Νίκος Μπελαβίλας: Ένα βιώσιμο μέλλον για τη βόρεια Χίο


του Νίκου Μπελαβίλα, Καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, διευθυντή του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος

Το αντιμόνιο, γνωστό για τις μοναδικές του ιδιότητες, βρίσκει εφαρμογές σε πολλούς βιομηχανικούς τομείς. Ωστόσο, η τοξικότητά του και οι κίνδυνοι για την υγεία, ιδιαίτερα η σχέση του με καρκινογόνους παράγοντες, έχουν οδηγήσει σε αυστηρούς περιορισμούς στη χρήση και την εξόρυξή του. Στην Ευρώπη, η εξόρυξη αντιμονίου σχεδόν εξαφανίστηκε τα τελευταία χρόνια. Χώρες όπως η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία και η Αυστρία, που ιστορικά διέθεταν παραγωγικά κοιτάσματα, έχουν σταματήσει την εκμετάλλευση. Σήμερα, οι κύριοι παραγωγοί αντιμονίου είναι η Κίνα, το Τατζικιστάν, η Ρωσία, η Μιανμάρ, η Αυστραλία, η Τουρκία και η Βολιβία.

Η ιστορία της εξόρυξης αντιμονίου στην Ελλάδα συνδέεται στενά με τη Χίο, όπου εντοπίστηκαν κοιτάσματα στη βόρεια περιοχή του νησιού. Τον τελευταίο αιώνα, πραγματοποιήθηκαν ούτε μία ούτε δύο, αλλά τέσσερις προσπάθειες αξιοποίησης αυτών των κοιτασμάτων, οι οποίες όμως απέτυχαν.

Η πρώτη οργανωμένη εκμετάλλευση ξεκίνησε το 1871, μέσω συνεταιριστικών συμφωνιών για τη «συντροφική ανόρυξη μετάλλου». Τα μεταλλεία της περιοχής αναφέρονται και σε οθωμανικά αρχεία της περιόδου 1883-1884, όπου καταγράφεται η λειτουργία τους στα χωριά Κέραμος, Ποταμιά και Λεπτόποδα, υπό την ευθύνη του Αποστολάκη Λάπου, με στόχο την εξαγωγή του μετάλλου στην Ευρώπη.

Το 1897-1898, η γαλλική εταιρεία «Société Anonyme des Mines de Keramos», με έδρα τη Χίο και υπό τη διεύθυνση του μεταλλουργού A. Pelloux, ανέλαβε την κατασκευή βιομηχανικών εγκαταστάσεων κοντά στον οικισμό της Κεράμου.

Σε συνεργασία με τη Γαλλική Εταιρεία Μεταλλείων Λαυρίου, δημιούργησαν σιδηροδρομική γραμμή για τη μεταφορά των ορυκτών, αποθήκες, χημείο και εργαστήρια, γραφεία και κατοικίες για το προσωπικό. Παρά την αρχική αισιοδοξία, το έργο εγκαταλείφθηκε γύρω στο 1902 λόγω οικονομικής ασυμφωνίας και κακής διαχείρισης.

Υστερα από δεκαετίες αδράνειας, η εξόρυξη αντιμονίου στη Χίο επανήλθε στο προσκήνιο κατά την περίοδο της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης. Το 1947-1949, η «Ελληνικαί Μεταλλευτικαί Επιχειρήσεις Α.Ε.», εταιρεία του βιομηχανικού συγκροτήματος του Πρόδρομου Αθανασιάδη Μποδοσάκη, διερεύνησε τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων. Παρά την αρχική στήριξη από το Σχέδιο Μάρσαλ και την εξαγωγή 14.500 τόνων μεταλλεύματος έως το 1954, η έλλειψη χρηματοδότησης και η τελική απόρριψη υποστήριξης από τους Αμερικανούς οδήγησαν στην παύση των δραστηριοτήτων.

Οι προσπάθειες επαναλειτουργίας των μεταλλείων συνεχίστηκαν μέχρι το 1970, με πρωτοβουλίες από εταιρείες όπως η «ΕΠΕ Μεταλλεία Χίου». Ωστόσο, καμία δεν κατάφερε να εξασφαλίσει μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Σήμερα, οι εγκαταστάσεις στη Βόρεια Χίο παραμένουν ως ερείπια, μαρτυρώντας μια εποχή έντονης μεταλλευτικής δραστηριότητας.

Πριν από περίπου τρεις δεκαετίες, μετά από πρόσκληση του τότε νομάρχη Χίου Γιώργου Καλουτά και της Ασπασίας Λούβη, διευθύντριας του Πολιτιστικού Τεχνολογικού Ιδρύματος ΕΤΒΑ, πραγματοποιήσαμε μια πρώτη έρευνα για τα ερείπια των μεταλλείων αντιμονίου στην Κέραμο. Η μελέτη βασίστηκε στις εκτεταμένες επιτόπιες αποτυπώσεις, σε πηγές της Βιβλιοθήκης Κοραή, των αρχείων των μεταλλείων Λαυρίου και του ΙΓΜΕ, σε μαρτυρίες κατοίκων και άλλα ιστορικά τεκμήρια και αποκάλυψε αυτή την ενδιαφέρουσα πτυχή της βιομηχανικής ιστορίας του νησιού.

Το αντιμόνιο της Κεράμου είχε ξεχαστεί σχεδόν και οι ντόπιοι μας περιέγραφαν μια οδυνηρή εμπειρία εξόρυξης, με τους θανατηφόρους τοξικούς καπνούς από το καμίνι να σκεπάζουν το χωριό των μεταλλωρύχων, το Λαρδάτο. Οταν ταξιδέψαμε στην περιοχή, αυτό ήταν πλήρως εγκαταλειμμένο, με πεσμένους τοίχους να βυθίζονται στην άγρια βλάστηση. Στην ακτή, στα Αγιάσματα, η βίλα του Γάλλου διευθυντή ήταν μισογκρεμισμένη, δίπλα στα ερείπια της αποθήκης προϊόντων και τη μικρή προβλήτα. Πιο πέρα, ρήμαζαν τα ιαματικά λουτρά. Μια εικόνα παρακμής, την ίδια στιγμή που διαβάζαμε στις τοπικές εφημερίδες της Χίου τα παλαιά άρθρα της εποχής, στα τέλη του 19ου αιώνα και το 1949, για τον πλούτο που θα έφερνε το «μεγάλο εργοστάσιο στα Αγιάσματα».

Η ιστορία της εξόρυξης αντιμονίου στη Χίο θυμίζει το «Ελντοράντο» του Αιγαίου. Περίπου 130 εταιρείες έπεσαν επάνω σε περισσότερα από τριάντα νησιά, από τα μέσα του 19ου έως τα μέσα του 20ού αιώνα. Την ίδια εποχή που στον Καναδά έσκαβαν οι πάντες για χρυσό και στη Νότια Αφρική για διαμάντια, στο δικό μας αρχιπέλαγος δεν έμεινε νησί και βραχονησίδα να μην ερευνηθεί για μεταλλεύματα. Ο ενθουσιασμός για την εξόρυξη συνοδεύτηκε στις περισσότερες περιπτώσεις από βραχύβιες περιπέτειες.

Το αποτέλεσμα και το όφελος ήταν τελικά ελάχιστο ή μηδενικό. Τα ερείπια ξεχασμένων ορυχείων θυμίζουν εκείνη την εποχή του «μεταλλευτικού πυρετού». Η Κέραμος και τα Αγιάσματα αποτελούν σήμερα σιωπηλά μνημεία αυτής της παλαιάς αποτυχημένης ιστορίας.

Τελικά, η επιστημονική μας ομάδα διαμόρφωσε μια πρόταση για ένα σενάριο τελείως αντίστροφο από αυτό της περιβαλλοντικής καταστροφής και του κινδύνου για τη δημόσια υγεία που φαίνεται ότι είχαν προκαλέσει οι τέσσερις επάλληλες προσπάθειες για εξόρυξη και επεξεργασία του αντιμονίου, χωρίς μάλιστα να φέρουν έστω και το ελάχιστο κέρδος στη Χίο.

Η πρόταση που καταθέσαμε με το ΠΤΙ-ΕΤΒΑ στη Νομαρχία Χίου μιλούσε για έναν πόλο αναβίωσης των εγκαταστάσεων μέσα στο δάσος, δίπλα στα θερμά λουτρά, ένα υπαίθριο φυσικό πάρκο για περιπατητές, για φυσιολατρικό, ιαματικό και ιστορικό τουρισμό, για κολύμπι, με τις ήπιες υποδομές της Κεράμου και το τραγικά γοητευτικό ερειπωμένο χωριό του Λαρδάτου να θυμίζει την καταστροφική κερδοσκοπική βία άλλων εποχών επάνω στο φυσικό περιβάλλον και στις ανθρώπινες ζωές. Παρότι υπήρξαν πολλοί Χιώτες που στήριξαν την ιδέα, ο απροσδόκητος θάνατος του Γιώργου Καλουτά οδήγησε στην αδράνεια του σχεδίου.

Σήμερα το φάντασμα του αντιμονίου αναβιώνει στην Κέραμο. 9.000 στρέμματα σχεδόν παρθένου πευκοδάσους και τόπων υψηλής ομορφιάς θα σκαφτούν, μετατρεπόμενα σε έρημη γη, ενώ η ρύπανση της εξόρυξης, με την εμπειρία των πολλών προηγούμενων νεκρών ορυχείων, ούτε ξέρουμε τι θα προκαλέσει.

Αν, τέλος, σκεφτούμε ότι δυστυχώς στη χώρα μας δεν υπάρχει ούτε ένα μεταλλείο που να έκλεισε και να αποκαταστάθηκε το τοπίο, τότε μπορούμε να φανταστούμε και εδώ μια καταστροφή που δεν θα αφορά μόνο την παρούσα γενιά αλλά και τις επόμενες.

Για ένα είμαι βέβαιος: με ένα τέτοιο σχέδιο, αυτό της ανάδειξης του τοπίου, της ακτής, των ιαματικών λουτρών της Κεράμου, η Βόρεια Χίος θα είχε κερδίσει. Και σήμερα ακόμη μπορεί να κερδίσει πολύ περισσότερα από άλλη μια -την πέμπτη!- αποτυχημένη προσπάθεια εξόρυξης αντιμονίου.

Με την εξόρυξη που δοκιμάστηκε και ξαναδοκιμάστηκε, για άλλη μια φορά, όχι μόνο δεν θα κερδίσει η τοπική κοινωνία, μάλλον θα χάσει, και μάλιστα πολλά.

Σχετικές δημοσιεύσεις