ΑΦΙΕΡΩΜΑ
ΣΤΑ ΔΙΑΚΟΣΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ
ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΥΜΝΟΥ (1823-2023)
Υπό Δρ. Φιλ-Ιστορίας Μαρίας Ελευθερίας Γ. Γιατράκου
Στο Λόφο του Στράνη στη Ζάκυνθο, σε μια τοποθεσία με πανέμορφη και πανοραμική θέα έγραψε ο Εθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός τον Ύμνο στην Ελευθερία και τους Ελεύθερους Πολιορκημένους[1]. Η γεωγραφική τοποθέτηση του λόφου έχει ιδιαίτερη σημασία και ως σημείο ιστορικής αναφοράς.
Από τη χώρα της Ζακύνθου στη διασταύρωση που στρίβει αριστερά για Μπόχαλη, υπάρχει ένα πλακόστρωτο στα δεξιά και την πινακίδα Λόφος Στράνη. Ανηφορίζοντας το πλακόστρωτο, ανάμεσα στα ελαιόδεντρα φτάνεις στο λόφο του Στράνη. Περνώντας την πύλη του βρίσκεται σε ένα πάρκο με πολλά επίπεδα ανάμεσα στα πεύκα και στα ελαιόδεντρα. Μπορεί ο επισκέπτης να περιηγηθεί το ιστορικό μνημείο.
Εδώ ο Διονύσιος Σολωμός ακούγοντας τα κανόνια απέναντι από το Μεσολόγγι εμπνεύσθηκε και έγραψε τον Ύμνο εις την Ελευθερία και τους Ελεύθερους Πολιορκημένους. Στο σημείο που υπάρχει σήμερα η στήλη με την προτομή του ποιητή, ήταν το πουρνάρι κάτω από το οποίο ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε τον Εθνικό Ύμνο[2].
Τμήμα το γέρικου κορμού βρίσκεται σήμερα στην είσοδο του Μουσείου Σολωμού και Κάλβου. Μπροστά στη στήλη το γλυπτό παριστάνει την «Ελευθερία» να κινείται με ορμή προς τα μπροστά και να κρατά στο δεξί χέρι ένα σπαθί. Στο σημείο που υπήρχε η ρίζα του πουρναριού τοποθετήθηκε η μαρμάρινη πλάκα όπου αναφέρεται: «ΣΟΛΩΜΟΣ. ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΝ ΜΑΙΟΝ 1823»[3].
Ο Διονύσιος Σολωμός έμελλε να συνδέσει το όνομά του με τη συγγραφή του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν», οι πρώτες στροφές του οποίου έγιναν ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδος[4]. Ο Διονύσιος Σολωμός πρωτοπόρησε καλλιεργώντας τη δημοτική γλώσσα και συνδυάζοντας την με την κρητική λογοτεχνία και το δημοτικό τραγούδι. Πολυγραφότατος ο Δ. Σολωμός αποτελεί τεράστιο κεφάλαιο για τον πολιτισμό του τόπου μας αν και άλλα έργα του ξεχωρίζουν, όπως οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», «ο Πόρφυρας», «η Γυναίκα της Ζάκυθος», «Λάμπρος», κ.ά. Η συγγραφή του «Εθνικού Ύμνου» τον επηρέασε τόσο, που έγινε ο Εθνικός Ύμνος, ώστε κανένα από τα αριστουργηματικά του έργα που έγραψε μετά δεν ολοκληρώθηκε και δεν δημοσιεύθηκε από τον ίδιο. Γεννημένος στη Ζάκυνθο στις 8 Απριλίου 1798 με πατέρα τον Κόντε Νικόλαο Σολωμό με καταγωγή από οικογένεια Κρητικών προσφύγων και μητέρα του την υπηρέτρια του πατέρα του, Αγγελική Νίκλη με ρίζες από τη Μάνη. Με αυτήν απέκτησε ο πατέρας του εκτός από τον Διονύσιο και τον Δημήτριο, μετέπειτα Πρόεδρο της Ιονίου Βουλής.
Μετά το θάνατο του πατέρα του, με τον αβά Σάντο Ρόσι και υπό την κηδεμονία του Διονύσιου Μεσάλα μετέβη στην Ιταλία για σπουδές. Γράφτηκε αρχικά στο Λύκειο της Αγίας Αικατερίνης στη Βενετία, δυσκολεύτηκε όμως λόγω της αυστηρής πειθαρχίας που επιβαλλόταν στους μαθητές, έτσι ο Ρόσι, που είχε ταξιδεύσει μαζί του, τον πήρε στην Κρεμόνα, όπου και ολοκλήρωσε τις μαθητικές του σπουδές. Στα τέλη του 1815 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Παβίας, από όπου αποφοίτησε δύο χρόνια μετά.
Επηρεασμένος από την ιταλική λογοτεχνία και γνωρίζοντας άριστα την ιταλική γλώσσα, άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα στα ιταλικά. Γρήγορα το έργο του αναγνωρίσθηκε και ο ίδιος άρχισε να εμπνέεται από τον γαλλικό διαφωτισμό. Επιστρέφοντας στη γενέτειρά του, γρήγορα εντάχθηκε στους λογοτεχνικούς κύκλους που αναπτύσσονταν ταχύτατα την εποχή εκείνη. Επιθυμούσε να συλλέξει δημοτικά τραγούδια από όλα τα μέρη της Ελλάδος, προκειμένου να ανακαλύψει το υλικό που θα συνέβαλε στην εξέλιξη του δικού του έργου. Έργο δύσκολο αφού δεν έκανε καλή χρήση της ελληνική γλώσσας αλλά και δεν εύρισκε ποιητικά έργα στη δημοτική, συνάμα όμως και θελκτικό. Άρχισε να μελετά τα δημοτικά τραγούδια και την κρητική λογοτεχνία και δειλά δειλά να γράφει τα πρώτα του ποιήματα στα ελληνικά. Καθοριστικής σημασίας, που άλλαξε τη ροή του συγγραφικού του έργου υπήρξε η συνάντησή του με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, που θέλησε να γνωρίσει τον Διονύσιο Σολωμό. Στη δεύτερη συνάντησή τους ο Σολωμός διάβασε στον Τρικούπη την «Ωδή στην πρώτη λειτουργία», γεγονός που προκάλεσε τον θαυμασμό του Τρικούπη, ο οποίος είπε απευθυνόμενος στον Σολωμό: «Η ποιητική σας ιδιοφυία σας επιφυλάσσει μια διαλεχτή θέση στον ιταλικό Παρνασσό. Αλλά οι πρώτες θέσεις εκεί είναι πιασμένες. Ο ελληνικός Παρνασσός δεν έχει ακόμα το Δάντη του». Μάλιστα είναι εκείνος που βοήθησε το Σολωμό στη μελέτη των ελληνικών ποιημάτων, προκειμένου να εξελίξει και τελειοποιήσει τη χρήση της ελληνικής γλώσσας[5]. Λέγεται ότι ένας ποιητής πρέπει να γράψει πολλά έργα, ακόμη και συλλογές για να κερδίσει την αναγνώριση. Δεν συνέβη το ίδιο με τον Σολωμό. Το Μάιο του 1823, ολοκληρώνει τον «Ύμνο εις την Ελευθερία», εμπνευσμένος από την ελληνική επανάσταση του 1821. Το ποίημα δημοσιεύεται στην Ελλάδα το 1824, και ένα χρόνο μετά, στην Ευρώπη. Η φήμη του Σολωμού εξαπλώνεται σε όλη τη χώρα και σε όλο τον κόσμο[6].
Το 1828 ο Σολωμός μετακόμισε στην Κέρκυρα. Η συγγραφική του δημιουργία συνεχίστηκε θαυμαστά και εκφράστηκε μέσα από τα ανολοκλήρωτα ποιήματά του, τον «Κρητικό», τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», τον «Πόρφυρα», τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» και άλλα, τα οποία θεωρούνται τα καλύτερα έργα του. Το 1849 βραβεύθηκε με το μετάλλιο του Τάγματος του Σωτήρος.
Ένα τμήμα του Ύμνου εις την Ελευθερίαν αποτελεί τον εθνικό ύμνο της Ελλάδας από το 1865 και της Κύπρου από το 1966. Τη μελοποίησή του πραγματοποίησε ο Νικόλαος Μάντζαρος. Αποτελείται από 158 στροφές ή 632 στίχους και αποτελεί τον μεγαλύτερο σε έκταση ύμνο παγκοσμίως[7].
Το ποίημα παρουσίαζε στοιχεία από τον ρομαντισμό και τον κλασικισμό. Οι στροφές που χρησιμοποιούνται είναι τετράστιχες, ενώ στους στίχους παρατηρείται εναλλαγή τροχαϊκών οκτασύλλαβων και επτασύλλαβων. Το 1828 μελοποιήθηκε από τον Κερκυραίο Νικόλαο Μάντζαρο πάνω σε λαϊκό μοτίβο για τετράφωνη ανδρική χορωδία. Από τότε ακουγόταν τακτικά σε εθνικές εορτές, αλλά και στα σπίτια των Κερκυραίων αστών και αναγνωρίσθηκε στη συνείδηση των Ιονίων ως ατύπως ύμνος της Επτανήσου. Ακολούθησαν και άλλες μελοποιήσεις από τον Μάντζαρο (2η το 1837 και 3η το 1839-40), ο οποίος υπέβαλε το έργο στο βασιλιά Όθωνα (4η «αντιστικτική» μελοποίηση Δεκέμβριος 1844). Ο Μάντζαρος τιμήθηκε με τον αργυρό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος (Ιούνιος 1845) και ο Διονύσιος Σολωμός με τον Χρυσό Σταυρό του ίδιου Τάγματος (1849) και το έργο μελοποιημένο διαδόθηκε ως «Θούριος» αλλά δεν υιοθετήθηκε ως ύμνος από τον Όθωνα. Ο Μάντζαρος τον επανεξέτασε για 5ης φορά και μελοποίησε σε ρυθμό εμβατηρίων κατά παραγγελία του Υπουργού Στρατιωτικών. Όταν επισκέφθηκε την Κέρκυρα ο Γεώργιος Α΄ το 1865 μετά την ενσωμάτωση των Επτανήσων με την Ελλάδα, του έκανε εντύπωση η εκτέλεση του ύμνου από ορχήστρα πνευστών που έπαιζε η μπάντα της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας. Ακολούθησε Βασιλικό Διάταγμα του Υπουργείου Ναυτικών που το χαρακτήρισε «επίσημον εθνικόν άσμα» και διατάχθηκε η εκτέλεσή του «κατά πάσας τας ναυτικάς παρατάξεις του Βασιλικού Ναυτικού». Ενημερώθηκαν και οι ξένοι πρέσβεις να ανακρούεται και από ξένα πλοία στις περιπτώσεις απόδοσης τιμών προς τον Βασιλιά της Ελλάδος ή την Ελληνική Σημαία. Από τότε θεωρείται ως Εθνικός Ύμνος της Ελλάδος[8].
Η πρώτη μελοποίηση του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν» τυπώθηκε για πρώτη φορά στο Λονδίνο το 1873, ένα χρόνο μετά το θάνατο του συνθέτη του. Ο Αντισυνταγματάρχης ε.α. Μαργαρίτης Καστέλλης πρώην Δ/ντής του Μουσικού Σώματος, διασκεύασε τον Εθνικό Ύμνο για μπάντα κι αυτή η μεταγραφή ανακρούεται από τις στρατιωτικές μπάντες ως σήμερα.
Το ποίημα «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» από 158 τετράστιχες στροφές και από αυτές οι 24 πρώτες καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος το 1865. Οι δύο πρώτες ανακρούονται και συνοδεύουν την έπαρση και την υποστολή της σημαίας και ψάλλονται σε επίσημες στιγμές και τελετές και κατά τη διάρκεια της ανάκρουσής του αποδίδονται ορθίως τιμές στρατιωτικού χαιρετισμού «εν ακινησία».
Από τις 18 Νοεμβρίου 1966 καθιερώθηκε με την απόφαση 6133[9] και ως Εθνικός Ύμνος της Κυπριακής Δημοκρατίας[10].
Ακολουθούν οι πρώτοι δεκατέσσερις στίχοι του ποιήματος. Μόνο τα δύο πρώτα αποτελούν τον Εθνικό Ύμνο:
Σε γνωρίζω από την κόψη Του σπαθιού την τρομερή,
Σε γνωρίζω από την όψη, Που με βιά μετράει τη γη.
Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη, Χαίρε, ω χαίρε, ελευθεριά!
Εκεί μέσα εκατοικούσες πικραμένη, εντροπαλή,
κι ένα στόμα ακαρτερούσες, «έλα πάλι», να σου πει.
Άργειε να ‘λθει εκείνη η μέρα, Και ήταν όλα σιωπηλά,
γιατί τά ‘σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά.
Δυστυχής! Παρηγορία μόνη σου έμενε να λες
περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις.
Και ακαρτέρει, και ακαρτέρει φιλελεύθερη λαλιά,
ένα εκτύπαε τ’ άλλο χέρι από την απελπισιά.
Κι έλεες: «πότε, α! πότε βγάνω το κεφάλι από τσ’ ερμιές;»
Και αποκρίνοντο από πάνω κλάψες, άλυσες, φωνές.
Τότε εσήκωνες το βλέμμα μες στα κλάιματα, θολό,
και εις το ρούχο σου έσταζ’ αίμα, πλήθος αίμα Ελληνικό.
Mε τα ρούχα αιματωμένα Ξέρω ότι έβγαινες κρυφά
Να γυρεύης εις τα ξένα Άλλα χέρια δυνατά.
Mοναχή το δρόμο επήρες, Εξανάλθες μοναχή·
Δεν είν’ εύκολες οι θύρες, Εάν η χρεία τες κουρταλή.
Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, Αλλ’ ανάσασιν καμιά·
Άλλος σού έταξε βοήθεια Και σε γέλασε φρικτά.
Άλλοι, οϊμέ! στη συμφορά σου, Οπού εχαίροντο πολύ,
Σύρε να βρης τα παιδιά σου, Σύρε, ελέγαν οι σκληροί.
Φεύγει οπίσω το ποδάρι Και ολογλήγορο πατεί
Ή την πέτρα ή το χορτάρι Που τη δόξα σού ενθυμεί.
Tαπεινότατη σού γέρνει Η τρισάθλια κεφαλή,
Σαν πτωχού που θυροδέρνει Κι είναι βάρος του η ζωή.
Βλ. επίσης πρόχειρα βιβλιογραφία[11]
- Διονύσιος Σολωμός, Νικόλαος Μάντζαρος – Ύμνος εις την Ελευθερίαν (https://www.discags.com)
- Ύμνος εις την Ελευθερίαν: Διονύσιος Σολωμός – Νικόλαος Μάντζαρος (https://archive.ert.gr/7915) (Αρχείο ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ)
- Μαρία Ελευθερία Γ. Γιατράκου, ο Εθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός, Αφιέρωμα στα 200 χρόνια από την ποιητική δημιουργία του Εθνικού μας Ύμνου, Αθήνα, 2023
[1] Βλ. πρόχειρα, Λόφος του Στράνη / Zante, https://ecozante.com/evstrani
[2] ό.π
[3] Βλ. ό.π.
[4] Ο Εθνικός ποιητής της Ελλάδος – ellines.com
[5] ό.π.
[6] ό.π.
[7] https:elwikipedia.org/wiki, όπου παραπομπές 2 και 3
[8] ό.π.
[9] ό.π., όπου υποσημείωση 1
[10] ό.π.
[11] Ύμνος εις την Ελευθερίαν, βικιπαίδεια, https://el.wikipedia.org/wiki