Ανάλογα με το μέγεθος και το μέτρο. Πώς να μετρήσεις το μπόι, τη λεβεντιά, την πανανθρώπινη προσφορά, το καλλιτεχνικό έργο που εξημερώνει την ανθρωπότητα, συγκινεί και συνεγείρει λαούς, έγινε εθνικός ύμνος χωρών, αγκαλιάστηκε, εμπνεύστηκε κι ενέπνευσε αγώνες. Ανάταξε την ανθρωπότητα!
Ακατόρθωτο! Αλλά γιατί να το κάνεις; Από ανάλογες προσωπικότητες-φαινόμενα απλώς αφουγκράζεσαι. Εισπράττεις. Ακούς, μελετάς, χαίρεσαι, πλουτίζεις, εμπνέεσαι, καμώνεσαι πως παίρνεις ή παίρνεις στ’ αλήθεια, λίγο από το περιρρέον ανάστημά τους.
Προσοχή μη και δεν κατακτήσουμε ποτέ την ικανότητα να ψηλαφούμε το έργο τους. Ή την απολέσουμε. Και, προ πάντων, μην αποπειραθούμε να στριμώξουμε το δημιούργημά τους στην τρύπα της μίζερης παράδοσης που, ενδεχομένως, δυστυχήσαμε να βρεθούμε. Τότε όχι μόνο θα το πετσοκόψουμε, θα το παραχαράξουμε, αλλά θ’ αποκαλυφθεί η τραγική γύμνια μας, η κοινωνική μας έκπτωση. Κι ίσως, αυτό που μας εξυψώνει να το μισήσουμε, κόντρα στην κοινωνική μας ανυπαρξία. Τέτοια έργα δεν είναι για τρύπες.
Να μάθουμε να ακούμε θεσπέσιες μουσικές. Να αφεθούμε στα μαθήματα στο συρτάκι του Άντονι Κουίν στον Άλαν Μπέιτς. Να δοκιμάσουμε να σύρουμε τα πόδια μας. Να ορθώσουμε το ανάστημά μας στους «δρόμους με τις αφίσες», να ονειρευτούμε την «όμορφη πόλη» που μόνο τότε μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα την αξιωθούμε. Να αναρριχόμαστε στη ζωή με τις αράδες και τους στίχους συγκλονιστικών γραφών. Να μάθουμε να κοιτάζουμε εικόνες που μεγαλουργούν και γλυπτά που καθηλώνουν.
Να αποθέσουμε στα θεσπέσια χέρια των ανθρώπων που πλούτισαν τον κόσμο, τους καημούς, τους στεναγμούς, τα όνειρά μας. Εμπνεύστηκαν από την ανθρωπότητα και σ’ αυτήν επιστρέφουν το μνημειώδες έργο τους. Είναι «εμείς» στις καλύτερες στιγμές μας κι είμαστε «αυτοί», καθώς βαδίζουμε με το έργο τους.
Κι ας αναλογιστούμε: Τέτοιοι δημιουργοί, με τον τρόπο τους ο καθένας, «πολέμησαν στον Δεκέμβρη» τους. Εμείς;
Στέλιος Κανάκης.
Συγγραφέας-καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης.