Είναι πολύ σημαντικό να μπορούμε να έχουμε τα εργαλεία εκείνα τα οποία θα μας επιτρέψουν να είμαστε κοντά ο ένας με τον άλλον, να μοιραζόμαστε σκέψεις, να μοιραζόμαστε ιδέες και να μπορούμε να απευθυνόμαστε όπως τώρα στο Αναπτυξιακό σας Συνέδριο, σε φόρα τα οποία μπορούν πραγματικά να έχουν πολύ θετική συνεισφορά και σε τοπικό και σε περιφερειακό και σε εθνικό επίπεδο.
Τα τελευταία χρόνια με τον Covid-19 συντελέστηκε ένα πάντρεμα, ουσιαστικά, της τεχνολογίας με την κουλτούρα της χρήσης της με το ποια είναι η λογική, ορθολογική, λελογισμένη χρήση και είναι και ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον μάθημα σε σχέση με το πώς κρατάμε κάποια πράγματα ως κληρονομιά από τέτοιου τύπου συνθήκες έκτακτες. Η τεχνολογία και η εκτεταμένη χρήση της είναι, εάν θέλετε, το βασικό εκείνο μάθημα το οποίο κρατάει κανείς και το οποίο θα μείνει ως απότοκος αυτής της περιόδου. Μάθημα το οποίο, βέβαια, μεταβολίστηκε με τελείως διαφορετικό τρόπο από χώρα σε χώρα.
Το μεγάλο κεκτημένο αυτής της τριετίας είναι το ότι στις εκάστοτε κρίσεις τις οποίες κληθήκαμε να διαχειριστούμε καταφέραμε να το πετύχουμε όχι απλώς διαχειριζόμενοι σε πολύ μεγάλο βαθμό τις κρίσεις αυτές, αλλά ταυτόχρονα επιλύοντας και εκκρεμότητες του παρελθόντος οι οποίες έπρεπε να είχαν επιλυθεί πέντε, δέκα, δεκαπέντε και είκοσι χρόνια πριν. Αναδεικνύουμε έτσι έναν διττό ρόλο για το κράτος: ότι από τη μία η Ελλάδα έπρεπε να λύσει θέματα μεταρρυθμίσεων που δεν είχαν γίνει εδώ και πάρα πολλά χρόνια και από την άλλη έπρεπε να ανταποκριθεί και σε όλες αυτές τις αναδυόμενες προκλήσεις που είχε μπροστά της.
Σταχυολογώ την άρτια οργάνωση του Εμβολιασμού στη χώρα μας με έναν τρόπο ο οποίος είναι πολύ καλύτερος από άλλων χωρών με μη αναμενόμενη, εάν θέλετε, διάσταση. Δηλαδή αρκούσε κανείς να συγκρίνει τον εμβολιασμό στην Ελλάδα με εκείνον στη Βαυαρία ή στην πολιτεία της Μασαχουσέτης για να διαπιστώσει την αρτιότητα της οργάνωσης. Τον τρόπο που η Κυβέρνηση και πρώτος ο Πρωθυπουργός ανταποκρίθηκε στην υβριδική κρίση στον Έβρο και στα νησιά. Το ότι ταυτόχρονα με όλα τα γεγονότα τα οποία συμβαίνουν η ανεργία αποκλιμακώνεται στη χώρα μας συνεχώς, ότι η οικονομική ανάπτυξη αυξάνεται, ότι οι επενδύσεις αυξάνονται, ότι οι τεχνολογικοί κολοσσοί όπως η Google, Microsoft και η Amazon, η Cisco, η Data Realty και άλλοι επενδύουν στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια με έναν τρόπο που επίσης έχει πάρα πολύ μεγάλη πυκνότητα. Και όλα αυτά μαζί έρχονται να συνηγορήσουν ότι πραγματικά αυτή τη στιγμή δημιουργείται ένα εύφορο έδαφος παρά τα διεθνή συμφραζόμενα, τα οποία έχουν τη δική τους διάσταση προκλήσεων, που συνεισφέρει στο να μπορέσουμε πραγματικά να θεμελιώσουμε ότι η Ελλάδα βρίσκει έναν βηματισμό αντίστοιχο με εκείνον που εδώ και χρόνια λέμε ότι της αξίζει.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός σε όλα αυτά τα οποία περιέγραψα είναι ένας καταλύτης: έχει και μία οριζόντια διάσταση επίλυσης προβλημάτων και μία διττή διάσταση κοινωνικής συνοχής και οικονομικής ανάπτυξης. Νομίζω ότι μπορεί κανείς να αθροίσει μία σειρά από προκλήσεις στις οποίες τα ψηφιακά μέσα παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο ως καταλύτες της απάντησης.
Η τεχνολογία δεν είναι ποτέ η απάντηση, η τεχνολογία είναι ένα μέσο, αυτό το οποίο ορίζει άλλωστε και η λέξη. Η ουσία είναι το να μπορεί κανείς να ανασχεδιάζει διαδικασίες. Και θα έλεγα ξεκινώντας πώς όλο αυτό το project επετεύχθη – γιατί νομίζω ότι είναι πλέον κοινωνικό κεκτημένο ότι η άσκηση του ψηφιακού μετασχηματισμού την τελευταία τριετία είναι μία επιτυχημένη άσκηση. Μεγάλο κομμάτι της απάντησης είναι ότι το πρόγραμμα αυτό συνιστά προσωπικό όραμα του Πρωθυπουργού, έχει αυτό το οποίο θα περιγράφαμε ως commitment οι αγγλοσάξονες, ως δέσμευση στο ανώτατο επίπεδο της λειτουργίας του κράτους. Έχει τη δημιουργία μίας νέας δομής, του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, δομής που προετοιμάστηκε περίπου ένα χρόνο πριν από τις εκλογές του 2019 έχοντας μελετήσει σε πολύ μεγάλο βάθος τόσο το τι είχε πάει καλά και όχι καλά στη χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια στον τομέα δηλαδή το πεδίο, όσο και τον ορίζοντα – δηλαδή το τι είχε συμβεί στις άλλες χώρες που ήταν προσαρμόσιμο στα δικά μας εθνικά συμφραζόμενα.
Μία μεγάλη παρέμβαση η οποία έπρεπε να γίνει στην αρχή – και έγινε – ήταν η νομοθετική πρόβλεψη σε σχέση με τη δυνατότητα που δόθηκε από την κυβέρνηση στον εκάστοτε Υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης να μπορεί να κάνει το εξής πάρα πολύ απλό: να διασυνδέει τα Μητρώα μεταξύ τους. Αυτό μπορεί να φαίνεται πάρα πολύ προφανές ή δευτερεύον, αλλά σας διαβεβαιώ ότι ήταν κεφαλαιώδες και είναι κεφαλαιώδες. Και είναι κεφαλαιώδες γιατί ο βασικός λόγος για τον οποίον οι πολίτες στην Ελλάδα έχουν αρνητική εμπειρία από το κράτος είναι επειδή το κράτος δεν έχει σχεδιαστεί με επίκεντρο τον ενδιαφερόμενο δηλαδή τον πολίτη, την επιχείρηση. Ο σχεδιασμός έχει προκύψει με έναν κρατοκεντρικό – ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός – τρόπο και όχι με έναν πολιτοκεντρικό τρόπο.
Η κεντρική σύλληψη αυτού του Υπουργείου ήταν ότι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε απλές τεχνολογίες για να αλλάξουμε τελείως το πώς αυτό το κύκλωμα με όρους αρχιτεκτονικής συστημάτων δουλεύει και έτσι χρησιμοποιούμε την τεχνολογία για να πιάσουμε ένα γεγονός της ζωής μου που ενδεχομένως απαιτεί 5, 10, 15 ή και 20 επισκέψεις σε μία δημόσια υπηρεσία και με απλές τεχνολογικές και νομοθετικές παρεμβάσεις δηλαδή παρεμβάσεις και στις οθόνες του κώδικα και στα βιβλία του Νόμου να μπορέσουμε γρήγορα να αλλάξουμε την εμπειρία που έχουν οι πολίτες από το κράτος.
Το πρώτο παράδειγμα με το οποίο ξεκινήσαμε, εάν θέλετε και συμβολικά, ήταν η διαδικασία και η γραφειοκρατία που συναντά ένας γονιός όταν γεννιέται το παιδί του στην Ελλάδα που αυτό απαιτούσε μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 πέντε επισκέψεις σε δημόσιες υπηρεσίες. Αυτά τα πέντε βήματα έχουν γίνει τώρα ένα: και οι δύο γονείς λαμβάνουν ένα μήνυμα ή ένα email που τους ενημερώνει ότι ο ΑΜΚΑ του παιδιού τους είναι αυτός και ότι το επίδομα των 2.000 ευρώ με βάση το εισόδημά τους έχει πιστωθεί αυτόματα στον IBAN που έχουν δώσει στο μαιευτήριο. Αυτό δείχνει μία φιλοσοφία.
Αυτό, βασικά, πρέπει να γίνει για τα πάντα: χρησιμοποιώντας απλές τεχνολογίες αλλάζουμε τις διαδικασίες του κράτους. Και έτσι, ξεκινώντας με αυτή τη φιλοσοφία να απλουστεύσουμε διαδικασίες, να κάνουμε ευκολότερη την αλληλεπίδραση, να ξανασχεδιάσουμε το κράτος, σκεφτήκαμε ότι θέλουμε να κάνουμε μία βασική μεταρρύθμιση, αυτή του gov.gr. Συγκεντρώσαμε όλες τις υφιστάμενες υπηρεσίες που δούλευαν. Αξιολογήσαμε ότι υπήρχαν 501 υπηρεσίες κρυμμένες, θαμμένες στα διάφορα site του ελληνικού Δημοσίου. Και οι υπηρεσίες αυτές οι 501 αναδύθηκαν μέσα από το gov.gr – ήταν 503 οι υπηρεσίες που παρείχαμε την πρώτη ημέρα γιατί προσθέσαμε δύο, τις δύο πιο συχνές υπηρεσίες του ελληνικού κράτους: υπεύθυνη δήλωση και εξουσιοδότηση. Και έτσι από το νούμερο 503 το οποίο υπήρχε τον Μάρτιο του 2020 σήμερα έχουμε προσεγγίσει πλέον 2,5 περίπου χρόνια μετά τις 1.500 υπηρεσίες – αυτό δείχνει την κλίμακα της προσθήκης που έχει γίνει.
Πέρα από αυτό θα έλεγα ότι η πιο σημαντική κλίμακα και η πιο σημαντική αλλαγή έχει να κάνει όχι απλώς με το τι υπάρχει αλλά και με το πόσο πολύ συχνά οι πολίτες το χρησιμοποίησαν. Και εδώ επίσης τα νούμερα νομίζω μιλάνε από μόνα τους, γιατί οι ψηφιακές συναλλαγές που έγιναν στη χώρα μας που είναι πόσες φορές μπήκαμε εμείς οι ίδιοι για να κάνουμε κάτι ή πόσες φορές το ίδιο το κράτος δεν μας ζήτησε τα στοιχεία μας, αξιοποίησε τα στοιχεία μας χωρίς να χρειαστεί μία φυσική μετάβασή μας, μόνο με τη συγκατάθεσή μας για μία υπηρεσία. Εάν αθροίσει κανείς αυτά τα δύο έχει τις ψηφιακές συναλλαγές που συμβαίνουν σε ένα κράτος, δηλαδή πόσες φυσικές επισκέψεις αποφύγαμε λόγω των ψηφιακών υπηρεσιών. Πώς έχει εξελιχθεί αυτό το νούμερο μέσα στο χρόνο; Το 2018 ήταν 8,8 εκατομμύρια οι ψηφιακές συναλλαγές, κάτω από μία ανά πολίτη – πρακτικά μηδέν, πράγμα το οποίο εάν θέλετε είναι και αυταπόδεικτο ήταν και η εμπειρία που είχαμε. Το 8,8 εκατ. του 2018 έγινε 34 εκατ. το 2019, έγινε 94 εκατ. το 2020, έγινε 567 εκατ. το 2021 και φέτος εκτιμούμε ότι θα προσεγγίσει κοντά το 1 δις. Δηλαδή, πρακτικά ο κάθε ενήλικος συμπολίτης μας έχει γλυτώσει πάνω από 100 ουρές φέτος χάρη σε όλη αυτή τη προσπάθεια, χάρη σε αυτές τις 1.500 περίπου υπηρεσίες του gov.gr.
Αυτό έχει μία τεράστια κοινωνική συνεισφορά γιατί έχει έναν πυρηνικό σεβασμό απέναντι στον πολίτη, απέναντι στο χρόνο που δεν έχει να δαπανήσει, απέναντι στους φόρους που πληρώνει, απέναντι κυρίως στον εργαζόμενο γονιό, απέναντι κυρίως στα άτομα με αναπηρία, στους απόδημους, έχει μία έντονη διάσταση διαύγειας και διαφάνειας γιατί η εκ των πραγμάτων η ψηφιακή τεχνολογία και οτιδήποτε είναι αποτυπώσιμο είναι ολοένα και πιο εύκολα διαφανές. Και βέβαια θα έλεγα ότι στο τέλος της ημέρας έρχεται να αυξήσει αυτό το οποίο θα περιγράφαμε ως εμπιστοσύνη απέναντι στο κράτος. Αυτό είναι κάτι το οποίο επιδρά στους δείκτες της οικονομικής ανάπτυξης, αυτό έχει αποδειχτεί από πάρα πολλές μελέτες και είναι κάτι το οποίο πρέπει να θεραπεύσουμε και η προσπάθεια αυτή της ανοικοδόμησης ουσιαστικά του κράτους μέσα από αυτή τη νέα οδό σίγουρα έρχεται να συμβάλει καθοριστικά στο πώς αυτό θα επιτευχθεί.
Από εκεί και πέρα όμως είναι και άλλες οι διαστάσεις όλου αυτού του εγχειρήματος. Στις Τηλεπικοινωνίες θα πω πολύ ενδεικτικά ότι η Ελλάδα πάει πολύ καλά στην κινητή τηλεφωνία αλλά όχι καλά στη σταθερή – αυτή είναι η παραδοσιακή εικόνα της χώρας μας. Αυτό καταφέραμε σε ένα μεγάλο βαθμό να αξιοποιήσουμε το πλεονέκτημα που έχουμε στην κινητή πέρσι ήμασταν 25η στον κόσμο στην κινητή τηλεφωνία και 92η – 93η στη σταθερή. Υπάρχει ένα πολύ μεγάλο χάσμα στις επιδόσεις, η διαφορά αυτή κυρίως οφείλεται στο ότι έπρεπε να έχουν γίνει επενδύσεις στην οπτική ίνα στη σταθερή τηλεφωνία αρκετά χρόνια πίσω. Το πετυχαίνουμε τώρα αυτό, μέσα από επενδύσεις που βασικά κάνουν οι τρεις τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι αλλά θα προσέθετα σε αυτό ότι το πετυχαίνουμε και από επενδύσεις που κάνει το κράτος, δίνοντας ένα πολύ μεγάλο ποσό με χρήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να στηθούν εκεί οπτικές ίνες.
Στην κινητή ήμασταν από τους πρώτους που μετέβησαν στα δίκτυα πέμπτης γενιάς στο 5G. Έχουμε καταφέρει να κάνουμε ίσως τη πιο καινοτόμο δημοπρασία στην Ευρώπη, εγώ θα έλεγα από τις πιο καινοτόμες διαδικασίες στον πλανήτη σύμφωνα με κάποιες μελέτες, έχοντας ενσωματώσει μέσα στη δημοπρασία τη δημιουργία του Ταμείου «Φαιστός», το οποίο επενδύει σε εφαρμογές 5G στη χώρα μας και έτσι είμαστε από τις πρώτες χώρες που έχουν μπει σε αυτή τη διάσταση και γεννούν νέες ιδέες σε αυτόν τον τομέα.
Θα έλεγα όμως ότι συνολικά έχοντας μπει σε αυτή την άσκηση του να δούμε πώς μπορούμε να απελευθερώσουμε μεγάλη οικονομική αξία από τον ψηφιακό μετασχηματισμό σίγουρα παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο και οι επενδύσεις και ανέφερα πριν τις επενδύσεις της Microsoft, της Amazon και της Google ως τεκμήριο της ψήφου εμπιστοσύνης που ουσιαστικά δίνεται στη χώρα. Και θα πω ότι εδώ, πέρα από τη στρατηγική η οποία διαρθρώνεται από τη κυβέρνηση στο χώρο των επενδύσεων υπήρχε και κάτι πολύ στοχευμένο: ένας νόμος το Cloud First Policy ο οποίος γέννησε, συμβόλισε μάλλον τέτοια φιλοδοξία σε σχέση με το πρόγραμμα του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας. Αυτό από μόνο του δείχνει πώς μερικές φορές αρκεί να σκεφτεί κανείς έξυπνα όχι μόνο στο επίπεδο του να δαπανήσει χρήματα ή να κάνει στοχευμένες επενδύσεις ή να φτιάξει εφαρμογές αλλά να αξιοποιήσει τη νομοθεσία και τα κίνητρα που αυτή δίνει και το σινιάλο που ενίοτε αυτή δίνει για να μπορέσει πραγματικά να δημιουργήσει ένα πολύ θετικό κλίμα για να πραγματοποιηθούν επενδύσεις.
Τον καταλυτικό ρόλο βέβαια σε όλα αυτά σε αυτή τη μεγάλη μετάβαση τον παίζει το Ταμείο Ανάκαμψης. Σε ό,τι αφορά τα ψηφιακά πάνω από το 20% του Ταμείου Ανάκαμψης θα διοχετευθεί σε projects που έχουν σχέση με τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Χοντρικά μιλώντας, εμείς αυτά τα projects τα έχουμε περιγράψει σε ένα κείμενο που λέγεται Βίβλος του Ψηφιακού Μετασχηματισμού το οποίο είναι διαθέσιμο online. Είναι πάνω από 440 συγκεκριμένα έργα που θα πραγματοποιηθούν στην Ελλάδα μέχρι το 2025 και θα πω ένα από αυτό το οποίο προφανώς σας ενδιαφέρει και σας αφορά που είναι οι «Έξυπνες Πόλεις». Δηλαδή 332 Δήμοι της χώρας αθροιστικά θα λάβουν 320 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και από το ΕΣΠΑ με ένα συγκεκριμένο μπάτζετ ανά Δήμο – η πόλη της Νάουσας λαμβάνει περίπου 900.000 ευρώ – το οποίο επιτρέπει σε κάθε Δήμαρχο και σε κάθε δημοτική ομάδα και σε κάθε Δήμο να κάνει τη δική του ψηφιακή μετάβαση, το δικό του ψηφιακό άλμα και θέλουμε να επενδύσουμε στην αυτοδιοίκηση για να μπορέσει αυτό να επιτευχθεί.
Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι ένα «Σχέδιο Μάρσαλ» για τη χώρα, για την εποχή μας, και νομίζω ότι τα ψηφιακά έργα όπως αυτά διαρθρώνονται σε κάθε τομέα πολιτικής είτε είναι η υγεία και ο ψηφιακός φάκελος του ασθενούς, είτε είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός του αγροτικού τομέα και οι σένσορες στο χωράφι, είτε είναι ο τρόπο που το ίδιο το κράτος μετρά τα δεδομένα του και τις δραστηριότητές του, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους μετρά τις δαπάνες του είτε είναι κάθε πτυχή της Πολιτικής Προστασίας. Συνολικά, εάν δει κανείς αυτή την οριζόντια πολιτική είναι μία πολιτική καταλύτης για να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το κράτος, ο τρόπος με τον οποίον η Ελλάδα λειτουργεί στη πράξη.
Είμαι αισιόδοξος ότι το κεκτημένο αυτής της τριετίας είναι ότι το ελληνικό κράτος έχει αποδείξει ότι μπορεί σε αυτόν τον τομέα να κινηθεί με πολύ μεγάλες ταχύτητες ότι έχει εξαιρετικό έμψυχο δυναμικό και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα και ότι απλώς θα πρέπει να απαντήσουμε με έναν πολύ δημιουργικό τρόπο στις συνολικές προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας και σε αυτόν τον τομέα και σε άλλους. Η μεγαλύτερη όλων θα έλεγα ειδικά σε αυτόν τον τομέα είναι η διάσταση των ψηφιακών δεξιοτήτων. Υπάρχει πρώτον μία «ψηφιακή αλληλεγγύη» εντός των ελληνικών οικογενειών. Υπάρχουν ολοένα και ευκολότερες και χρηστικότερες πλατφόρμες που χρησιμοποιούμε, αυξάνεται η γνώση και η διείσδυση, φτιάχνουμε στοχευμένα προγράμματα όπως ο ψηφιακός συμπαραστάτης. Αλλά γενικότερα είναι δεδομένο ότι θα πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την ψηφιακή εκπαίδευση το επόμενο διάστημα γιατί είναι πραγματικά ένας χώρος ο οποίος μπορεί να παρέχει πολύ μεγάλη βοήθεια, αρωγή και σε εκείνους που συμμετέχουν σε αυτόν και ως αποτέλεσμα για όλους τους υπόλοιπους.
Θα μου επιτρέψετε να κλείσω με την εξής σκέψη ότι νομίζω πως εάν υπάρχει ένα μάθημα από όλη αυτή την περίοδο από το πώς χρησιμοποιήθηκε η ψηφιακή πολιτική και ως εργαλείο διαχείρισης κρίσεων και ως εργαλείο επίλυσης εκκρεμοτήτων. Το βασικό μάθημα στο τέλος της ημέρας είναι να πιστεύεις στην εφικτότητα του εγχειρήματος και στις δυνατότητες των ανθρώπων σου και στο τέλος της ημέρας να είσαι διατεθειμένος να πάρεις και ρίσκα.
Και θυμάμαι χαρακτηριστικά την ιστορία που μιλάει για τον χρησμό του Μαντείου των Δελφών στην Ναυμαχία της Σαλαμίνας που λέει: τα ξύλινα τείχη θα σώσουν την πόλη. Πώς ερμηνεύτηκε από κάποιους εκείνη την εποχή ότι ήταν κυριολεξία τα ξύλινα τείχη και έπρεπε να κλειστούν: στην πόλη της Αθήνας. Και πώς ο Θεμιστοκλής το ερμήνευσε ως δημιουργία στόλου που έπρεπε να ανοιχτεί στο πέλαγος. Νομίζω ότι τα ξύλινα τείχη της εποχής είναι ψηφιακά τείχη και, στο τέλος της ημέρας, είναι πράγματα στα οποία πρέπει να επενδύσουμε, μπορούμε να επενδύσουμε, έχουμε τους ανθρώπους, έχουμε τις δυνατότητες, έχουμε τη στρατηγική και αυτό το οποίο βασικά έλειπε ήταν το να πιστέψουμε ότι μπορούμε να το πετύχουμε. Και νομίζω ότι αποδείξαμε ότι μπορούμε.