Διάβασα ένα άρθρο την Δευτέρα 1 Ιουνίου «Μήπως οι εργάτες γης της Μαστίχας είναι στη ΒΙΑΛ;», και αποφάσισα χωρίς κέρδη και από τα άλλα, να πω δυο λόγια για το πρόβλημα.
Παράδειγμα ένα: Δέκα χρόνια ως Σχολικός Σύμβουλος Μ.Ε στις Κυκλάδες, διαπίστωσα ότι οι ντόπιοι (ίσως να υπήρχαν δυο τρεις εκτός) όλοι τους είχαν νοικιάσει τα μαγαζιά, τις ακρογιαλιές, τα ωραία τους, σε ανθρώπους από την Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλους αετονύχιδες, να τα εκμεταλλεύονται κι αυτοί αναπαύονταν στα ενοίκια, που δεν θέλουν κούραση και γνώσεις μαγειρικής και περιποίησης. Θα έδιναν και τα ROOMS, αλλά σ’ αυτό φανερός ο εξευτελισμός.
Παράδειγμα δύο: Προ εικοσαετίας, ο κουρέας μου στην Αθήνα ήταν από το Θρακιστάν. Θέλησε να πάει εργάτης-δούλος στη Γερμανία. Δεν είχε τα χρήματα. Να πάει σε τράπεζα χαρτιά και χαρτιά και βάσανα όλο ζωής. Τοκογλύφος υπήρχε, αλλά προκρατούσε τον τόκο από το ποσό. Βρέθηκε ο χωριανός Μουσουλμάνος, που είχε χρήματα! Έφτιαξαν ένα χαρτί με υπογραφές και έναν όρο: το κτήμα του που παζαρευόταν, αν σε ορισμένο χρόνο επιστρέψει από την ευαγή Ευρώπη και του επιστρέψει τα χρήματα, άκυρη η συμφωνία.
Έφυγε για την Γερμανία, προσπάθησε, πάλαιψε, δεν προόδευσε και με όλα όσα είχε μάζεψε, γύρισε στην Πατρίδα. Πήγε στον Μουσουλμάνο να του επιστρέψει τα χρήματα. Ο τακτός χρόνος είχε λίγο περάσει. Ο κουρέας επέμενε. Ο Μουσουλμάνος με λύπη ως το κλάμα του θύμιζε το όρο χρόνο. Ένα απλό χαρτί κρατούσε, πως να πάει σε Δικηγόρο ή Δικαστήρια, αν μάλιστα θάπρεπε να δικαιολογήσει το σεβαστό ποσό της αγοράς. Τελικά υποχώρησε ο κουρέας «Σε ώρα ανάγκης, μου είπε, με βοήθησε. Πήγαμε σε Συμβολαιογράφο και το έδωσα».
Στην περίοδο των «Κυπριακών» οι Μουσουλμάνοι της Θράκης φοβισμένοι έφυγαν οικογενειακώς και εμείς με εντολή Ανθελλήνων Συμμάχων μας, τους γυρίζαμε πίσω από τα Σύνορα καθησυχαστικά και δουλικά.
Στρατιώτης στην Αλεξανδρούπολη, στα γραφεία 3ΙΣΔΙ, γύριζα επί δύο χρόνια τις Μονάδες και τα Φυλάκια των νομών Ροδόπης και Έβρου. Μάθαινα τις δυσκολίες, που συνάντησε η Διοίκηση, να φτιάξει ένα έργο στρατού σε χερσοχώραφα λόφου, μόνιμα ακαλλιέργητου. Άνω κάτω κάνανε τον κόσμο οι Μουσουλμάνοι και το έργο δεν έγινε. Σήμερα δεν παραχωρούν ούτε τη σκιά από το κατώφλι τους, εφαρμόζοντας το αρχαίο «οι έχοντες γήν».
Ο Προβληματισμός. Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, που οι σημερινοί βουλευτές αγνοούν και με αλλιώς και το Υπουργείο Παιδείας που άλλον θωρεί και γαλβανίζεται, είχαν ορίσει «κάτοικοι ενός τόπου είναι οι έχοντες γήν».
Δυστυχώς αυτός ο απροσδιόριστος, που του όρισαν και εφάρμοσε τον νόμο (χαράτσι ή ένφια), αυτόματα μας έκανε όλους ενοικιαστές γης ή του διαμερίσματος που με ολοζωής κόπου αποκτήσαμε. Μας έκαναν όλους, ω κατάρα, σαν μετανάστες ή αλλοδαπούς, που ήρθαμε από αλλού και όλους ως το διάολο μπορούν να μας στείλουν, οι έχοντες την βία όπλο και το αντιανθρώπινο στο αίμα τους. Αυτό το διαβόλισμα ανάγκη να ψοφήσει, αλλιώς μη έχοντας γην, τί είμαστε;
Και να η Χίος με το παγκόσμιο μονάδικο αγαθό την μαστίχα. Η νεότητα των Μαστιχοχώρων την παραθεωρεί. Οι γέροντες αδυνατούν στον κόπο. Να πάρομε ξένους να εργασθούν, να μάθουν καλά τη δουλειά και το άλλο βήμα, να τους νοικιάσουμε τα κτήματα και εμείς σαν τους Κυκλαδίτες να αρκεστούμε στο νοίκι. Ήδη έχει γίνει και υπάρχει, όπως μαθαίνω, ωραίος εργατικός άνθρωπος, να βγάζει το πιο πολύ μαστίχι από συγχωριανούς.
Στη συνέχεια. Εμείς έχουμε βουλευτές γλωσσολόγους, βαφτίζουν Αλβανούς, Βούλγαρους και Μαζέματα ως Μακεδόνες. Έχομε βουλευτές τοπογράφους και ορίζουν τόπους, που έχουν άλλο όνομα, Μακεδονία.
Και το ωραίο βουλευτές βιολόγους, οντολόγους, αιματολόγους που χαρίζουν σε ξένους άνθρωπους από άλλες ηπείρους, όχι μόνο την υπηκοότητα, αλλά και την ιθαγένεια. Αριστούργημα.
Αν τώρα αυτοί οι άνθρωποι, με όλα τα δικαιώματα του Έλληνα πολίτη, αν θελήσουν να αγοράσουν κτήματα, μιας και ξέρουν την δουλειά, ποιος θα τους εμποδίσει; Η Ένωση Μαστιχοπαραγωγών, που κρατά με δόντια την αποκλειστικότητα κι όλο τη ζορίζουν. Παρέμβαση του Κράτους να μη γίνονται τέτοιες αγορές. Η Ευρώπη που κυβερνά άλλα θέλει.
Να παρακαλέσουμε, να αναγκάσομε (πώς;), να εξορκίσομε τους χωρικούς μας, να μην πουλούν σε ξένους την γη της Μαστίχας; Η ζωή έχει τα βάσανα και τα προβλήματα και τις ανάγκες σε ποικιλίες άμετρες. Όταν μάλιστα πετροδόλαρα μάτσος μπροστά τους, οι αγοροπωλησίες μπορούν να γίνουν αλλού…. και το πού και πώς βρέθηκαν τα χρήματα (όπως μας βασανίζουν και ξεψαχνίζουν εμάς τώρα) αυτοί θα φέρνουν επίσημα χαρτιά, ότι πούλησαν χωράφια στη Σαχάρα και δάση στη ζούγκλα. Το κουβέρνο φτάνει να έρχονται τα χρήματα, όλα άγια.
Και η Λύση. Δεν λέω κύριε Δήμαρχε. Λέω ρε Δήμαρχε (όχι βρε) αν αγαπάς τη Χίο και τους ανθρώπους της και δεν θέλεις να ερημώσουν τα Μαστιχοχώρια, όπως το πεντάμορφο πάνω κομμάτι της Χίου, ονόμασε όλα τα Δημοτικά, Γυμνάσια, Λύκεια της περιοχής «Σχολεία Μαστίχας« και να λειτουργούν όπως τα Μουσικά και Αθλητικά.
Μην περιμένεις έγκριση. Αυτή αν έρθει, θάναι μεταθανάτια. Κάνε ό,τι κάνει ο γειτονάς μας. Τα πιο παλαβά στην θάλασσα και στην στεριά και ύστερα έρχονται οι Αμερικάνοι και οι Ευρωπαίοι και όχι μόνο εγκρίνουν, αλλά και απόκρυφα θαυμάζουν.
Ανάγκη τα παιδιά, από το Νηπιαγωγείο ακόμη, να έρθουν σε επαφή και γνωριμία με τον σκίνο, να τον αγαπήσουν, να φυτέψουν, να περιποιηθούν, να κεντήσουν, να κοκολογήσουν τα δάκρυά του, να μάθουν τί και πώς για την υπαρξή του. Σ’ όλα τα χωριά υπάρχουν άνθρωποι σεβαστοί και σπουδαίοι να διδάξουν, να μεταδώσουν την εμπειρία τους, σε αγόρια και κορίτσια.
Τα πολλά στο θέμα κουβεντάζονται, λύνονται και γίνονται αν θέμε και αγαπάμε τη Χίο.
Γ. ΔΙΛΜΠΟΗΣ 26/6/2020