ΠΑΡΑΚΜΗ ΄Ανοιξα τα παραθυρόφυλλα στο χειμωνιάτικο πρωινό. Ένα τσουχτερό ξεροβόρι άρχισε να με διαπερνά. Ο άνεμος μανιασμένος τσάκιζε με λύσσα τα κλαδιά των δέντρων. Ο ουρανός ήταν μουντός,θαρρείς λεκιασμένος. Ο μακρινός ορίζοντας ήταν βουτηγμένος στο αίμα. Αίμα πηχτό,μαβί,αίμα ανθρώπων. Ξάφνου μια πόλη τεράστια απλώθηκε μπροστά μου, κυκλωμένη απο τείχη ψηλά και απροσπέλαστα. Οι άνθρωποι ήταν φυλακισμένοι εκεί. Είδα με τρόμο πολλούς απ΄αυτούς να προσπαθούν να σκαρφαλώσουν απεγνωσμένα τα ουράνια τείχη. Άλλοι έπεφταν στο βάραθρο,ενώ τους περισσότερους τους εκτελούσαν οι φρουροί. Μια αποκρουστική μουσική τους τρυπούσε αδυσώπητα τ΄αυτιά. Φορούσαν ρούχα ελεεινά…
Περισσότερα