ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ
«καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτόν…» (Λουκ. 8, 5)
16 Ὀκτωβρίου 2022
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· 5 ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; 10 ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ρίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.
ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ
Ἡ περίοδος τοῦ φθινοπώρου ἔχει ταυτισθεῖ μὲ τὴν σπορά. Ἡ γεωργικὴ αὐτὴ ἐργασία ἐνέπνευσε τοὺς Ἁγίους Πατέρες νὰ τοποθετήσουν τὴν ἀνάγνωση τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς τοῦ σπορέως μέσα στὸν Ὀκτώβριο, δηλαδὴ σὲ κατάλληλο καιρό, γιὰ νὰ δοθεῖ τὸ «μήνυμα» ὅτι καὶ στὴν Ἐκκλησία ἀρχίζει ἡ πνευματικὴ σπορά.
Ὅταν ὁ Χριστὸς ἄρχισε νὰ διδάσκει τὸν λαό, χρησιμοποίησε καὶ τὴν ὡραιοτάτη παραβολὴ τοῦ σπορέως. Οἱ μαθητὲς Τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς ἐξηγήσει τὴν ἀλληγορία της. Καὶ ὁ θεῖος Διδάσκαλος τοὺς εἶπε ὅτι «…ὁ σπόρος ἐστίν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ». Οἱ ἀνθρώπινες διδασκαλίες πρὶν καὶ μετὰ τὸν Χριστὸ ἔρριχναν βέβαια κάποιο φῶς καὶ ἄνοιγαν προσωρινὰ κάποιους δρόμους στὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν ὅμως ἀμυδρὸ αὐτὸ τὸ φῶς. Καὶ ὅπως γράφει ὁ Βερίτης: «Ἦταν φῶτα, χίλια φῶτα, μὰ δὲν ἤτανε τὸ Φῶς».
Πρὶν ἀπὸ αἰῶνες ὁ ἱερὸς ψαλμωδὸς ἀναφωνοῦσε: «Πόσο γλυκὰ εἶναι τὰ λόγια σου, Κύριε! Εἶναι πιὸ γλυκὰ ἀπὸ τὸ μέλι στὸ στόμα μου» (Ψαλμ. 118, 103). Καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διακηρύττει: «ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ…» (Ἑβρ. 4, 12), εἶναι δηλαδὴ ζωντανὸς καὶ δραστικός. Εἶναι «λύχνος ποὺ φωτίζει τὰ βήματά μου καὶ φῶς ποὺ διαλύει τὰ σκοτάδια στοὺς δρόμους τῆς ζωῆς», προσθέτει ὁ Δαβίδ (Ψαλμ. 118, 108). Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει τέτοια δύναμη καὶ ἀξία, διότι προέρχεται ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ μποροῦσε νὰ λέγει: «Ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου‧ ὁ ἀκολουθῶν ἐμοὶ οὐ μὴ περιπατήσει ἐν τῇ σκοτίᾳ» (Ἰω. 8, 12) καὶ «ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. 14, 6).
Ζεῖ ὁ Χριστὸς ζεῖ καὶ ὀ Λόγος Του. «Ζῇ καὶ οὐκ ἐσβέσθη», τονίζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος‧ «καὶ οὐχ ὡς ἁπλὸς λόγος διελύθη», συμπληρώνει ὁ Ζιγαβηνός. Γι’ αὐτὸ ποτὲ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν θὰ ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ ἀνθρώπινο εὕρημα. Ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητές Του: «πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκ. 16, 15). Τοὺς ἀνέθεσε τὴν πνευματικὴ σπορὰ ποὺ ἦταν ἀναγκαία γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τὴν ἀλήθεια. Εὔλογα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διερωτᾶται: «Πῶς θὰ σωθοῦν οἱ ἄνθρωποι ἐὰν δὲν πιστέψουν στὸ σωτῆρα καὶ λυτρωτή; ἀλλὰ πῶς θὰ πιστέψουν ἐὰν δὲν πληροφορηθοῦν γιὰ Ἐκεῖνον;» (Ρωμ. 10, 14).
Μὲ τὴν πνευματικὴ σπορὰ θὰ ἔχουμε τοὺς καρποὺς τῆς μεταμόρφωσης τοῦ ἀνθρώπου «εἰς ἄνδρα τέλειον». Ἡ καρποφορία τῶν ὑλικῶν σπόρων ἀπασχολεῖ καὶ προβληματίζει πολλοὺς γεωργούς. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἀποδώσει πνευματικοὺς καρπούς, πρέπει νὰ ὑπάρξει προετοιμασία καὶ σπορά. Ἡ κατάσταση καὶ ἡ ποιότητα τοῦ ἐδάφους ἔχουν βασικὴ σημασία. Γιὰ παράδειγμα, τὸ πετρῶδες ἔδαφος δὲν μπορεῖ νὰ δώσει καρπούς. Ἀλλὰ καὶ τὸ γεμάτο ἀγκάθια καὶ ζιζάνια χωράφι δὲν ἐπιτρέπει τὴν καρποφορία. Ἀνάλογες εἶναι καὶ οἱ δυσκολίες τῆς ψυχῆς, στὴν ὁποία σπέρνεται ὁ πνευματικὸς σπόρος. Ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ εἶναι καθαρὴ καὶ γόνιμη. Νὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος διάθεση καὶ θέληση καὶ νὰ μὴν εἶναι ἀδιάφορος καὶ ἀδρανής. Ἡ ψυχή του νὰ μὴν εἶναι κυριευμένη ἀπὸ μέριμνες καὶ πάθη ἢ συνυφασμένη μὲ δυσκολίες ποὺ δὲν βοηθοῦν, ἀλλὰ ἐμποδίζουν τὴν καλὴ καρποφορία καὶ καταστρέφουν τὸν καρπό.
Ἡ Μητέρα Ἐκκλησία, διὰ τοῦ κηρύγματος, τῶν κατηχητικῶν προσπαθειῶν, τῶν ἐκδόσεων βιβλίων καὶ ἐντύπων καὶ ἐσχάτως μέσῳ διαδικτύου, σπείρει τὸν πνευματικὸ λόγο. Εἶναι ἐργασία, στὴν ὁποία ὀφείλουμε ὅλα τὰ ζωντανὰ μέλη Της νὰ λάβουμε θέσεις ἀνταπόκρισης καὶ συμμετοχῆς. Ἀντίστοιχα, ὅμως, ὑπάρχει καὶ ὁ ἄλλος «σπείρων», ὁ ὁποῖος σπείρει τὸ κακὸ καὶ τὸ ψέμα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι «ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους» (Ἰω. 8, 44), ὁ ἄσπονδος ἐχθρὸς τῆς ἀλήθειας, διότι «οὔκ ἐστιν ἀλήθεια ἐν αὐτῷ‧ ὅταν λαλῇ τὸ ψεῦδος ἐκ τῶν ἰδίων λαλεῖ»‧ ὁ δόλιος διάβολος, ποὺ σπέρνει κρυφὰ τὸ πολύμορφο κακὸ στὶς ψυχὲς μας. Ὁ πρωταίτιος, ἐφ’ ὅσον ἐμεῖς τοῦ δίνουμε τὸ δικαίωμα, ὅλης τῆς ἠθικῆς ἀναστάτωσης στὴν ζωή μας. Σκέψεις παράλογες, ἐπιθυμίες ἄτοπες, πάθη ψυχοκτόνα. Γι’ αὐτὸ καὶ παρακαλοῦμε θερμὰ τὸν Κύριό μας νὰ μᾶς φυλάττει «ἀπὸ πάσης ἀντικειμένης ἐνεργείας διαβολικῆς καὶ διαλογισμῶν ματαίων καὶ ἐνθυμήσεων πονηρῶν».
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γράφει: «Ὁλόκληρη ἡ δημιουργία μιλεῖ μὲ μυστικὴ γλῶσσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν σοφία καὶ ἀγαθότητα τοῦ θείου Δημιουργοῦ της. Ἐντρύφημά του εἶναι ἡ μελέτη τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ. Μελέτημα τῆς καρδίας του εἶναι ὅσα φανερώνουν οἱ θεῖες εἰκόνες, οἱ εἰκόνες τοῦ ἀγαθοῦ πάνω στὴν γῆ, δηλαδὴ τὸ καλό, τὸ ἀγαθό, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ δικαιοσύνη. Εὐτυχία του ἀληθινὴ καὶ σίγουρη, εἶναι ἡ παντοτινὴ καὶ ἀδιάκοπη ἐπικοινωνία μὲ τὸν θεῖο Δημιουργό. Τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ εἶναι σὰν μέλι γλυκὸ στὸ στόμα του. Ἡ καρδιά του καίγεται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ πλημμυρίζει τὴν πληγωμένη ἀπὸ τὸν θεῖο πόθο καρδιά του. Ὁ δὲ ὕμνος καὶ ἡ δοξολογία, ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ εὐλογία ἀπευθύνονται μὲ θέρμη καὶ ἀκατάπαυστα ἀπὸ τὸ στόμα του πρὸς τὸν Θεό. Ἀπὸ τὰ χείλη του ἐξέρχεται σοφία, ἡ δὲ καρδιά του εἶναι γεμάτη σύνεση καὶ γνώση. Ἡ ζωή του εἶναι δημιουργικὴ καὶ γεμάτη ἁρμονία».
Ἡ ταπεινὴ καὶ ἁγιασμένη σκέψη τοῦ Ἁγίου Ἀνθίμου σὲ κήρυγμά του τὸ 1935 μᾶς διδάσκει: «Ἐγὼ ὁ μὴ τηρῶν τὸν νόμον γέγονα νομοθέτης‧ καὶ μὴ φυλάττων ἐντολὴν γέγονα διδάσκαλος. Ἀλλὰ τέλος πάντων. Ἐὰν ὁμιλῶ διὰ τὸν Θεὸν καλὸν εἶναι; Ἀμέ, δὲν εἶναι καλόν; Ἐὰν ἰδῶ τὸν ἀδελφόν μου ὅτι κινδυνεύει καὶ τοῦ εἰπῶ λόγον καὶ τὸν ὠφελήσω, δὲν εἶναι καλόν; Διότι ‘‘ἀδελφὸς ὑπὸ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρά’’. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸν λόγον τῆς διδασκαλίας νὰ ὁμιλῆ, ἀφοῦ δύναται νὰ ὠφελήση καὶ ἄλλους». Ἀπευθυνόμενος δὲ ὁ Ἅγιος στὶς μοναχὲς λέγει: «Τώρα εἶσθε στὸ φῶς‧ μείνατε αὐτοῦ ποὺ εἶσθε. Διότι ἂν σβήσει τὸ φῶς, θὰ σᾶς καταλάβη τὸ σκότος καὶ θὰ χαθεῖτε. Διότι ‘‘ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει’’. Ἀπὸ αὐτὸ δὲ τὸ φῶς ποὺ κρατεῖτε, θὰ πάρουν κι ἄλλοι νὰ ἀνάψουν».
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος συμπληρώνει: «Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔχει τὴν ἴδια ἐνέργεια καὶ ἀλλοιώνει τὶς ψυχές. Ὅταν μὲ ρωτοῦν ἱερεῖς πῶς θὰ βοηθήσουν τοὺς ἐνορίτες τους, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλους ποὺ ἔχουν μιὰ ποιμαντικὴ εὐθύνη, ἕνα πρᾶγμα τονίζω: νὰ κοιτάξουν νὰ κάνουν δουλειὰ στὸν ἑαυτό τους, νὰ κάνουν τὰ πνευματικά τους καθήκοντα, γιὰ νὰ ἔχουν πάντοτε ἀπόθεμα πνευματικό. Ἡ πνευματικὴ ἐργασία στὸν ἑαυτό μας εἶναι ἀθόρυβη ἐργασία στὸν πλησίον, γιατὶ μιλάει τὸ παράδειγμα, καὶ τότε μιμοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸ καλὸ ποὺ βλέπουν καὶ διορθώνονται. Αὐτὴ ἡ μυστικὴ ἐργασία ποὺ θὰ κάνουμε στὸν ἑαυτό μας ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ κηρύττει μυστικὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὁ χαριτωμένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μεταδίδει θεία χάρη καὶ ἀλλοιώνει τοὺς σαρκικοὺς ἀνθρώπους. Τοὺς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν σκλαβιὰ τῶν παθῶν καὶ τοὺς πλησιάζει μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο στὸν Θεὸ καὶ σώζονται».
Εὐλογημένοι Χριστιανοί!
Στὴν παραβολὴ τοῦ σπορέως ἔχουμε ὑπέροχο δίδαγμα. Ἂς ἐμπνευσθοῦμε ἀπὸ τὴν ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη τοῦ θείου Διδασκάλου μας. Παρὰ τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἁρπακτικῶν πουλιῶν, μᾶς λέγει ὁ Σωτήρας μας, παρὰ τὰ προβλήματα ποὺ δημιουργοῦν οἱ πέτρες καὶ τὰ ἀγκάθια, ἕνα μέρος ἀπὸ αὐτὰ ποὺ σπέρνει μὲ ἐλπίδα καὶ πίστη ὁ γεωργός, θὰ πέσει σὲ γόνιμο ἔδαφος καὶ θὰ ἀποδώσει ἑκατονταπλασίονα τὸν καρπό του.
Θάρρος, λοιπόν, ἀδελφοί μου, ὅσοι σπέρνουμε τὸν θεῖο σπόρο‧ θάρρος οἱ πνευματικοὶ πατέρες, οἱ διδάσκαλοι, οἱ γονεῖς! Ἂς φυσᾶ ὅσο θέλει ὁ ἀντίθετος ἄνεμος. Ἂς ξεσπᾶ μανιώδης ἡ θύελλα τοῦ κακοῦ, τῆς ἀδικίας καὶ τῆς παρανομίας. Δὲν θὰ μᾶς ἐμποδίσουν καθόλου νὰ χαροῦμε στὸν καιρό τους τὰ ξανθὰ στάχυα τῶν κόπων καὶ τῶν μόχθων μας. Καὶ ὅταν στὸ ταπεινὸ καὶ εὐγενικό μας ἔργο δοκιμάζουμε πίκρες καὶ θλίψεις, ὅταν χύνουμε φανερὰ ἢ κρυφὰ δάκρυα, καὶ πάλι νὰ μὴ χάνουμε τὸ θάρρος μας. Ὤ πόσο γλυκὰ καὶ παρήγορα εἶναι τὰ λόγια τῆς Γραφῆς: «Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσιν, ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦσι. Πορευόμενοι ἐπορεύοντο καὶ ἔκλαιον βάλλοντες τὰ σπέρματα αὐτῶν, ἐρχόμενοι δὲ ἥξουσιν ἐν ἀγαλλιάσει αἴροντες τὰ δράγματα αὐτῶν». ΑΜΗΝ!
Πηγή: ΙΜΧ