Του Κ. Α. Ναυπλιώτη
Γι αυτό ακριβώς χρειάζεται ο άνθρωπος να εμφορείται από αξίες(*), σοβαρότητα αλλά και αυτοπεποίθηση και όχι οι πράξεις του να καθορίζονται από κάποιο ομιχλώδες αίσθημα καθήκοντος προς τις όποιες ηγεσίες(1) ή νεφελώδεις εξουσίες. Και ως προς την ερμηνεία τού “καθήκοντος” υπάρχει θαρρώ εννοιολογικό πρόβλημα. Δηλαδή, ποιός το ορίζει και ποιός έχει την αρμοδιότητα να εξετάσει τα προβλήματα που θα προκύψουν από τα αδικήματα και την μη εκτέλεσή τού “καθήκοντος”. Πάντως εκτιμώ, πως είναι αυτοί δηλ. οι ιθύνοντες(2) πολιτικοί, που όχι μόνο αδικούν αλλά και παραβαίνουν κατάφωρα την θεωρία και τα προγράμματά τους που εσκεμμένα είναι πιό ασαφή, γενικόλογα, αμφίβολα και από τους μύθους του παρελθόντος. Κινούμενοι λοιπόν από ίδιον όφελος αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση των προσωπικών τους συμφερόντων, πιστεύοντας(;) πως έτσι εφαρμόζουν υπεύθυνα και δίκαια όσα εξαγγέλλουν. Εν τούτοις εξαπατούν τους υπηκόους των ως υπάκουους και υποκείμενους στην εξουσία τού κράτους πειθήνιους και εύκολα χειραγωγούμενους πολίτες. Σε αντίθεση όμως προστατεύουν τα συμφέροντά τους και του συστήματος που τα εξυπηρετεί.
Αντιλαμβάνεται κανείς πως η πολιτική απαξιώνεται ακόμα και ως “τέχνη του εφικτού” καθώς η αναγνώριση τού ρήγματος ανάμεσα στον κόσμο τών πολιτικών αξιών, “νομιμοποιείται” μέσω του Μακιαβελισμού, των απόψεων εκείνων που ιδεολογικοποιούν την ανηθικότητα της πολιτικής.
Δεν θα ξεχάσω την – θαρρώ πάντα επίκαιρη- άποψη τού Δασκάλου Σαράντου Καργάκου πως “ζούμε την εποχή της εκπουτάνευσης(3) του έθνους μας…! (όπου) Σπεκουλαδόροι(4) και κίναιδοι* διευθύνουν τη χώρα”. Πρόκειται για τους πολιτικούς που ενώ διαπράττουν τα πιό φοβερά έργα, “δρῶντες τά αἴσχιστα λόγους ἀρίστους ποιοῦσι” δηλ. χρησιμοποιούν ωραίους λόγους για τη συγκάλυψή τους. Έτσι απέχουν από τη θέση τού αρχαίου σοφού (Βίας ο Πριηνεύς 625-540 π.Χ) που έλεγε “Δεῖ τόν ἀγαθόν ἄνδρα, παυόμενον τῆς ἀρχῆς, μή πλουσιώτερον ἀλλ’ ἐνδοξότερον γεγονέναι” (αυτονόητο). Ωστόσο δεν θα ήταν πλεονασμός να υπενθυμίσουμε πως, ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει σήμερα με την κυριαρχία τών αγορών και της συνεχούς “οικονομικής ανάπτυξης” και παραγωγής πλούτου, η οποία εκτιμώ πως δεν θα πρέπει να είναι το ζητούμενο, αλλά οι προσπάθειες των κοινωνιών και των φιλολαϊκών ηγεσιών στην ανακατανομή του παραγόμενου πλούτου· αφού είναι γνωστό πως το 1% του πληθυσμού της Γης λυμαίνεται το 50% του παγκόσμιου πλούτου.
Όσο και αν ο Καπιταλισμός μπορεί να βελτίωσε τις συνθήκες ζωής ή την καθημερινότητά μας, παρόλα αυτά δημιούργησε πλήθος περιττών αναγκών αλλά και άπιαστων για τους πολλούς προτύπων και παράλληλα στέρησε πολλούς από τις απλές χαρές της ζωής, κάνοντάς μας ζηλιάρηδες και πολλές φορές φθονερούς έναντι της “οικονομικής υπεροχής” του άλλου. Γνωστού όντως πως η οικονομική υπεροχή, σχεδόν πάντα, δεν επιτυγχάνεται “με τον σταυρό στο χέρι” κατά τον θυμόσοφο λαό μας. Τελειώνοντας να υπενθυμίσω και τη λαϊκή ρήση που μας λέει: “αν δε φας θεριό, θεριό δε γίνεσαι”!. Εκτιμώ βέβαια πως κανείς δεν θέλει να γίνει “θηρίο”- τετράποδο της φυσικής ζούγκλας, αλλά να μάθει να ξεχωρίζει το πως να μη γίνει…όπως και το γιατί πρέπει να αντιδρά στην αποθηρίωση μιας εκμεταλλευτικής κοινωνίας.
Τί να κάνουμε λοιπόν; Να αμφιβάλουμε(!) στα μεγάλα λόγια και στους υψηλούς στόχους, γνωρίζοντας πως η αμφιβολία είναι η οδός για τη βεβαιότητα. Να μην είμαστε εύπιστοι πρβλ. το του Επιχάρμου “Νάφε καί μέμνασο ἀπιστεῖν”. Αντίθετα, “η ευπιστία θεωρείται ο συντομότερος δρόμος που οδηγεί στην πλάνη.”** Ωστόσο είναι ανάγκη να απελευθερωθούμε και από τους μύθους του παρελθόντος. Αυτό όμως που έχει σημασία, είναι ανάγκη να προσδιορίσουμε και να ερμηνεύσουμε τους μύθους αυτούς με δικές μας νοηματοδοτήσεις, όσο και να μας σαγηνεύουν οι παλιοί μύθοι.
Καταλήγοντας να πούμε πως χρειάζεται κριτική σκέψη και επίπονη προσπάθεια η οποία θα στηρίζεται, εκτός από την αποκτηθείσα εμπειρία και στην μελέτη, κατανόηση και ανάλυση των λόγων των σοφών προγόνων μας των οποίων η σκέψη παραμένει διαχρονική και αιώνια.
Επεξηγηματικές προσθήκες
(*) Δυστυχώς στις μέρες μας ως αξία θεωρείται μόνο η τιμή ενός αγαθού δηλ. οικονομική αξία. Ενώ στην ουσία η λέξη έχει πολλές εννοιολογικές αποχρώσεις – ερμηνείες όπως η αξία ως αρετή κάποιου, εκτίμηση στο κύρος ενός προσώπου, πνευματικές αξίες όπως παιδεία, επιστήμη, πολιτικές όπως Ελευθερία, δικαιοσύνη, ηθικές όπως η αγάπη κλπ.
Συνώνυμα: τίμημα, αποτίμηση, σπουδαιότητα. Αντιθ. απαξία (η) [από + άξιος] = έλλειψη αξίας (κυρίως ηθικής) ευτέλεια δηλ. μικροπρέπεια, ευτελής [εὖ + τέλος] ο μικροπρεπής/ ταπεινός. Το Ετυμ. Μέγα γράφει σχετικά: Ἄξιος, από του άγω, άξω, άξιος· από μεταφοράς των σταθμών των ίσην ροπήν εχόντων.
(1) …έστω και πλειοψηφούσες. Επ’ αυτού ο μεγάλος Αμερικανός συγγραφέας του 19ου αι. Λάνγκχορν Κλέμενς (1835 – 1910) με το ψευδώνυμο Mark Twain έλεγε ότι, είναι πιό εύκολο να εξαπατήσεις τους ανθρώπους, παρά να τους πείσεις ότι έχουν εξαπατηθεί. Και ότι: η “πλάνη των πολλών δεν πρέπει να θεσμοθετεί δίκαιο”. Ανάμεσα στα βιβλία του είναι: οι Περιπέτειες του Τομ Σώγιερ και ο Πρίγκιπας & ο φτωχός βλ. Βικιπαίδεια.
(2) ιθύνοντες (οι) = κυβερνώντες = υπεύθυνοι, οι κρατούντες (ρ. ἰθύνω) ιθυντήριος = κατευθυντήριος, οδηγός στην ευθεία. ιθύνουσα (η) (ενν. τάξη) = η κυρίαρχη τάξη. ρ. ἰθύνω = κατευθύνω, κυβερνώ πρβλ. ιθύνων νούς. Κατά τον Ησυχ. ἰθύς = ευθύς, ορθός, ορμητικός, αλλά και το ρ. ἰθύω = επιβάλλομαι, ορμώ. Στο λεξικό Σουίδα βρίσκουμε τη λέξη εὐθύνοντας = ορμώντας· όπου το ρήμα είναι εὐθύνω, και αποτελείται από το μόριο εὐ και το ρ. θύνω και σημαίνει υποχρεούμαι, έχω την ευθύνη. Όσο για το καθῆκον -οντος είναι μτχ. του ρ. καθήκω = αρμόζω, έχω ηθική υποχρέωση. Επ’ αυτού το λξκ. Ησυχίου γράφει: καθήκοντα· προσήκοντα, ακόλουθα, αρμόζοντα. Καθηκόντως· δεόντως, πρεπόντως, προσηκόντως.
(3) πουτάνα (η) λ. Ιταλ. puttana, putta = κορίτσι, πόρνη, γυναίκα ανήθικη. Ελλην. πόρνη
εκπόρνευση (η) = η άσκηση της πορνείας ως επαγγέλματος μτφ. εκμαυλισμός, διαφθορά ἐκπορνεύω (ἐκ + πορνεύω) = διαφθείρω.
(4) σπεκουλαδόρος (ο) Ιταλ. δάνειο spekulare που σημαίνει εκμεταλλευτής, κερδοσκόπος
λ. σπέκουλα, σπεκουλάρω
* κίναιδος (ο) είναι ο κινών την αἰδώ, ο ομοφυλόφιλος. αἰδώς – οῦς = ντροπή, συστολή, ηθικός φραγμός. αἰδέομαι – οῦμαι = ντρέπομαι, σέβομαι, φοβούμαι λ. αναιδής & αναίδεια = αδιαντροπιά, θρασύτητα, αυθάδεια.
** βλ. Ιάσων Ευαγγέλου “αμφιβολίας εγκώμιον”