Του Κώστα Μούνδρου, Προέδρου του Φορέα Τουρισμού:
Μέσα στο κατακαλόκαιρο και ενώ η σεζόν έχει ήδη ξεκινήσει, το κράτος για άλλη μια φορά, αλλάζει τους όρους του παιχνιδιού με την αιφνιδιαστική αύξηση των λιμενικών τελών.
Βλέποντας δηλαδή, η πολιτεία την αύξηση των εσόδων από τον τουρισμό, επιχειρεί να μαζέψει χρήματα, με οριζόντιο τρόπο, αδιαφορώντας για την αιφνιδιαστική εικόνα που δημιουργεί προς τον καταναλωτή, για το τελικό κόστος του τουριστικού μας προϊόντος και έτσι θέτοντας ξανά νέους προβληματισμούς για το τι μέλλει γενέσθαι με τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τομέα του τουρισμού.
Και δε φτάνει μόνο αυτό καθώς, με ελαφρά την καρδία το κράτος νομοθετεί, δίνοντας τη δυνατότητα σε μη επαγγελματίες του κλάδου, να εισέρχονται σε αυτόν και να αλωνίζουν χωρίς κανένα έλεγχο, σε αντίθεση με εμάς που ελεγχόμαστε καθημερινά και πολύ-επίπεδα από τις κρατικές υπηρεσίες, με αυστηρούς όρους και πρόστιμα.
Δεν έχω μάθει να κλαίγομαι, αλλά νομίζω ότι ο κόμπος έχει φτάσει στο χτένι. Ας αναλογιστούμε λίγο μερικά φορολογικά βάρη και τέλη τα οποία επωμίζονται οι επιχειρήσεις μας:
Α) Φόρος ανθεκτικότητας: τριπλασιάστηκε η μικρή κλίμακα το τελευταίο διάστημα
Β) Δημοτικός φόρος (ή φόρος παρεπιδημούντων), που ευτυχώς παραμένει σταθερός, προς το παρόν τουλάχιστον
Γ) Φορολογία εισοδήματος
Δ) Τέλος επιτηδεύματος
Ε) Υπέρογκες προμήθειες τραπεζών για τις κάρτες που δεχόμαστε και που πλέον είμαστε υποχρεωμένοι δια νόμου όλοι να κινούμαστε με αυτές (οι κάρτες από τρίτες χώρες έχουν προμήθεια περίπου 3% – αλήθεια που είναι το κράτος να επιβάλλει ένα πλαφόν σε αυτό; )
ΣΤ) Άλλες υπέρογκες χρεώσεις των τραπεζών σε μηνιαία βάση για κάθε συναλλαγή μέσω των πλατφόρμων τους που αυξάνουν τελικά το κόστος του χρήματος
- Z) & τέλος, το ανεξέλεγκτο καπέλο 5 ευρώ ανά επισκέπτη, αυξάνοντας στο δεκαπλάσιο (!!) τα λιμενικά τέλη που μέχρι τώρα ήταν στο 0,5 ευρώ.
Όλα αυτά*, και πολλά άλλα: ενέργεια, αύξηση αναλωσίμων, αύξηση μισθών, αν και ίσως αυτό το τελευταίο είναι το μόνο που δεν με πειράζει – παρόλο που πρέπει να το σημειώσουμε και αυτό: το κράτος ουσιαστικά ασκεί κοινωνική πολιτική με “ξένα κόλλυβα”.
Όλα τα παραπάνω, προβληματίζουν έντονα τους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στο τουρισμό, βλέποντας στο τέλος της σεζόν, είτε να κινούνται οριακά θετικά είτε ακόμη και να μπαίνουν μέσα.
Τι διάθεση μπορεί να έχει ο επαγγελματίας ο οποίος έχει ρισκάρει, έχει επενδύσει, έχει κοπιάσει και βλέπει στο τέλος της σεζόν, πως ότι έχει και δεν έχει, τελικά του τα μαζεύει το κράτος μέσω φόρων και τελών;
Τι διάθεση επίσης έχει, για να επενδύσει και να εκσυγχρονιστεί, όταν τα επενδυτικά εργαλεία που θεωρητικά του δίνονται, είναι αποκλειστικά κομμένα και ραμμένα για τους μεγάλους παίκτες του χώρου; Ο αναπτυξιακός νόμος, που μπορεί κάποιος να περιμένει για χρόνια μέχρι να ενταχθεί, τελικά απευθύνεται σε ξενοδοχεία από 4 αστέρια και πάνω. Αλλά και τα υπόλοιπα προγράμματα, έχουν ανώτατο όριο επένδυσης τις 300χιλιάδες ευρώ.
Και αναρωτιέται κανείς, τι μπορεί να κάνει ένας επαγγελματίας τουρισμού με 300χιλιάδες ευρώ επένδυση; Μάλλον το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να φτιάξει το πατρικό του στο χωριό και να το μετατρέψει σε κατάλυμα για λίγα χρόνια και όλα «μέλι γάλα». Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά!
Που οδηγούμαστε λοιπόν ξεκάθαρα με αυτές τις πολιτικές; Οι μικροί θα σβήσουν. Οι μεγάλοι ή μάλλον τα funds που θα τους εξαγοράσουν θα μεγαλουργήσουν. Και τέλος οι μεμονωμένοι ιδιώτες που δεν είναι επαγγελματίες του χώρου, θα μπουν στο παιχνίδι αποσπώντας κομμάτι από την πίτα του κλάδου, πιστεύοντας ότι κάτι κάνουν, αν και κατά την εκτίμηση μου και εκείνοι στο τέλος θα χάσουν. Αφού όμως πρώτα θα θέσουν εν αμφιβόλω και τη βιωσιμότητα των επαγγελματιών.
Αυτά τα λίγα προς το παρόν, θέτω προς προβληματισμό, για να αναλογιστούμε αν θέλουμε να έχουμε υγιείς επιχειρήσεις, βιώσιμες, σύγχρονες και ανταγωνιστικές. Η πολιτεία πρέπει να κινηθεί άμεσα και να μας προστατεύσει, αν θέλει το τουριστικό προϊόν, το οποίο παράγουμε, να φέρει ουσιαστικά έσοδα, αλλά και ανάπτυξη, πρόοδο και ευημερία για όλους. Αν δεν το πράξει αυτό, δυστυχώς οι επαγγελματίες στο σύνολο τους, θα συνεχίσουν να κινούνται για όσο τους παίρνει και ανορθόδοξα για να επιβιώσουν (όσοι βέβαια αντέξουν και το καταφέρουν).
Ας μας σεβαστεί η πολιτεία για να τη σεβαστούμε και εμείς. Σταθερότητα είναι αυτό που χρειαζόμαστε και όχι αιφνιδιασμούς.
* Υποσημείωση: με ένα ρεαλιστικό υπολογισμό το σύνολο των προαναφερθέντων τελών, προμηθειών και φόρων (περιλαμβανομένου του ΦΠΑ), καθώς επίσης και του κόστους των ενδιάμεσων πάροχων (booking, Expedia κλπ) ξεπερνά το 58% των εισπράξεων μας, χωρίς να συνυπολογίσουμε τα λειτουργικά έξοδα (ασφαλιστικές εισφορές, μισθοδοσία, ενοίκια, ενέργεια, αναλώσιμα κλπ). Όλα αυτά τα βάρη στο σύνολο τους τελικά, ξεπερνούν το 88% των εισπράξεων. Ασφαλώς αναφερόμαστε σε υγιείς επιχειρήσεις με χρηστή διαχείρηση.