώπους, οι οποίοι ψάχνουν εναγωνίως για λύσεις. Αυτή η αγωνία κορυφώνεται περισσότερο με την αύξηση της απειλής των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, κυρίως Ασσυρίας και Βαβυλώνας. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου το κοινωνικό κίνημα κορυφώνεται, βρίσκοντας κύριους εκφραστές του στους Προφήτες.
Οι Προφήτες δεν ήταν κάτι το νέο στην πνευματική ζωή των Εβραίων. Στην εβραική η λέξη Προφήτης ονομάζεται Nabi, και σημαίνει “Αυτός που κλήθηκε”, ενοώντας αυτούς που κάλεσε ο Θεός να κυρήξουν τις εντολές του. Τον τίτλο αυτόν όμως δεν τον αποδέχοταν για τον εαυτό τους όλοι όσοι αποκαλούταν Προφήτες. Αρκετοί, ανάμεσά τους για παράδειγμα ο Αμος, αρκούταν στον τίτλο Hozaeh- Αυτός που βλέπει. Η κίνηση αυτή γίνοταν προκειμένου να δείξουν την αντιδιαστολή τους στους αυλικούς Προφήτες που απασχολούσαν οι βασιλείς στην αυλή τους, και από αυτούς που λάμβαναν αμοιβή για τις υπηρεσίες τους ονομάζοντας τον εαυτό τους ως Προφήτες ή Μάντεις. Οι Εβραίοι είχαν Προφήτες ήδη από την περίοδο του νομαδικού βίου τους, κάτι που είχαν όλοι οι Σημήτες. Ανάμεσά τους βρίσκοταν επίσης και γυναίκες, όπως η Μίριαμ, η Δεβώρρα, η Χούλτντα, κ.α.
Με την εγκατάσταση στην Γη της Επαγγελίας, οι άνθρωποι που ασχολούταν με την μαντική τέχνη, διότι ουσιαστικά αυτό ακριβώς κύρητταν ότι κάνουν, οργανώθηκαν σε ομάδες, συντεχνίες, έφτασαν στο σημείο οι διασημότεροι από αυτούς να ιδρύσουν δικές τους σχολές. Κάποιοι δρούσαν σε ομάδες όπου έπεφταν σε έκσταση χορεύοντας όπως οι Δερβίσηδες σήμερα. Η τεχνική αυτή εγκαταλείπεται με τα χρόνια όμως, και στην θέση του εκστασιακού χορού μπαίνει η μουσική, μίας τέτοιας ομάδας αρχηγός ήταν ο Προφήτης Σαμουήλ.
Με την διάσπαση του Εβραικού Βασιλείου σε δύο ανεξάρτητα βασίλεια και τις συνέπειες του γεγονότος αυτού, άνθρωποι που ήταν Προφήτες, ή ανέλαβαν τον ρόλο του κοινωνικού και πολιτικού κριτή, έκαναν την εμφάνισή τους με έναν δυναμικό τρόπο. Αυτή την εποχή, κύρηκες όπως ο Ιερεμίας θα διακδικήσουν για τον εαυτό τους τον τίτλο του Προφήτη χωρίς φόβο Δικαίου.
Οι Προφήτες θα στηλιτεύσουν όλα όσα βλέπουν ως κακώς κείμενα, χωρίς φόβο. Θα κάνουν κριτική επί παντός επιστητού διακινδυνεύοντας και την ζωή τους, πάνω από όλα όμως θα κάνουν πολιτική. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που ένα κοινωνικό κίνημα πολιτικοποιείται και διεκδικεί μεταρρυθμίσεις σε τέτοια έκταση και διάρκεια.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της κίνησης διαδραματίστηκε στο Βασίλειο του Ισραήλ, ένα βασίλειο όπου η εντονώτερη αστικοποίηση της δημόσιας ζωής και οικονομίας, είχαν δημιουργήσει εκρηκτικές συνθήκες στα φτωχότερα τμήματα του πληθυσμού, κυρίως εκείνα που ασχολούταν με την γεωργία. Η μικρή αγροτική ισιοκτησία άρχισε να εξαφανίζεται προς όφελος των μεγαλογαιοκτημόνων, και αμέτρητοι αγρότες που έχασαν την γη τους γέμιζαν τις πόλεις μεγαλώνοντας περισσότερο τις εξαθλιωμένες πληθυσμιακά ομάδες, ή έμεναν στην γη τους δουλεύοντας για τους μεγαλογαιοκτήμονες που τους την πήραν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Οι Προφήτες θέλησαν να επιστρέψει το Ισραήλ στον εκρομαντικευμένο πατριαρχικό τρόπο ζωής που ζούσαν οι πρόγονοί τους στους θρύλους με τους οποίους γαλουχήθηκαν, αλλά οι καταστάσεις τους είχαν ξεπεράσει. Με τους αιώνες που ακολούθησαν την εγκατάσταση στην γη του Ισραήλ, η μονολιθική δομή της νομαδικής πατριαρχικής κοινωνίας άρχισε να τρίζει. Η δημιουργία κρατικών δομών οδήγησε αυτόματα και στην διαμόρφωση κοινωνικών τάξεων, η οποία με την σειρά της οδήγησε και στην διαφοροποίηση του ίδιου του κοινωνικού σώματος. Θέλοντας να προσδώσουν μεγαλύτερη επίφαση νομιμότητος στην δράση τους, επικαλέστηκαν την θρησκεία ως βασικό τους όργανο. Κατηγόρησαν την ανώτερη ιερατική τάξη για συνεργασία με τους δανειστές και τοκογλύφους, ο Αμος έφτασε στο σημείο να προδεί την καταστροφή των ιερών εφόσον σε αυτά δεν μπορεί να λατρευθεί ο Θεός από τον συγκεκριμένο Κλήρο, ο Μιχαίας προλέγει την καταστροφή του Ναού, του κέντρου της ιουδαικής θρησκείας, ο Ιερεμίας το ίδιο, ενώ στα άκρα φτάνει ο Ησαίαςλέγοντας ότι ακόμη και οι προσευχές πλέον δεν έχουν νόημα ( Ησαίας 1,10-17). Με τους Ωσηέ και Ηλία η απευθείας αντιπαράθεση με την εξουσία με κύριο αντικείμενο κριτικής την εγκατάσταση ξένων ειδώλων στους ιερούς τόπους φτάνει στην κορύφωσή της. Ο Ωσηέ λαμβάνοντας αφορμή την είσοδο της λατρείας του Μπάαλ στην χώρα, ασκεί κριτική στην λατρεία φυσικών φαινομένων που επιδρούν στην αναπαραγωγή, κάτι που σχεδόν όλοι οι αρχαίοι λαοί συνέδεαν με την ευφορία της γης, κυρήσοντας ότι η θεική ευλογία της αναπαραγωγής δεν μπορεί να γίνει μέσω ιεροποιημένων σεξουαλικών μεθόδων (Ωσηέ 2, 23) θέτοντας έτσι τον θεμέλιο λίθο για την απομάκρυνση και αναγωγής σε ταμπού κάθε φαινομένου ή δράσης που έχει σχέση με την αναπαραγωγική διαδικασία του ανθρώπου-σεξ- στον Ιουδαισμό και μετέπειτα στον Χριστιανισμό. Στο ίδιο μοτίβο κινήθηκε καιο Ηλίας, κατηγορώντας και στηλιτεύοντας τον θρησκευτικό συγκρητισμό, και επιδιώκοντας παράλληλα κάποια μέτρα κοινωνικής ανακούφισης. Σαν ένας άλλος Σόλων, επιζητάει από τον βασιλιά Αχαμπ την επιστροφή των αγροτών που έχασαν την γη τους σε αυτή, ή τουλάχιστον μετά από 7 έτη.
Το χάσμα όμως μεταξύ εξουσίας και Προφητών είναι αγεφύρωτο. Στο Βασίλειο του Ισραήλ οι πόλεις κατοικούταν τόσο από μέτοικους, όσο και από τους αυτόχθονες Χαναανίτες, των οποίων η θρησκεία έπρεπε επίσης να γίνει ανεκτή από το κράτος. Ο αγώνας τους ήταν μάταιος.