Ανοίξετε τον Κλήδονα… Γράφει η Αγγελική Συρρή-Στεφανίδου.

 

 

 

Στις είκοσι τρεις του μήνα, δηλαδή την άλλη μέρα που έκλειναν τα σχολεία και την παραμονή της εορτής του Άγιου Γιάννη του Φανιστή, «ανοίγαμε» τον Κλήδονα.

Ο Κλήδονας είναι, βέβαια, έθιμο παγανιστικό, που στην εποχή του Ομήρου χρησιμοποιούσαν την μαγεία του για να μαντέψουν τα μελλούμεναΑναβιώνει ακόμη μέχρι σήμερα σε πολλά μέρη της Ελλάδος κι απ’ ό,τι βλέπω, τα τελευταία χρόνια τούτα τα γραφικά έθιμα τα ‘χουν ξεθάψει οι πολιτιστικοί σύλλογοι, τα γιορτάζουν με όλους τους τύπους, φωνάζουν μάλιστα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα δείχνουν στις ειδήσεις.

Και πολύ καλά κάνουν.  Έτσι διατηρείται η παράδοση κι η πλούσια κληρονομιά των εθίμων και των συνηθειών της πατρίδας μας, γιατί όποιος δεν γνωρίζει το παρελθόν του παραπαίει χωρίς ρίζες στο παρόν κι έχει αβέβαιο κι επισφαλές μέλλον, όπως λένε. Κι είναι αλήθεια.

 

Αφ’ εσπέρας, λοιπόν, έβαζαν σ’ ένα χάλκινο δοχείο, σ’ ένα μαστραπά ή σ’ ένα κουβά νερό, που το ανέσερναν με τη σίκλα (κουβά) από τη φουντάνα ή το πηγάδι  χωρίς να μιλούν, γι’ αυτό το λέγανε «τ’ αμίλητο νερό».  Έριχναν, κατόπιν, μέσα διάφορα μικροαντικείμενα, που το καθένα χαρακτήριζε τον κάτοχό του, δηλαδή κουμπιά, δαχτυλίδια, αγκράφες, δαχτυλήθρες και άλλα τέτοια κι ύστερα σκέπαζαν το δοχείο μ’ ένα πανί που το ‘δεναν μ’ ένα σπάγκο γύρω-γύρω.  Το άλλο βράδυ μαζεύονταν σ’ ένα από τα σπίτια της γειτονιάς κι άνοιγαν τον Κλήδωνα.  Έβγαζαν το κάλυμμα κι έβαζε ο καθένας με τη σειρά το χέρι του μέσα στο νερό και τραβούσε ένα αντικείμενο.  Σε όποιον ανήκε του ‘λεγε ένα στιχάκι, συνήθως σκωπτικό κι όλοι γελούσαν και χειροκροτούσαν αν τύχαινε να ‘ναι κι επιτυχημένο.

 

«Είσαι χοντρή και άσκημη / έχεις και καμπουρίτσα / ψεύτρα και κουτοπόνηρη / είσαι και μια μουσίτσα.

Ποια να σε πάρει εσένανε / που δεν έχεις μια χάρη / πρέπει τη νύχτα να σε δει / βράδυ χωρίς φεγγάρι.

Μέσα εις το κλουβάκι σου / να βάλω το πουλί μου / και να τ’ αφήκω εδεκεί / σε όλη τη ζωή μου.

Ήπιασα το γατάκι σου / κι είπα να το χαδέψω / και μου ‘πες ‘φύε απ’ εδώ / κι εγώ δεν θα τ’ αντέξω.»

 

Κανείς δεν παρεξηγούσε τα λόγια τούτα, γιατί τις περισσότερες φορές δεν είχαν ούτε μια αλήθεια μέσα τους, αλλά και κανένα μικρό υπονοούμενο να ‘κρυβαν, όλοι το δέχονταν και γελούσαν με την καρδιά τους και προσπαθούσαν ν’ ανταποδώσουν τα χειρότερα.

Στη γειτονιά μας μαζεύονταν συνήθως στην αυλή της κυρίας Άννας και του κυρίου Σίμου, που είχαν τρεις γιους, τον Λευτέρη, τον Νικολή και τον Χαρούλη, παιδιά που παίζαμε μαζί από μωρά κι αργότερα μου δάνειζαν τα βιβλιαράκια του Ταρζάν και του Ποκοπίκο κρυφά, γιατί η μαμά μου δεν μου επέτρεπε να διαβάζω «τέτοιες αηδίες», όπως τα χαρακτήριζε.

Δυστυχώς, ο Χαρούλης έφυγε στα δεκατρία του κι ο Νικολής… άφησε πίσω και δύο μικρά ορφανά σαν κίνησε κι αυτός, απάνω στα καλά του χρόνια, να πάει να συναντήσει τον μικρό του αδερφό.

Άλλοτε μαζεύονταν στο σπίτι της κυρά Κατερίνας, που είχε παντρέψει την μοναχοκόρη της, την πάντα καλοσυνάτη και γλυκόγλωσση Δήμητρα, μ’ ένα άξιο παλικάρι, τον Γιώργη, που «έπιαναν τα χέρια του» κι ό,τι άρχιζε το κατάφερνε τέλειο.  Τα παιδιά τους, η σουσουράδα η Καιτούλα, η οποία μάλιστα ήθελε να γίνει «κακάλα», δηλαδή δασκάλα κι έγινε τελικά μικρομάνα τριών παλικαριών κι ο Νικολής, που έγινε σαν τον πατέρα του σωστός νοικοκύρης, είναι μικρότερα από μένα, συνομήλικα του αδελφού μου.

Ερχόταν κι η κυρά Δέσποινα, η άξια και πολύτεκνη μάνα, η οποία δούλευε με σαράντα χέρια για να βοηθήσει τον άντρα της τον Γιάκωβο να μεγαλώσουν πέντε παιδιά.  Είχαν τον Μιχάλη, τον Πέτρο, τον Στέλιο, τη Βιβή και τον Λάμπρο.  Εγώ ήμουν συνομήλικη με τον Στέλιο, ήμασταν μάλιστα και συμμαθητές κι η αδελφή μου με την μοναχοκόρη την Βιβή την τετραπέρατη, που έφυγε κι αυτή νωρίς-νωρίς όπως κι ο καημένος ο Μιχάλης.

Μαζεμένοι, λοιπόν, γύρω από τον Κλήδονα περνούσανε τότε τη βραδιά, διασκεδάζοντας εκ των ενόντων με πειράγματα και αστεία και τα γέλια τους μας κρατούσαν ξυπνούς να μας τρώει η περιέργεια, αφού στο σπίτι μας ποτέ δεν κάναμε τέτοιες συγκεντρώσεις κι ήταν απαγορευμένο να πάμε κι εμείς σε άλλο σπίτι, γιατί η μαμά δεν είχε πολλά πάρε-δώσε με βίζιτες καθημερινές, βεγγέρες και τα τοιαύτα.  «Βαστούσε τους τύπους», που λένε κι ήθελε ν’ ανοίγει το σπίτι μόνο σε γιορτές και μόνο κατόπιν προσκλήσεως ή προειδοποιημένα.  Εμείς την παρακαλούσαμε να μας επιτρέψει να πάμε κι όσο μας απαγόρευε τόσο η περιέργειά μας θέριευε, αλλά εις μάτην…

Ένας σοβαρός λόγος, βέβαια, της σθεναρής της αντίρρησης ήταν ότι τα περισσότερα στιχάκια που ελέγοντο εκεί είχαν πολλά υπονοούμενα σόκιν και πάμπολλες σκαμπρόζικες λέξεις, οι οποίες για μας τότε ήταν αυστηρώς ακατάλληλες και απαγορευμένες.  Κι  αφού η απόφασή της ήταν διαταγή, αντιρρήσεις δεν χωρούσαν Έπρεπε, λοιπόν, πρώτα να παντρευτώ κι ύστερα να πάω – επιτέλους – στον Κλήδωνα για να μου φύγει η περιέργεια!  Κι είδα, εκ των υστέρων, πως τίποτα δεν θα αμαύρωνε τα χρηστά μου ήθη αν είχα παρευρεθεί ενωρίτερα σε τέτοια «αμφιβόλου αρετής», κατά τη μαμά, συγκέντρωση.  Μα… εκείνη ήταν της παλιάς σχολής και πίστευε, ας πούμε, πως τα έργα του Αριστοφάνη έπρεπε να καούν στην πυρά μαζί με τις μάγισσες!

Ήταν, επίσης, υπερπροστατευτική με τα παιδιά της κι έλεγε συνήθως για να υποστηρίξει τις απίθανες ανασφάλειες και τις αγωνίες της:

–  «Μα… για πείτε μου, λοιπόν, δίνει μια μάνα στο μωρό της ρέγγα;»

«Ρέγγες», λοιπόν, για τα ευαίσθητα στομαχάκια των μωρών της τα στιχάκια του κλήδονα, «ρέγγες» τα τραγουδάκια του συρμού, όπως το «ξύπνα αγάπη μου / η νύχτα πέρασε / τ’ αστέρια χάθηκαν / πρέπει να φύγεις», όσα εμείς ξελαρυγγιαζόμασταν να τα τραγουδάμε στο σχολείο, «ρέγγες» κι η Στέλλα Βιολάντη του Ξενόπουλου, αφού, η άμυαλη, παράκουσε τον πατέρα της κι ερωτεύθηκε μέχρι θανάτου, κατατάσσοντας τον δημιουργό της, μαζί με το άλλο μίασμα τον Ροΐδη, στον μαυροπίνακα της μαμάς!

Μα… νομίζω πως φταίμε κι εμείς που μείναμε – αλίμονο και μετά τον θάνατό της –  «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι».

Αγγελική Συρρή – Στεφανίδου.

Συγγραφέας-ποιήτρια.

(Από το βιβλίο μου: Λες και ήταν χθες/εκδόσεις Λεξίτυπον).

 

 

 

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.