Η Do value και οι αμφιβολίες γύρω από τη νομιμότητά της στην Ελλάδα**

του Νίκου Νικολόπουλου – προέδρου Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος Ελλάδος, πρώην υπουργού και βουλευτή

Αν και μας υποσχέθηκαν πως οι εταιρείες διαχείρισης αποτελούν την συνέχεια των πιστωτικών ιδρυμάτων με καλύτερα προγράμματα διαχείρισης και μεγαλύτερη ευελιξία στην διαμόρφωση προτάσεων.

Ωστόσο δεν παρατηρείται κάποια αλλαγή μεθοδολογίας διεκδίκησης των απαιτήσεων ή κάποια αλλαγή στις προτεινόμενες ρυθμίσεις.

Τα Funds έχουν την επιθυμία να ρευστοποιήσουν όσο πιο γρήγορα μπορούν τις εμπράγματες εξασφαλίσεις τους (ενέχυρα, προσημειώσεις κοκ) ούτως ώστε να μειώσουν τον χρόνο αποεπένδυσης.
Αυτό τα καθιστά πολύ περισσότερο επιθετικά από τα πιστωτικά ιδρύματα, που λόγω και της πληθώρας φακέλων που είχαν να χειριστούν δεν προχωρούσαν με γρήγορους ρυθμούς. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι πλέον ο όγκος των καθυστερούμενων δανείων διαχειρίζεται όχι μόνο από τα 5 βασικά πιστωτικά ιδρύματα αλλά και από τις 22 Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων (σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.

Πολλοί είναι οι δανειολήπτες που αναλώνονται σε επιχειρήματα περί παράνομης μεταβίβασης κ.ο.κ. ενώ η ουσία βρίσκεται αλλού: στον έλεγχο του ύψους της οφειλής και στην υποχρέωση τήρησης του Κώδικα Δεοντολογίας και των αρχών της καλόπιστης διαπραγμάτευσης.

Αρκετές φορές στην επιθυμία τους αυτή να προβούν σε άμεσες ρευστοποιήσεις, τα Funds αμελούν την ύπαρξη του Κώδικα Δεοντολογίας και αποστέλλουν «τελεσίγραφα» προτάσεων με ριζικές λύσεις οριστικής διευθέτησης (παροχή πληρεξουσίου για άμεση πώληση ακινήτου εντός 3 μηνών κ.ο.κ.).
Ο Κώδικας διαγράφει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο συμπεριφοράς των πιστωτικών ιδρυμάτων και των Funds σε περιπτώσεις καθυστερημένης ή καθόλου εξυπηρέτησης των απαιτήσεών τους, εξειδικεύοντας τις γενικότερες αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών.

Ο ίδιος ο νόμος που προβλέπει την σύσταση της Εταιρειών Διαχείρισης, ορίζει ότι αυτές υποχρεούνται να συμμορφώνονται και με τον Κώδικα Δεοντολογίας. Αυτή είναι μια πληροφορία που αρκετοί δανειολήπτες δεν γνωρίζουν.

Στις πρόσφατες εξελίξεις του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ελλάδα, μια από τις εταιρείες που έχει τραβήξει την προσοχή είναι η Do value.

Πρόκειται για έναν χρηματοπιστωτικό οργανισμό, που παρά το γεγονός ότι έχει καταφέρει να πραγματοποιήσει τζίρους δισεκατομμυρίων ευρώ, η οποία λειτουργούσε  ενώ δεν είχε  λάβει άδεια λειτουργίας από τις αρμόδιες αρχές της χώρας.
Αξίζει να μνημονεύσουμε τι ακριβώς αναφέρεται σε απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος, που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Στην απόφαση της ΤτΕ επισημαίνεται ότι «επιτρέπεται η συνέχιση λειτουργίας της εταιρείας με την επωνυμία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» έως τις 31.12.2024, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 40 του ν. 5072/2023, καθώς από τα υποβληθέντα στοιχεία δεν διαπιστώνεται πλήρης συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του Μέρους Β’ του ν. 5072/2023.
Η αιτούσα αναμένεται να προσκομίσει πρόσθετα στοιχεία μέχρι τις 31.10.2024 προκειμένου να καταστεί δυνατή η ολοκλήρωση της αξιολόγησης για τη χορήγηση νέας άδειας λειτουργίας ως διαχειριστή πιστώσεων.

Δεν είναι δυνατόν η Do value  να δραστηριοποιείται ως fund και να προσφέρει υπηρεσίες διαχείρισης απαιτήσεων (servicing)… η doValue, πρώην doBank S.p.A., που κατέχει ηγετική θέση στη Νότια Ευρώπη στους τομείς της διαχείρισης πιστώσεων και της παροχής υπηρεσιών real estate για τράπεζες και επενδυτές…

με παρουσία στην Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ελλάδα και την Κύπρο …

Η doValue που έχει περισσότερα από 21 χρόνια εμπειρίας στον κλάδο και διαχειρίζεται κεφάλαια σχεδόν €160 δισ. (Gross Book Value) με περισσότερους από 3.200 εργαζομένους…

Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες και τα επίσημα στοιχεία, στις 10 Ιουλίου 3024 τότε ολοκληρώθηκε η διαδικασία επαναδειοδότησης της doValue Greece από την Τράπεζα της Ελλάδος για να λειτουργεί νόμιμα στη χώρα.

Η άδεια αυτή είναι απαραίτητη για την παροχή υπηρεσιών διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων, και οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα υποχρεούνται να τη διαθέτουν.

Είναι δυνατόν ωστόσο να λειτουργούσε , μια από τις σπάνιες περιπτώσεις χωρίς να έχει αδειοδοτηθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος και να μην έχει υπάρξει δυναμική αντίδραση και κάποια τιμωρία η και επιβολή προστίμων η να μην υπάρχουν ρήτρες ;

Εάν αληθεύει  αυτό – πράγμα που δεν μπορούμε να υιοθετήσουμε – τότε εγείρονται σοβαρά ερωτήματα για τη νομιμότητα των μέχρις τότε  πράξεων της και τις συνέπειες που μπορεί να έχουν για τους επενδυτές και τους πολίτες που εμπλέκονται στις συναλλαγές με αυτήν.

Ασφαλώς πρέπει να υπάρχουν επίσημες πληροφορίες που να εξηγούν και οι υπεύθυνοι να απολογηθούν πως λειτουργούσαν ενω δεν διέθεταν εξαρχής οι εταιρείες αυτές Α.Φ.Μ. στην Ελλάδα, κάτι που άλλωστε είναι βασική προϋπόθεση για την άσκηση οποιασδήποτε οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα.

Η απουσία άδειας λειτουργίας από την κεντρική τράπεζα και ΑΦΜ ενισχύει τις αμφιβολίες για την τήρηση των κανονισμών και της διαφάνειας που είναι απαραίτητες στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Η περίπτωση της Do value έρχεται σε μια χρονική περίοδο όπου οι ελληνικές αρχές προσπαθούν να ενισχύσουν τη διαφάνεια και τη νομιμότητα στον χρηματοπιστωτικό τομέα, μετά από μια μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης που έχει επηρεάσει αρνητικά την εμπιστοσύνη των πολιτών στο τραπεζικό σύστημα.

Οποιαδήποτε απόκλιση από τις νομικές απαιτήσεις και τις κανονιστικές διαδικασίες μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα, όχι μόνο για την εταιρεία, αλλά και για τους πελάτες και τους επενδυτές που εμπιστεύονται τις υπηρεσίες της.

Υπάρχουν  μέσα ενημέρωσης που έχουν δημοσιεύσει αναφορές και καταγγελίες  που επισημαίνουν αυτές τις ανησυχίες, προσπαθώντας να ευαισθητοποιήσουν το κοινό και να πιέσουν για διαφάνεια και τήρηση των νόμων.

Αλλοδαπές εταιρείες, χωρίς ελληνικό ΑΦΜ, με έδρα το Δουβλίνο, αγοράζουν τα δάνεια των Ελλήνων δανειοληπτών και τα δίνουν στις εισπρακτικές εταιρείες διαχείρισης, όπως οι DoValue Greece, Cepal και Intrum, για να πιέζουν τους οφειλέτες και να εισπράττουν για λογαριασμό τους!

Η παρανομία αυτή, αλλοδαπές εταιρείες να αγοράζουν δάνεια από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της Ελλάδας και να μην έχουν ελληνικό ΑΦΜ, όπως σαφώς ορίζει η ελληνική νομοθεσία, καταγγέλθηκε επώνυμα από τη δικηγορική εταιρεία Παλάζης – Μαγγόλα, με την από 24/11/2023 επιστολή προς την ΑΑΔΕ, η οποία τους απάντησε επισήμως ότι έχουν δίκιο!

Τέλος πρέπει να υπογραμμισθεί η απουσία Α.Φ.Μ. εγείρει ερωτήματα για το πώς κατάφεραν αυτές οι εταιρείες  να πραγματοποιήσουν τζίρους δισεκατομμυρίων ευρώ χωρίς να έχουν συμμορφωθεί πλήρως με τις νομικές απαιτήσεις της χώρας.

Συμπερασματικά, παραμένει ένα αμφιλεγόμενο κεφάλαιο στην ελληνική χρηματοπιστωτική αγορά.

Η λειτουργία χωρίς άδεια η χωρίς ΑΦΜ μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω έρευνες από τις αρμόδιες αρχές και πιθανόν να έχει σοβαρές νομικές συνέπειες.

Οι πολίτες ζητούν πλήρη διαφάνεια και νομιμότητα από τις οντότητες με τις οποίες συνεργάζονται.

 

Σχετικές δημοσιεύσεις