Του Κ. Α. Ναυπλιώτη
Πρώτα είναι ανάγκη να προσπαθήσουμε να δώσουμε την ερμηνεία τής λέξης “ωφελιμισμός” ως φιλοσοφικής θεωρίας, και να πούμε πως γι αυτήν υπάρχουν διαφορετικές απόψεις – εκτιμήσεις. Αρχίζοντας από το Ερμηνευτικό λεξικό των- ΙΣΜΩΝ να σημειώσουμε, πως “ωφελιμισμός είναι η ηθική θεωρία που θεωρεί ως υπέρτατη αρχή, ικανή να ρυθμίζει την ηθική συμπεριφορά τού ανθρώπου, την επιδίωξη του χρήσιμου και ωφέλιμου”. Ωστόσο για τον παραπάνω όρο έχουν δοθεί και άλλες ερμηνείες, όπως χρησιμοθηρία και ωφελιμοκρατία. Όμως στην εποχή μας η ορολογία αυτή κατάντησε να δηλώνει την επιδίωξη του υλικού συμφέροντος (βλ. παραπάνω). Στους Πλατωνικούς Διαλόγους συσχετίζεται η έννοια του ωφέλιμου με την έννοια του αγαθού. Ο Σωκράτης αναγνώριζε το “κάθε αγαθό ως ωφέλιμο”, όχι όμως και το “κάθε ωφέλιμο ως αγαθό”.
Αργότερα ο Επίκουρος (και άλλοι συγγραφείς) του ωφελιμισμού, εννοούσαν με τη λέξη ωφελιμότητα όχι ένα πράγμα ξεχωριστό από την απόλαυση, αλλά αυτή την ίδια την απόλαυση, που βέβαια δεν περιείχε τον πόνο ο οποίος δεν είναι για κανέναν ευχάριστος. Δυστυχώς όπως αναφέρθηκε παραπάνω, πολλοί – χωρίς να γνωρίζουν- διαστρεβλώνουν ερμηνευτικά και απορρίπτουν τη λέξη, αφού την τοποθετούν δίπλα την τέρψη (ευχαρίστηση μέχρι και ακολασία), την ομορφιά την απόλαυση μέχρι τη διαφθορά και την ηδονοθηρία! Για το λόγο αυτό συκοφαντήθηκε, πολεμήθηκε και χτυπήθηκε ο Επίκουρος και ο Επικουρισμός.
Όμως είναι αναγκαίο να γνωρίζει κανείς, πως η φιλοσοφία του Επίκουρου συνδυάζει την έλλειψη τού σωματικού πόνου με τις ανθρώπινες αρετές όπως την φρόνηση και τη δικαιοσύνη, την ανδρεία και την εγκράτεια, που όμως οι αρετές αυτές δεν αποτελούν αυτοσκοπό, αλλά μέσο για την επίτευξη του ηδονικού βίου, ο οποίος δεν πρέπει να σχετίζεται με την ικανοποίηση πλαστών και συμφεροντολογικών* επιθυμιών, όπως πλούτος, δόξα, κοινωνική προβολή, εξουσία. Επιθυμίες που αν ικανοποιηθούν οδηγούν σε δύσκολες καταστάσεις, αφού για να τις διατηρήσει κανείς, βυθίζεται στην καχυποψία, στην ανασφάλεια, στον πόνο ακόμα και στη δυστυχία.
Δυστυχώς σήμερα η λέξη αυτή έχει όχι μόνο παρερμηνευτεί, αλλά διαστρεβλωθεί εννοιολογικά καθότι η έννοιά της έχει ξεπέσει ολοκληρωτικά. Και αυτό γιατί μπορεί βάσιμα να υποθέσει κανείς πως η θεωρεία αυτή για τη ζωή, προκαλεί αποστροφή γιατί έρχεται σε αντίθεση με τα σεβαστά και χρηστά ήθη· γιατί πολλοί ηθικολόγοι μπορεί να πιστεύουν, πως οι άνθρωποι δεν είναι ικανοί να βρουν την απόλαυση αλλού παρά μόνο εκεί που τη βρίσκουν τα…γουρούνια. Πρέπει όμως να γνωρίζουμε πως ο άνθρωπος έχει πολύ ανώτερες ιδιότητες από τις ορέξεις που έχουν τα ζώα**, και για τον λόγο ότι έχει συνείδηση αυτού που κάνει, δηλ. των πράξεών του. Οι ηδονιστές αποδίδουν στις ψυχαγωγίες της διάνοιας μεγαλύτερη απ’ αυτήν που αποδίδουν στις ηδονές των αισθήσεων. Με βάση λοιπόν την ποιότητα των ηδονών πρέπει να γίνεται η εκτίμηση της αξίας δηλ. της ωφελιμότητας των ηδονών. Έτσι λοιπόν δεν πρέπει κανείς να μπερδεύει διαφορετικές ιδέες για την ευτυχία και την ευχαρίστηση. Θα πρέπει να σημειώσουμε, πως η θεωρεία του ωφελιμισμού δεν μιλάει για ορισμένα είδη ευχαρίστησης, όπως μουσική, υγεία ακόμα και για πνευματικές αρετές. Φαίνεται όμως πως άτομα που επιδίδονται σε κατώτερες απολαύσεις, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να τις ικανοποιήσουν. Τα άτομα όμως που είναι προικισμένα με ανώτερες ικανότητες, είναι πιο δύσκολο να νοιώσουν ικανοποίηση από τις απολαύσεις που ποθούν. Σκεπτόμενοι με αυτόν τον τρόπο, ερχόμαστε στην περίπτωση τού Σωκράτη κατά τον οποίο είναι προτιμότερο ένας άνθρωπος να είναι δυστυχής, παρά να είναι ένα ευχαριστημένο γουρούνι. Φαίνεται λοιπόν πως οι πόνοι και οι απολαύσεις δεν είναι ομογενείς, καθώς ο πόνος είναι πάντα ετερογενής σε σχέση με την απόλαυση.
Ο ωφελιμισμός θα φτάσει στο σκοπό του μόνο όταν καλλιεργηθεί στο άτομο η ευγένεια του χαρακτήρα, και έτσι η ικανοποίηση ακόμα και η ευτυχία που θα προέλθει, θα είναι συνέπεια αυτής της ευγένειας .
Να πούμε ακόμα πως η ωφέλεια δεν περιλαμβάνει μονάχα την επιδίωξη της ευτυχίας, αλλά και την προφύλαξη από τη δυστυχία ή και τον μετριασμό της· καθώς η ευτυχία και οι ηδονές στη ζωή του ανθρώπου είναι αναγκαίο να υπερέχουν σ’ αυτή τη ζωή.
Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει πως ο σκοπός των ηδονών της ζωής μπορεί να διακοπεί, αλλά και να παραιτηθεί κανείς απ’ αυτές τις απολαύσεις, όταν αυτές έχουν σκοπό να κάνουν κακό στην ευτυχία της ανθρωπότητας (δηλ. στο ωφέλιμο) ή όσων ενδιαφέρονται γι αυτήν.
Έτσι η ηθική τού ωφελιμισμού αναγνωρίζει και το δικαίωμα κάποιων να θυσιάζουν ακόμα και το μεγαλύτερο αγαθό τους για το καλό των άλλων. Κριτήριο όσων πιστεύουν στη λογική τού ωφελιμισμού, δεν είναι η ατομική ευτυχία, αλλά και η ευτυχία όλων των ενδιαφερομένων αναμεταξύ τους, ακόμα και η κοινωνική ευτυχία, της οποίας στοιχεία αποτελούν τα κοινωνικά δικαιώματα, η αγωγή των πολιτών που οδηγεί στην αρετή που είναι συνδεμένη με την ευχαρίστηση την υγεία και την απαλλαγή από κάθε δυσάρεστο που προσβάλει την υγεία του πνεύματος. Γίνεται φανερό λοιπόν πως ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί την ιδέα μιας προσωπικής ευτυχίας, που να είναι αντίθετη με το γενικό καλό ή δεν σχετίζεται με την ευτυχία των άλλων. Και για να την επιτύχει κανείς πρέπει να κοπιάσει… Στη λογική αυτή βασίζεται και ο Σοφοκλής όταν μας λέει: “Μοχθεῑν ἀνάγκη τούς θέλοντας εὐτυχεῑν”(αυτονόητο).
Όπως προαναφέραμε ήδη, η θεωρία τού ωφελιμισμού έχει παρεξηγηθεί και ως αθεϊστική δοξασία. Ωστόσο για να πιστέψει κανείς στη θεωρία αυτή θα πρέπει να μην πιστέψει πως ο Θεός έπλασε τον κόσμο χωρίς να ενδιαφέρεται για την ευτυχία του. Αυτούς βέβαια μπορεί κανείς να τους εντάξει στους ηθικολόγους τού ωφελιμισμού. Παρόλα αυτά δεν πρέπει να ξεχάσουμε και τους ηθικολόγους- καιροσκόπους οι οποίοι εκμεταλλεύονται η μάλλον προσδίδουν μια εσκεμμένη ασάφεια στη λέξη αφού τη σχετίζουν εκτός των άλλων και με τη λέξη επικερδές, εκτιμώντας ότι το οικονομικό κέρδος αποτελεί τη βασική επιδίωξη του ωφελιμισμού. Όμως το χρήμα δεν έχει καμιά άλλη αξία παρά μόνο την αξία που έχουν τα πράγματα που πληρώνει. Παρ’ όλα αυτά όμως το χρήμα αν και είναι
“ο αέρας της καρδιάς” δεν μπορεί να αποτελέσει το κυριότερο στοιχείο ακόμη και της ατομικής ευτυχίας***. Ωστόσο είναι πάντα επιθυμητό (το χρήμα) σαν μέρος της.
Καταλήγοντας; ίσως θα πρέπει να επισημάνουμε πως η ευτυχία του ανθρώπου σχετίζεται με το κοινό καλό. Και η ευτυχία αυτή πρέπει να είναι ο σκοπός της ηθικής.
Εκ των πραγμάτων είναι φανερό πως δεν υπάρχει κανένα σύστημα, εκτός από τη σωφροσύνη και τον αυτοέλεγχο, που να μας λέει “αυτό είναι ηθικό και αυτό ανήθικο”ή “η πράξη αυτή είναι καλή ή κακή”.
Αν η ωφελιμότητα είναι η ανώτερη πηγή στις ηθικές υποχρεώσεις, σ’ αυτή μόνο ανήκει ν’ αποφανθεί πάνω στις αντιτιθέμενες περιπτώσεις. Αυτοί λοιπόν που αντιμάχονται τη θεωρία του ωφελιμισμού ισχυρίζονται ότι, στην επιδίωξη της ευτυχίας υπάρχουν άλλοι σκοποί, και ότι η ευτυχία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αξιωματικά ως επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία. Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος για να επιδιώξει την ευτυχία είναι ανάγκη να καταπολεμήσει τις δεισιδαιμονίες και να απαλλαγεί από παραλογισμούς, αφού ελέγξει τους αρχέγονους φόβους του υποτάσσοντας την απληστία και ιεραρχώντας τις επιθυμίες του. Το παράξενο είναι ότι η κοινωνία δεν φαίνεται ικανή να συμφωνήσει και να αποδεχτεί τι είναι ωφέλιμο και την ωφελιμότητα του. Γι αυτό πιθανόν δεν κάνει τον κόπο να το διδάξει στους νέους, ακόμα και να το καθιερώσει σε νόμους. Αν όμως μπορούσε να γίνει αυτό, ίσως θα επιδρούσε αρνητικά στην ελεύθερη επιλογή του ατόμου, γιατί έτσι μόνο θα εκτιμήσει ή θα διαπιστώσει κανείς την ωφελιμότητα των πράξεών του και θα εξασφαλίσει την σωματική υγεία και πάνω απ’ όλα την ψυχική ισορροπία.
Η ευτυχία λοιπόν δεν είναι μια αφηρημένη έννοια· γι αυτό είναι αναγκαίο να εκτιμηθεί πολύπλευρα ως ένα σύνολο συγκεκριμένο πράξεων, ενεργειών, κατακτήσεων που οδηγούν τον άνθρωπο στο επιθυμητό αποτέλεσμα, που δεν είναι άλλο από την επιτυχία της ευτυχίας.
Σημειώσεις – συμπληρώματα
* Συμφεροντολόγος είναι αυτός που προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του, βλέπει, εξετάζει, επιδιώκει ή και ερμηνεύει τα πράγματα (κυρίως ως προς το υλικό συμφέρον) μόνο αν και όπως τον εξυπηρετούν. Η λέξη είναι τρισύνθετη και ετυμολ. από το συν – φέρω – λόγος.
** Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως, αν και “οι άνθρωποι γεννιόνται ζώα”, εντούτοις όλα τα ζώα δεν γίνονται άνθρωποι. Ίσως είναι τραβηγμένη και η άποψη τού Μενάνδρου· όμως αποδίδει την πραγματικότητα της σημερινής αντίληψης· γι’ αυτό χάριν της πληρότητας του θέματος αξίζει να την αναφέρουμε: “Ἄνθρωπος ἄν ἦ χρηστός, εὐγενής σφόδρα, γενναῑος, οὐδέν ὄφελος ἐν τῷ νῦν γένει· πράττει δ’ ὁ κόλαξ ἄριστα πάντων, δεύτερα ὁ συκοφάντης, ὁ κακοήθης τρίτα λέγει· ὄνον γενέσθαι κρεῑττον ἤ τούς χείρονας ὁρᾶν ἑαυτοῦ ζῶντας ἐπιφανέστερον” (Μένανδρος Θεοφορουμένη).
*** Παρόλο που τα χρήματα χαρακτηρίζονται ως νεύρα του βίου (Μένανδρος) εντούτοις την ευτυχία κανείς δεν την αποκτά ούτε με κοπάδια ούτε με χρυσάφι, (γιατί) είναι φωλιασμένη στην ψυχή μας “εὐδαιμονίη οὐκ ἐν βοσκήμασιν οἰκεῑ οὐδέ ἐν χρυσῷ ψυχή οἰκητήριον δαίμονος” βλ. Γεωργίου Κ. Αβτζή – Δημόκριτος Αθ. 1969.
Επί του θέματος ο ίδιος μας λέει: “Ἄριστον ἀνθρώπῳ τόν βίον διάγειν ὡς πλεῑστα εὐθυμηθέντι καί ἐλάχιστα ἀνιηθέντι. Τοῦτο δ’ ἄν εἴη, εἴ τις μή ἐπί τοῑς θνητοῑς τάς ἡδονάς ποιοῑτο.” δηλ. το ποιό καλό για τον άνθρωπο είναι να περνά τη ζωή του με ώρες ευθυμίας όσο μπορεί πιό πολλές και ώρες ανίας/ θλίψης, όσο μπορεί πιό λίγες. Και μπορεί αυτό να το επιτύχει, αν επιδιώκει χαρές που σχετίζονται όχι με τα φθαρτά και φθοροποιά της ζωής. Επειδή δε γελούσε, βλέποντας πόσο μηδαμινά και αστεία είναι αυτά που ασχολείται ο κόσμος μπροστά στο μεγαλείο της φύσης, ονομάστηκε Γελασίνος
Πιστός στις απόψεις του ο Δημόκριτος έλεγε πως προτιμά να ανακαλύψει ένα φυσικό νόμο, παρά να γίνει βασιλιάς των Περσών.
Βιβλιογραφία – πηγές
Εκτός από αυτές που αναφέρονται στο κείμενο: Ο Ωφελιμισμός – Στιούαρτ Μίλλ εκδ. Αναγνωστίδη μτφ. Κ. Μετρινού
Δημόκριτος η ζωή, το έργο το φιλοσοφικό του σύστημα – Θανάση Παπαδόπουλου εκδ. Στοχαστής 1974
Βίοι Φιλοσόφων – Διογένους Λαερτίου (τ’Ε) εκδ. Βιβλιοθήκη των Ελλήνων / Γεωργιάδης εκδ. 2003
Διαδίκτυο.
knafpl@hotmail.com