Γράφει η Τασσώ Γαΐλα Βράδυ σ’ένα χωριό. Γαληνεμένη, ξάστερη, γαλάζια πέρα ὡς πέρα, κρουστάλλινη ἀπ’ τὸν ὄρθρο της ὡς τὸν ἑσπερινό της κι εἶχε πλανέψει καὶ τ’ ἀχνὸ χρυσὸ φεγγάρι ἡ μέρα κι ἀργοταξίδευε ἄγρυπνο κι αὐτὸ στὸν οὐρανό της. Τώρα ἀποκάτω ἀπ’ τὰ βουνὰ τὰ θεϊκά, ποὺ ἰσκιῶσαν, μαζῶξαν τὰ κοπάδια τους ἀπ’ τὰ λιβάδια οἱ στάνες, τοῦ κάμπου τὰ μικρόπουλα σωπάσανε· θολῶσαν τὰ στενορύμια τοῦ χωριοῦ κι οἱ αὐλές τους μὲ τὶς δράνες. Πλῆθος οἱ ὁλόχαρες φωνές· καὶ σβῆσαν λίγο λίγο·· κάποια τζιτζίκια μοναχὰ λαλοῦν καὶ πρὸς τ’…
Περισσότερα