Αυξάνεται η άδεια μητρότητας, από 6 σε 9 μήνες, σύμφωνα με όσα είπε στην ΔΕΘ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Παράλληλα, αυξάνεται για το ίδιο χρονικό διάστημα και η ταυτόχρονη καταβολή του επιδόματος μητρότητας. Το νέο αυτό μέτρο στοχεύει στη στήριξη της οικογένειας, την αντιμετώπιση του δημογραφικού, αλλά και την αποκατάσταση της δικαιοσύνης στις νέες μητέρες, όπως ανακοίνωσε στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται σήμερα ειδική άδεια προστασίας μητρότητας χρονικής διάρκειας έξι μηνών, ενώ έπειτα από την ψήφιση της νέας ρύθμισης η άδεια θα αυξηθεί στους 9 μήνες.
Η άδεια αυτή χορηγείται στις εργαζόμενες μετά τη λήξη της άδειας μητρότητας (τοκετού-λοχείας), της ισόχρονης προς το μειωμένο ωράριο άδειας, καθώς επίσης και στις εργαζόμενες που αμέσως μετά τα ανωτέρω διαστήματα κάνουν χρήση της ετήσιας κανονικής άδειας, εφ’ όσον αυτό είναι απαραίτητο με βάση της ετήσιες προθεσμίες για τη χορήγησή της.
Το δικαίωμα της λήψεως ειδικής εξάμηνης άδειας προστασίας μητρότητας ασκείται με αίτηση που υποβάλει η ίδια η δικαιούχος ή δι’ αντιπροσώπου στην αρμόδια υπηρεσία του ΟΑΕΔ εντός 60 ημερών από τη λήξη των ανωτέρω αδειών.
Κατά τη διάρκεια της ως άνω ειδικής άδειας ο ΟΑΕΔ υποχρεούται να καταβάλλει στην εργαζόμενη μητέρα μηνιαίως ποσό ίσο με τον κατώτατο μισθό, όπως αυτός κάθε φορά καθορίζεται, καθώς και αναλογία Δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, με βάση το προαναφερόμενο ποσό.
Όσον αφορά στο επίδομα αδείας, ο εργοδότης καταβάλει τη διαφορά που προκύπτει από την καταβαλλόμενη από τον ΟΑΕΔ αναλογία επιδόματος αδείας, ενώ η καταβολή τόσο των αποδοχών, όσο και του επιδόματος αδείας γίνεται παράλληλα με την άσκηση του δικαιώματος της εργαζόμενης σε ετήσια κανονική άδεια. Η δε υποχρέωση του εργοδότη για καταβολή Δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων περιορίζεται στο διάστημα προ και μετά του εξαμήνου της ειδικής άδειας προστασίας μητρότητας που γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις της ΚΥΑ 19040/1981.
Ο χρόνος της ειδικής άδειας προστασίας μητρότητας λογίζεται ως χρόνος ασφάλισης στον κλάδο σύνταξης του ΕΦΚΑ. Ο ΟΑΕΔ υποχρεούται να αποδίδει τις προβλεπόμενες εισφορές για τον κλάδο σύνταξης, παρακρατώντας την προβλεπόμενη εργατική εισφορά που βαρύνει τον εργαζόμενο μαζί με την εργοδοτική εισφορά που βαρύνει τον ΟΑΕΔ.