ΚΥΡΙΑΚΗ  Β΄ ΛΟΥΚΑ «καὶ ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ ὑψίστου» (Λουκ. 6, 35) ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

 

Εἶπεν ὁ Κύριος· καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε  «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ. Διέφθειρε,  ὅμως, τὴν πατρικὴ αὐτὴ δωρεὰ καὶ πλανήθηκε στὸν χῶρο τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς ἁμαρτίας. Ἀπὸ τὴν πτώση αὐτὴ μᾶς ἀνέστησε ὁ Κύριός μας. Θεράπευσε τὴν ἄρρωστη φύση μας. Ἄνοιξε τὴν «κεκλεισμένη πύλη» τῆς Βασιλείας Του μὲ τὴν θεία Του ἐνσάρκωση. Μᾶς εἶπε σήμερα: «καὶ ἔσεσθε υἱοὶ τοῦ ὑψίστου». Θὰ γίνουμε παιδιά Του ζώντας κατὰ τὸ θέλημά Του καὶ τηρώντας τὶς σωτήριες ἐντολές Του. Σὰν στοργικὸς Πατέρας μᾶς ἔδωσε καὶ τοὺς τρόπους γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε αὐτό.

Πρώτη βαθμίδα ἡ δικαιοσύνη. «καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Δηλαδή, ὅπως θέλετε νὰ συμπεριφέρονται οἱ ἄνθρωποι σὲ σᾶς, κι ἐσεῖς νὰ κάνετε σ’αὐτοὺς τὸ ἴδιο. Λόγια ἀθάνατα. Χρυσὸ κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης τὰ ὀνόμασαν οἱ ἑρμηνευτές. Ἐκφράζουν τὸν ἀσίγαστο πόθο κάθε ψυχῆς νὰ βασιλεύσει γύρω μας ἡ δικαιοσύνη. Φανερώνουν τὴν μοναδικὴ ἀξία τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας, τὰ ἱερά της δικαιώματα, ποὺ πρέπει νὰ γίνονται σεβαστά. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη τὴν ἐντολὴ αὐτὴν τοῦ Θεοῦ μᾶς τὴν παραδίδει μὲ ἀρνητικὴ διατύπωση: «Ὅ μισεῖς, μηδενὶ ποιήσῃς». (Τωβίτ 4, 15). Ἰδοὺ ἡ χριστιανικὴ συμπεριφορά!  Θέλουμε οἱ ἄλλοι νὰ μᾶς σέβονται; Ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ τοὺς σεβόμαστε. Θέλουμε νὰ μὴ μᾶς ἀδικοῦν; Κι ἐμεῖς δὲν πρέπει νὰ ἀδικοῦμε τοὺς ἄλλους. Θέλουμε νὰ μᾶς μιλοῦν μὲ εἰλικρίνεια, νὰ μᾶς λένε πάντοτε τὴν ἀλήθεια; Τὸ ἴδιο χρεωστοῦμε νὰ κάνουμε καὶ ἐμεῖς πρὸς αὐτούς. Θέλουμε νὰ εἶναι συνεπεῖς στὰ λόγια καὶ τὶς ὑποσχέσεις τους, ἔντιμοι στὶς συμφωνίες τους; Συνεπεῖς ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε καὶ ἐμεῖς μὲ τὸν ἔντιμο χαρακτήρα μας.

Δεύτερη βαθμίδα ἡ ἀνεξικακία καὶ ἡ ἀγάπη. Μία ἀγάπη ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἀγκαλιάζει καὶ τοὺς ἐχθρούς μας. Ἐκείνους ποὺ μᾶς ἔβλαψαν, ποὺ μᾶς πίκραναν, ποὺ μᾶς ἀδίκησαν. «Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ἡμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε…» Ἐδῶ βρίσκεται τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἡ μεγάλη διαφορὰ ποὺ ἔχει ἡ χριστιανικὴ ἀρετὴ ἀπὸ ἐκείνη τοῦ κόσμου. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἀγαπήσουμε τοὺς ἐχθρούς μας, θὰ πρέπει νὰ διαθέτουμε ἀνεξίκακη καρδιά. Ἀληθινὴ ἀγάπη χωρὶς ἀνεξικακία δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει. Ὁ Χριστὸς ἀγαπᾶ ὅλους. «Θέλει πάντας σωθῆναι» (Α΄ Τιμ. 2, 4). Εἶναι «χρηστός», εὐεργετικὸς καὶ ὠφέλιμος δηλαδή, καὶ πρὸς τοὺς ἀχαρίστους καὶ πρὸς τοὺς κακούς. «Ἀνατέλλει τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. 5, 45). Ἢ ὅπως ἀναφέρει τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων: «διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος πάντας τοὺς καταδυναστευομένους ὑπὸ τοῦ διαβόλου» (Πράξ. 10, 38). Καὶ στὸ ὄνομα τῆς ἀγάπης συγχωρεῖ ἀκόμα καὶ τοὺς σταυρωτές Του.

Τρίτη βαθμίδα τὸ ἔλεος καὶ οἱ οἰκτιρμοί. «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί». Τὶ εἶναι τὸ ἔλεος; Ἀγάπη ἐπιτεταμένη, κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης. Καὶ τὶ εἶναι οἱ οἰκτιρμοί; Ἡ συμπάθεια καὶ ἡ εὐσπλαγχνία, ὁ πόνος γιὰ τὸν ἄλλο, τὸν πονεμένο ἀδελφὸ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι καὶ δικός μας ἀδελφός. «Αὐτὸ μὲ τὸ ὁποῖο μποροῦμε κάπως», διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «νὰ ἐξισωθοῦμε μὲ τὸν Θεὸ εἶναι τὸ ἐλεεῖν καὶ τὸ οἰκτίρειν». Καὶ συνεχίζει: ‘‘Δὲν εἶπε, ἐὰν νηστεύετε θὰ γίνετε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας’’ οὔτε εἶπε: ‘‘ἐὰν προσεύχεσθε θὰ γίνετε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας’’. Ἀλλὰ τὶ εἶπε; «Γίνεσθε οἰκτίρμονες».

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος διδάσκει: «Τὸ νὰ γνωρίζει κανεὶς καὶ νὰ ἐπιτελεῖ τὰ καθήκοντά του πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ἡ πρώτη καὶ κυριώτερη ἀρετή. Ὅποιος κατέκτησε αὐτὴ τὴν ἀρετή, ὁμολογεῖ τὸν Θεὸ ὡς Δημιουργὸ καὶ Πλάστη ὅλου τοῦ κόσμου. Αἰσθάνεται τὴν ψυχή του νὰ ἕλκεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ στὴν καρδιά του νὰ ἀναπτύσσεται συναίσθημα ἀγάπης. Κατανοεῖ ὅτι πρέπει νὰ ταυτίσει τὴν θέλησή του μὲ τὴν θεία βούληση, καθότι μὲ τὴν ταύτιση αὐτὴν αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του ἠθικὰ ἐλεύθερο. Τὴν ἀμέλεια τῶν καθηκόντων του πρὸς τὸν Θεὸ τὴν θεωρεῖ ἀχαριστία πρὸς Αὐτόν ποὺ τὸν πλημμυρίζει μὲ τὴν Χάρη καὶ τὶς δωρεές Του. Αὐτὸς ποὺ ἐκπληρώνει τὰ καθήκοντά του πρὸς τὸν Θεὸ Τὸν λατρέυει προσφέροντάς Του θυσία τὴν καρδιά του ὡς ἔκφραση ἀληθινῆς πνευματικῆς λατρείας. Ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, ὥστε νὰ ὑμνεῖται καὶ νὰ δοξάζεται ὁ Κύριος καὶ νὰ ἐκπληρώνεται τὸ ἅγιο θέλημά Του».

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ἐκήρυττε: «Τὸ πᾶν εὑρίσκεται στὸ νὰ καθαρίσωμεν τὴν καρδίαν μας, τοὺς ὀφθαλμούς μας, τὰς χεῖρας μας, τὰς ἀκοάς μας, καὶ τότε ὀψόμεθα φῶς τὸ ἀπρόσιτον. Θὰ ἰδοῦμε μέσα εἰς τὴν καρδίαν μας τὸν Χριστὸν ἐξαστράπτοντα. Δὲν εἶναι ποτὲ δυνατὸν νὰ λάμψη ὁ Χριστὸς σὲ καρδίαν ἀκάθαρτον. Πῶς θὰ ἔλθη τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον μέσα μου, ἐφ’ ὅσον ἐγὼ ἔχω κατασκοτισμένον τὸ ἐσωτερικόν μου ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ὁ διάβολος τὸ ἔχει καταγώγιόν του; Πῶς θὰ ἔλθη νὰ κατοικήση ὁ Χριστὸς εἰς τὴν καρδίαν μου, ἀφοῦ ἔχω ἐγκάτοικον τὸν φθόνον, τὴν κακίαν, τὸ μῖσος, τὴν πικρίαν πρὸς τὸν πλησίον καὶ ὅλα τὰ κακά; Ἐκεῖνος ποὺ πορεύεται καλά, ἔχει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ποὺ τὸν σκεπάζει, τὸν διαφυλάττει, τὸν φρουρεῖ. Ἔχει ἕναν ἄγγελον ἐμπρός, ἕναν ὄπισθεν, ἕναν δεξιά, ἕναν ἀριστερά. Λοιπόν, ὁ τοιοῦτος δὲν ἠμπορεῖ ποτὲ νὰ πέση. Τὸν παραλαμβάνουν οἱ φρουροί του καὶ δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ πάθη τίποτα».

Ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου ἐτόνιζε: «Ἀγαπήσατε τὸν Ἕναν καὶ θὰ σᾶς ἀγαποῦν καὶ τὰ θηρία. Ἀγαπήσατε μὲ ὅλη τὴν καρδιά σας τὸν Χριστὸ καὶ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ σᾶς ἀγαποῦν καὶ θὰ σᾶς περιποιοῦνται. Ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Θεὸ πρέπει νὰ ἁπλώνεται καὶ στὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, τὰ ζῶα, τὰ δέντρα, τὰ λουλούδια, τὰ πουλιὰ καί – προπαντός- πρὸς τὸ τελειότερο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, τὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀδελφός μας».

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὑπογραμμίζει: «Ὅταν κάποιος ἔχει ἔνα πάθος, νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοῦ ρίχνουμε ἀκτίνες ἀγάπης καὶ εὐσπλαγχνίας, γιὰ νὰ θεραπεύεται καὶ νὰ ἐλευθερώνεται. Μόνο μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ γίνονται αὐτά. Ὁ Χριστιανὸς εἶναι εὐγενής. Νὰ προτιμᾶμε νὰ ἀδικούμαστε. Ἅμα ἔλθει μέσα μας τὸ καλό, ἡ ἀγάπη, ξεχνᾶμε τὸ κακὸ ποὺ μᾶς ἔκαναν. Ὅταν ἀντιδικοῦμε οἱ ἄλλοι ἀντιδροῦν, ἐνῶ ὅταν δείχνουμε ἀγάπη οἱ ἄλλοι συγκινοῦνται καὶ τοὺς κερδίζουμε».

Ἕνας μοναχὸς ἐπισκέφθηκε κάποτε τὸν Ἅγιο Παΐσιο γιὰ νὰ συζητήσει μαζί του διάφορα πνευματικὰ θέματα. Τὸν ἀπασχολοῦσε ἀκόμα τὸ γεγονὸς ὅτι κάποιος πνευματικὸς ἀδελφός του, τὸν ὁποῖον κατὰ τὸ παρελθὸν εἶχε εὐεργετήσει μὲ ποικίλους τρόπους, τὸν κατηγοροῦσε ἄδικα. Ὁ Γέροντας τὸν ἄκουσε μὲ προσοχὴ καὶ τοῦ εἶπε: «Ἄκουσε πάτερ. Ὅταν κάποιος βοηθάει σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴν ζωὴ τοὺς ἀνθρώπους κι ἐκεῖνοι μὲ τὴν σειρά του τοῦ τὸ ἀνταποδίδουν, εἶναι σὰν νὰ τοῦ βάζουν ξεροκόμματο στὸν ντορβά του. Ἐνῶ ὅταν τὸν κατηγοροῦν γεμίζει ὁ ἐπάνω, ὁ οὐράνιος ντορβάς και αὐτὸ τὸν συμφέρει».

«Γέροντα, πῶς νὰ βλέπουμε αὐτὸν ποὺ μᾶς ἀδικεῖ;», ρώτησαν τὸν Ἅγιο. «Πῶς νὰ τὸν βλέπουμε; Σὰν ἕνα μεγάλο εὐεργέτη μας ποὺ μᾶς κάνει καταθέσεις στὸ ταμιευτήριο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς κάνει πλούσιους αἰώνια. Μικρὸ πρᾶγμα εἶναι αὐτό; Τὸν εὐεργέτη μας δὲν τὸν ἀγαποῦμε; Δὲν τοῦ ἐκφράζουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας; Ἔτσι καὶ αὐτὸν ποὺ μᾶς ἀδικεῖ νὰ τὸν ἀγαποῦμε καὶ νὰ τὸν εὐγνωμονοῦμε, γιατὶ μᾶς εὐεργετεῖ αἰώνια. Οἱ ἄδικοι ἀδικοῦνται αἰώνια, ἐνῶ ὅσοι δέχονται μὲ χαρὰ τὴν ἀδικία, δικαιώνονται αἰώνια. Ἀλλὰ νὰ ξέρεις, ὁ καλὸς Θεὸς καὶ σ’ αὐτὴν τὴν ζωὴ ἀμείβει τὸν ἀδικημένο. Ξέρει ὁ Θεός, ἔχει πρόνοια γιὰ τὸ πλάσμα Του».

Εὐλογημένοι Χριστιανοί!

Αὐτὲς τὶς σωτήριες προτροπὲς τοῦ Κυρίου μας πρέπει νὰ τὶς γράψουμε μὲ χρυσᾶ γράμματα μέσα στὶς καρδιές μας. Ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸν ἐπάρατο ἑωσφορισμό, τὸν ἐγωισμό μας καὶ τὴν ἐσωστρέφειά μας, εἶναι νὰ μιμηθοῦμε τὸν Κύριό μας, νὰ πέσουμε στὴν ἀγκαλιά Του, νὰ πλεύσουμε στὸν ὠκεανὸ τοῦ θείου ἐλέους Του. Τὸ ἀπάνεμο λιμάνι μας εἶναι ἡ Ἁγία Ἐκκλησία, μὲ τὰ ἱερά της μυστήρια, τὰ ὁποῖα μᾶς χαριτώνουν καὶ μᾶς ἐνδυναμώνουν. Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ στοργικός μας Πατέρας. Αὐτὸ τὸ πειστικὸ ἐπιχείρημα, ὅτι πρέπει νὰ εἴμαστε οἰκτίρμονες καὶ ὄχι σκληροκάρδιοι, χρησιμοποίησε ὁ Κύριος στὴν σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. «Πάτερ ἡμῶν», λέμε στὴν καθημερινή μας προσευχή, ὁμολογώντας ὅτι εἴμαστε παιδιά Του. Ἀλλὰ παιδιὰ θετὰ τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοὶ τοῦ Μονογενοῦς κατὰ φύσιν Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, μόνο στὰ λόγια, χωρὶς ἡ ζωή μας, τὰ ἔργα μας νὰ ἀποδεικνύουν αὐτὴν τὴν μοναδικὴ σχέση μας. Ἐὰν στὴν ζωή μας κυριαρχεῖ αὐτὴ ἡ ἀντινομία, μάταιη ἡ θεωρητικὴ «πίστη» μας στὸν Θεὸ Πατέρα. Τότε θὰ ἐπαναλαμβάνεται ἀπαράλλακτα τὸ παράπονο τοῦ Θεοῦ μας, ὅπως κάποτε στὰ χρόνια τοῦ Ἡσαΐα: «υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δὲ μὲ ἠθέτησαν» (Ἡσ. 1, 2). Τὶ παιδιὰ γέννησα! Τὶ παιδιὰ μεγάλωσα! Μὴ γένοιτο νὰ ἀκουσθεῖ καὶ γιὰ μᾶς τὸ θεϊκὸ αὐτὸ παράπονο.

Ἂς μᾶς ἐνθαρρύνει ὁ ἀγαπημένος μας ποιητὴς Γ. Βερίτης μὲ τὸ γλυκόηχο τραγούδι του:

«Μαζί σου θὰ βαδίσουμε χειμῶνες, καλοκαίρια

καὶ στὶς φουρτοῦνες ποὺ θά’ρθοῦν

καὶ στὰ καλὰ τὰ χρόνια,

πάντα μαζὶ στὰ δύσκολα,

πάντα μαζὶ μὲ Σένα». ΑΜΗΝ!

Πηγή: imchiou.gr


Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.