Ἀριθμός 28
ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
16 Ἰουλίου 2023
«μωρὰς δὲ ζητήσεις… εἰσί γάρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι» (Τίτ. 3, 9)
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· Ἀμήν.
ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα τῆς γλώσσας εἶναι καὶ ἡ ἀργολογία. «Πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοί δῷς», προσεύχεται ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος. Καὶ ὁ ἱ. Χρυσόστομος λέγει πὼς ἡ ἀργολογία ταυτίζεται μὲ τὴν μυθομανία, τὴν ψευδολογία, τὴν συκοφαντία καὶ τὴν ματαιολογία, δηλαδὴ μὲ τὰ λόγια ἐκεῖνα ποὺ γεννοῦν τὸν ἄτακτο γέλωτα ἢ τὶς αἰσχρὲς καὶ ἀναίσχυντες συζητήσεις. Ἀπὸ ποῦ προέρχεται ἡ ματαιολογία; Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός μας περιγράφει αὐτὸ τὸ πάθος: «… ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά» (Ματθ. 12, 35). Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς γράφει πιὸ συγκεκριμένα: «ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ» (6, 35). Πολλὲς φορὲς ἀκοῦμε ἀνθρώπους νὰ ἐκστομίζουν χίλια δυὸ πράγματα. Ἡ ἀκαθαρσία, ὅμως, ἡ φαυλότητα καὶ ἡ πονηρία εἶναι περισσότερο μέσα στὴν καρδιά τους παρὰ στὰ λόγια τους. Ἡ καρδιὰ γεννᾶ τὶς πονηρίες καὶ τὸ στόμα τὶς δημοσιεύει πρὸς τὰ ἔξω.
Τὶ παθαίνει ὁ ἄνθρωπος ποὺ λέγει ἄχρηστα λόγια; Στὰ μὲν πνευματικά, ὅπως εἶναι ἡ θεία λατρεία, ἡ προσευχή, δείχνει ραθυμία καὶ ἀκηδία. Ὅλα αὐτὰ τὸν κουράζουν καὶ τὰ θεωρεῖ περιττὰ καὶ ἀνώφελα. Ἀντίθετα, οἱ ἄκαιρες συζητήσεις, πολυλογίες, αἰσχροὶ διάλογοι, κουτσομπολιὰ καὶ ἄλλα, τοῦ φαίνονται εὐχάριστα καὶ τὰ ἐπιδιώκει. Ἐξάλλου, ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τὸ πάθος τῆς πολυλογίας δὲν μπορεῖ νὰ καλλιεργήσει τὶς ἀρετές. Τὸ πάθος αὐτὸ εἶναι φοβερὸ καὶ διαλύει τὶς ρίζες τῶν ἀρετῶν. Ἕνας ποὺ εἶναι εὐτράπελος δὲν σκέφτεται τὴν πνευματική του προκοπή. Ἡ νηστεία, ἡ ἀνάγνωση, ἡ περισυλλογὴ μποροῦν νὰ ἀναπτυχθοῦν μόνο μακρὰν τῆς πολυλογίας. «Ἡ ἀσυγκράτητη γλῶσσα», λέγει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ, «εἶναι δυνατὸς λιχνιστής», δηλαδὴ διασκορπιστής. Ὅλα τὰ καταστρέφει.
Ὅταν πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι στοὺς παλαιοὺς Πατέρες καὶ Γεροντάδες, ἔλεγαν: «ἀββᾶ, εἰπὲ λόγον ἵνα σωθῶ» . Πές μας λόγια γιὰ νὰ σωθοῦμε. Τὰ λόγια τῶν Ἁγίων ἦταν λόγια σωτηρίας. Ἀντίθετα, σήμερα οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἀργόλογοι, -καὶ δυστυχῶς οἱ περισσότεροι εἴμαστε-, ὅταν βρεθοῦμε μεταξύ μας, λέμε: «πές μου κανένα νέο, κάνα καινούργιο, κάνα κουτσομπολιό, τὶ μαθαίνεις, τὶ ἀκοῦς». Τὰ ἀποτελέσματα ἀπὸ τὶς ἀργολογίες αὐτὲς εἶναι πολλὰ καὶ κακά. Συκοφαντίες, μικρολογίες, εὐτραπελίες, αἰσχρὲς συζητήσεις ποὺ σπιλώνουν ἀνθρώπους καὶ τοὺς κάνουν νὰ στενοχωριοῦνται. Ἀλλὰ καὶ στὴν ζωή μας παθαίνουμε πολλὰ ἐξαιτίας τῶν ἀκαίρων λόγων μας. Ὅποιος δὲν συγκρατεῖ τὴν γλῶσσα του, λέγει πολλὰ καὶ ἔχει κακὲς συνέπειες στὴν ζωή του. Ὁ λαός μας λέει: «Ἡ γλῶσσα κόκκαλα δὲν ἔχει καὶ κόκκαλα τσακίζει». Καταστράφηκαν πολλοὶ ἀπὸ τὰ πολλὰ καὶ ἀνώφελα λόγια τους, τὶς ἀργολογίες, τὶς αἰσχρὲς καὶ μάταιες συζητήσεις.
Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀναφέρει: «ἀπὸ τὴν πολυλογία δὲν θὰ ἀποφύγεις τὴν ἁμαρτία» (Παρ. 10, 19). «Ὁ πλεονάζων λόγων βδελυχθήσεται» (Σοφ. Σειρ. 7). Καί «ὁ σιωπηλὸς ἄνθρωπος εἶναι θρόνος τῆς ἐπιγνώσεως» (Παρ. 12, 23), Ἔχοντας αὐτὰ ὑπ’ ὄψιν του, ὁ σοφὸς Δαβίδ παρακαλεῖ: «Θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόματί μου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη μου» (Ψαλμ. 140, 141) καὶ «ῥῦσαι τὴν ψυχήν μου ἀπὸ χειλέων ἀδίκων» (Ψαλμ. 120, 2). Ἂς θυμηθοῦμε τὴν σιωπὴ τοῦ Κυρίου: «ὁ δὲ Ἰησοῦς οὐδὲν ἀπεκρίνατο» (Μάρκ. 14, 61). Δὲν ἀπαντᾶ στοὺς δικαστές του. Θεωρεῖ ὅτι δὲν βγαίνει τίποτε μὲ τὰ λόγια, ἐπιβεβαιώνοντας τὸν προφήτη Ἡσαΐα (53, 7): «Δὲν ἄνοιξε τὸ στόμα του καθόλου καὶ ἔμεινε ἄφωνος μπροστὰ στοὺς διῶκτες του». Ἀκόμα καὶ ὁ βίος τῆς Θεοτόκου χαρακτηρίζεται ἀπὸ μιὰ ἀπέραντη σιωπή. Ἠθελημένα σιωποῦσε, ἀπὸ ταπείνωση. Ἄφηνε νὰ μιλᾶ ὁ Υἱός Της, μένοντας στὴν σκιά Του. Ἡ «ἠχηρὴ» σιωπὴ τῆς Θεοτόκου εἶναι ἕνα αὐστηρὸ κήρυγμα ἐλέγχου κάθε μορφῆς φλυαρίας.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρὸς τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου ὅτι «ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄ Κορ. 12, 4). Ἀδυνατοῦσε, λέει, νὰ ἐκφράσει τὴν ἐμπειρία του μὲ λόγια.
Ὁ ἱ. Χρυσόστομος διδάσκει: «Ἄνθρωπος εἶσαι, μὴ γίνεσαι θηρίο. Γι’ αὐτὸ σοῦ δόθηκε τὸ στόμα ἀπὸ τὸν Θεό, ὄχι γιὰ νὰ δαγκώνεις, ἀλλὰ γιὰ νὰ παρηγορεῖς μὲ τὰ λόγια σου. Ἕνας λόγος ποὺ θὰ εἰπωθεῖ μὲ ἀπροσεξία, ὁλόκληρες οἰκογένειες μπορεῖ νὰ κάνει ἄνω κάτω καὶ νὰ καταστρέψει καὶ νὰ βυθίσει στὸν ὄλεθρο ἀνθρώπινες ζωές. Ὁ γνήσιος Χριστιανὸς μελετᾶ συνεχῶς μέσα στὴν καρδιά του τὴν ἀλήθεια καὶ οὐδέποτε μολύνει τὴν γλῶσσα του μὲ τὸ ψέμα καὶ οὐδέποτε κάνει κακὸ στὸν πλησίον του, ὅπως διδάσκει ἡ Ἁγία Γραφή».
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γράφει: «Ἀργολογία εἶναι ὁ ἀργός, δηλαδὴ ὁ ἀνωφελὴς λόγος. Ὁ ἀργολόγος εἶναι ἄνθρωπος ἀπαίδευτος, ἀτελὴς στὴν μόρφωση, ἀσήμαντος στὸν χαρακτήρα, ἀσχολεῖται μὲ μικρὰ καὶ εὐτελῆ, τὰ λόγια του στεροῦνται σύνεσης. Μιλάει ἄτοπα καὶ πέφτει σὲ ἁμαρτήματα, διηγεῖται λόγια τοῦ ἀέρα καὶ δὲν σκέφτεται τὸν χρόνο τοῦ πλησίον του, ὅταν πιάνει τὴν κουβέντα. Εἶναι ἀπερίσκεπτος καὶ φλύαρος. Προτρέχει ἡ γλῶσσα ἀπὸ τὸ μυαλό του. Ὁ ἀργολόγος ἑτοιμάζει πολλὲς λύπες γιὰ τὸν ἑαυτό του». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Τὸ νὰ σιωπᾶ κανεὶς εἶναι πραγματικὰ ἀποτέλεσμα καὶ καρπὸς βασιλικῆς καὶ εὐγενικῆς παιδείας. Αὐτὸς ποὺ ἔμαθε νὰ σιωπᾶ, ἔμαθε καὶ νὰ μιλάει. Εἶναι ἀγαθὸ τὸ νὰ σιωπᾶς παρὰ νὰ μιλᾶς καὶ μακάριος αὐτὸς ποὺ ἔχει βρεῖ καὶ κρατήσει αὐτὸ τὸ κλειδί. Ὅταν ἡ γυναίκα σιωπᾶ φοράει τὸ καλύτερο στολίδι. Ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μίλησαν πάρα πολλοὶ τὸ μετάνιωσαν. Τὸ νὰ συγκρατεῖ κανεὶς τὴν γλῶσσα του εἶναι τιμητικὸ καὶ γιὰ τὸν γέρο καὶ γιὰ τὸν νέο. Εἶναι πολὺ καλὴ ἡ σιωπὴ ποὺ τηρεῖται ὅταν πρέπει. Τίποτα ἄλλο δὲν εἶναι παρὰ μητέρα σοφωτάτων λογισμῶν».
Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος διδάσκει: «Κακὸν θηρίον εἶναι ἡ γλῶσσα‧ καὶ σπαθὶ δίστομο. Καὶ ἂν δὲν τὴν συμμαζέψη ὁ ἄνθρωπος, φέρει μεγάλας καταστροφάς. Νὰ μὴν ἀφήνετε τὴν γλῶσσαν σας νὰ λέγη ὅ,τι θέλει. Νὰ ἀποφεύγετε τὴν κατάκρισιν, τὴν πολυλογίαν. Νὰ φυλάγετε σιωπήν. Ἡ σιωπὴ εἶναι ἡ παρηγορία σας‧ σιωπὴ εἶναι ἡ χαρά σας. Νὰ ἀσπάζεσθε τὴν σιωπὴν ποὺ εἶναι πρᾶγμα ἀκίνδυνον. Ἐκεῖνος ποὺ σιωπᾶ εἶναι πάντα εἰρηνικός. Ἡ σιωπὴ εἶναι ἕνα κέντρον, ὅπου μαζεύονται γύρω του ὅλαι αἱ ἀρεταί. Ὅποιος σιωπᾶ, φιλοσοφεῖ, ἔχει ἐγκάτοικον μέσα του τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Ἡ ἡσυχία καὶ ἡ σιωπὴ εἶναι ὑγεία εἰς τὸν ἄνθρωπον, διότι τὸ σιωπηλὸν στόμα ἔχει ἥσυχο τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ἥσυχο πνεῦμα κάμνει ὑγιὲς τὸ σῶμα». Καὶ συνεχίζει ὁ Ἅγιος: «Δὲν μποροῦν νὰ εἰσέλθουν τὰ πονηρά, οἱ κατηγορίες, τὰ φθονερὰ διὰ νὰ μολύνουν τὴν ψυχήν σου. Ὁ Σατανᾶς σὲ συμβουλεύει γιὰ τὸ κακό σου. Ἐσὺ δὲν καταλαβαίνεις ποιὸ εἶναι τὸ καλό σου. Ἡ σιωπὴ, ὅταν ἔχει μαζί της τὴν προσευχή, ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο στὰ οὐράνια. Ἀρετὴ ἄνευ τῆς σιωπῆς δὲν κατορθώνεται. Σιώπησε γιὰ νὰ ἀποφύγις καὶ τὶς ταραχὲς καὶ τὰ σκάνδαλα καὶ πάντα τὰ κακά. Σιώπησε γιὰ νὰ ἀποκαλύψη ὁ Θεὸς τὰ μυστήριά του».
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἐπισημαίνει: «Ἐξέταζε καλὰ ἐκεῖνα ποὺ ἔρχονται στὴν καρδιά σου γιὰ νὰ πεῖς, πρὶν περάσουν στὴν γλῶσσα σου καὶ θὰ βρεῖς πολλὰ ποὺ εἶναι καλύτερα νὰ μὴ βγοῦν ἀπὸ τὸ στόμα σου. Ἀκόμη γνώριζε ὅτι καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ σκέφτεσαι ὅτι εἶναι καλὰ νὰ πεῖς, εἶναι πολὺ καλύτερο νὰ τὰ θάψεις στὴν σιωπή. Ἡ πολυλογία εἶναι μητέρα τῆς ἀδιαφορίας, ὑπόθεση ἀγνωσίας καὶ μωρία, πόρτα τῆς κατάκρισης, ὑπηρέτης τῶν ψεμάτων. Ἡ σιωπὴ εἶναι πολὺ ἀγαπημένη ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ δὲν ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ ἐλπίζει στὸν Θεό. Ὁ σοφὸς εἶναι πάντα κυρίαρχος τῆς γλώσσας του».
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὑπογραμμίζει: «Ἀκόμη καὶ στὶς συζητήσεις πρέπει νὰ εἶναι κανεὶς προσεκτικός. Καὶ δὲν φθάνει ποὺ χάνει τὴν ὥρα του, ἀλλὰ χάνει καὶ τὴν ψυχή του μὲ τὴν κατάκριση. Οὔτε καὶ πεθαμένους δὲν πρέπει νὰ καταδικάζουμε, γιατὶ οἱ ψυχὲς ὅλων εἶναι εὐτυχῶς στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Τὴν τάση γιὰ φλυαρία ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος νὰ τὴν ἁγιάσει καλλιεργώντας τὴν εὐχή. Δὲν εἶναι καλύτερα νὰ μιλάει μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀγιάζεται, παρὰ νὰ φλυαρεῖ καὶ νὰ ἁμαρτάνει; Τότε ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται. Ἡ σιωπή, ἡ συστολὴ ποὺ ἔχει, στάζουν μέλι στὴν καρδιά του. Ὅταν δῶ ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο, θὰ τοῦ φιλησω καὶ τὰ πόδια. Ὅποιος μιλάει μὲ τὸν Χριστὸ ποτὲ δὲν μετανιώνει. Ὁ Θεὸς εἶναι στοργικὸς Πατέρας καὶ μᾶς ἀγαπάει. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ λαχταρᾶμε πότε θὰ ἔρθει ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς καὶ νὰ μὴ χορταίνουμε νὰ μιλᾶμε μαζί Του. Μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν σιωπὴ δίνουμε τόπο στὴν ὀργή. Γιατὶ λέμε ὅτι τὸ φίδι εἶναι φρόνιμο; Παρόλο ποὺ ἔχει ὅπλο δυνατό, τὸ δηλητήριο, καὶ μπορεῖ νὰ μᾶς κάνει κακό, λίγο θόρυβο ἂν ἀκούσει, ἀμέσως φεύγει. Δὲν πάει κόντρα, δίνει τόπο στὴν ὀργή».
Ὁ μακαριστὸς Γέροντας π. Μωυσῆς ὁ Ἁγιορείτης ἀνακεφαλαιώνει: «Ἡ σιωπὴ καλύπτει τὴν ἔρευνα, τὴν ἀγρυπνία, τὴν ἀνακάλυψη τοῦ σοφοῦ ἐπιστήμονα. Ἡ σιωπὴ καλύπτει τὸ μαρτύριο τοῦ πονεμένου, τοῦ ἀναγκεμένου, τοῦ δυστυχισμένου. Τὶς ὧρες τῆς σιωπῆς τελεσιουργοῦνται τὰ μεγάλα θαύματα, οἱ ἀδιαφήμιστες ἡρωικὲς πράξεις, οἱ μυστικὲς ἡρωικὲς ἐπαναστάσεις, ἡ γνωριμία μὲ τὸν ἄγνωστο ἑαυτό μας. Κουραστήκαμε ἀπὸ τὴν ἄσχετη πολυλογία. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ἀνάπαυση, τὴν χρυσῆ σιωπή, τὴν πολύτιμη ἀκοή, τὴν βιωματικότητα τῶν ἀπαραίτητων λόγων. Ἀξίζει νὰ καταλαγιάσουμε, νὰ ἡσυχάσουμε, νὰ ξαποστάσουμε, νὰ ἀκούσουμε μέσα στὴν ἡσυχία τὴν χαμηλὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐναγώνια φωνὴ τῆς συνειδήσεώς μας, τὴν διδακτικὴ φωνὴ τοῦ ἱεροῦ παρελθόντος, γιὰ νὰ μετανοήσουμε εἰλικρινά. Ἡ σιωπὴ φαίνεται νὰ ἔχει μιὰ ἄγνωστη ἰσχυρὴ δύναμη, εἶναι ἐλεύθερη, ἄνετη, ἀσυμβίβαστη, μακαρία ἡ σιωπή».
Χριστιανοί μου!
Ἂς φροντίσουμε νὰ ἀποβάλουμε τὸ πάθος τῆς ἀργολογίας καὶ τὰ γεννήματά της, γιατὶ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι γιὰ κάθε ἀργὸ λόγο οἱ ἄνθρωποι «ἀποδώσουσι περὶ αὐτοῦ λόγον ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως» (Ματθ. 12, 36). Θὰ δώσουν λόγο στὸν Θεό. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔδωσε τὸ ἐργαλεῖο τῆς γλώσσας ὡς εὐλογία γιὰ νὰ τὸ ἀξιοποιήσουμε γιὰ τὴν πνευματικὴ τελείωση καὶ προκοπή μας. Μόνο σ’ αὐτὴν τὴν ἁγιασμένη πορεία καταξιώνεται ὁ ἄνθρωπος καὶ στὴν ζωή του γεύεται ὅλες τὶς εὐλογίες. Αὐτὸ ἔπραξαν καὶ οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ὁποῖοι, μὲ τὸν λόγο τους, κατατρόπωσαν τὴν πλάνη τῶν αἱρέσεωνκαὶ ἀνέδειξαν τὴν ἀλήθεια τῆς Ἑκκλησίας ὡς τὴν ζωοδόχο ἐκείνη δύναμη ποὺ ἀνυψώνει τὸν ἄνθρωπο ὡς αἰώνια ὕπαρξη. Γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς τιμᾶμε σήμερα. Τιμᾶμε καὶ τὴν Ἁγία Μεγαλομάρτυρα Εὐφημία, ἡ ὁποία μὲ τὸ μέγιστο θαῦμα της ἐπικύρωσε περίτρανα τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου σχετικὰ μὲ τὴν Θεότητα τοῦ ἐνανθρωπίσαντος Κυρίου μας. Καλούμαστε νὰ ἀκολουθήσουμε κι ἐμεῖς στὴν ζωή μας τὸ δικό τους παράδειγμα. Εἶναι ἡ μόνη ὁδὸς ἀσφαλείας, ἀλλὰ καὶ σωτηρίας ποὺ μποροῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε.
Ὁ γλυκύπνοος παιάνας τοῦ φλογεροῦ ποιητῆ ψάλλει:
«Μονάδα τρισυπόστατη δοξάζω
καὶ τ’ ὄνομά της πάνω ἀπ’ ὅλα βάζω.
Δὲν εἶμ’ ἐγὼ τὸ λούλουδο τοῦ κάμπου
κι οὔτε σὰν τ’ ἄστρα ποὺ στὸν αἰθέρα λάμπουν.
Τοῦ Πλάστη ἐγώ ’μαι εἰκόνα καὶ τοῦ μοιάζω!
Ὡραῖος κάλλει Ἐσὺ καὶ διαλεχτός μου.
Ὠχρὲς μπροστά Σου οἱ ὀμορφιὲς τοῦ κόσμου». ΑΜΗΝ!