Του Κ. Α. Ναυπλιώτη
Αν και έχουμε ξανά-ασχοληθεί με την περίφημη και μοναδική – πιστεύω – φράση που εκφωνήθηκε στον “Επιτάφιο” του Περικλή κατά το πρώτο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου τον χειμώνα(1) τού 431 π.Χ, εντούτοις, πιστεύω, πως αξίζει να συμπληρώσουμε πως ο λόγος αυτός είχε διπλό σκοπό και στόχο*. Αφ’ ενός να τιμήσει τους πεσόντες μέχρι τότε στον πόλεμο αυτό, αλλά παράλληλα να εξυψώσει το ηθικό των Αθηναίων για να αντέξουν στον μακροχρόνιο αυτό πόλεμο. Την ίδια περίοδο ο Περικλής μιλάει για λιτότητα και αποφυγή κάθε σπατάλης των Αθηναίων που αναφέρεται στην ιδιωτική τους ζωή αρχίζοντας από την κατασκευή των κατοικιών τους, φτάνοντας μέχρι την ενδυμασία τους! Με τη φράση αυτή προσπαθεί να “ανεβάσει” ακόμα περισσότερο το ηθικό τους, τονίζοντας ότι οι Αθηναίοι είναι τόσο καλλιεργημένοι – αφού ασχολούνται με τις τέχνες τις επιστήμες και τα γράμματα – χωρίς ωστόσο αυτό να τους έχει κάνει μαλθακούς και νωθρούς και γι αυτό λιγότερο αξιόμαχους. Με τα παραπάνω λόγια ο ρήτορας απαντάει έμμεσα στην κακοπροαίρετη κριτική τών Σπαρτιατών, οι οποίοι θεωρούσαν ότι η ενασχόληση με τα γράμματα και τις τέχνες κάνουν τους πολίτες μαλθακούς και μειώνουν τον ανδρισμό τους.
Όμως, ας προσπαθήσουμε να συμβάλουμε στην ερμηνεία τής περίφημης και μοναδικής αυτής φράσης, χωρίς ωστόσο να ξεχνάμε πως την ερμηνεία δεν πρέπει να τη βλέπει κανείς επιφανειακά καθ’ ότι έχει άμεση σχέση με τον πλούτο και τη χρήση τής γλώσσας και γι αυτό καθιστά βαρύ το έργο τής ερμηνείας. Επί του προκειμένου λοιπόν βλέπουμε πως η φράση αυτή περιλαμβάνει δύο ρήματα και δύο αντίστοιχους προσδιορισμούς. Φιλοκαλούμεν μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας. Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε μια εσωτερική αντίθεση των προσδιορισμών με τα ρήματα. Δηλαδή μεταξύ της έννοιας της “φιλοκαλίας” με την “ευτέλεια” όπως ακριβώς την σύνδεση τής φιλοσοφίας με τον δικό της προσδιορισμό… όπως φανερώνουν και οι συμπλεκτικοί σύνδεσμοι τε – καί . Εκτός όμως απ’ αυτά η σύνδεσή τους γίνεται πιό στενή και δυνατή με την αντίστοιχη παρήχηση και στους προσδιορισμούς μετ’ ευτελείας – άνευ μαλακίας.
Εδώ μπορεί να διακρίνει κανείς ότι η πραγμάτωση των αντιθετικών αυτών ιδιοτήτων, δηλ. της φιλοσοφίας και της φιλοκαλίας η οποία είναι δυνατή και υπάρχει εφόσον ο φιλόσοφος δεν χάνει την ικανότητά του για δράση.
Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε, πως, μπορεί η αρχαία γλώσσα να μη μιλιέται αυτούσια σήμερα, όμως ο πλούτος της βγαίνει μέσα από τα κλασσικά έργα ενός Ομήρου, ενός Θουκυδίδη, ενός Αισχύλου, ενός Πλάτωνα… Και αυτός δεν θα πεθάνει ποτέ, όσο βρίσκεται άξιος ερμηνευτής που έχει τη δύναμη να εκφράσει τις λέξεις συμπληρώνοντας ή και ολοκληρώνοντας το νοηματικό τους περιεχόμενο.
Μπορεί σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι να θέλουν να ξεκουραστούν από τον καθημερινό μόχθο και ίσως να ξεχαστούν με ένα…Άρλεκιν(!), όμως αυτός που θέλει να μορφωθεί δεν διαβάζει απλώς, αλλά μελετάει το έργο καταβάλλοντας εντονότατη προσπάθεια, βλέποντας σε βάθος· και εκείνο που τον ικανοποιεί είναι ο ψυχικός πόθος να μορφωθεί**…
Εδώ λοιπόν δεν μετράνε μόνο τα διδάγματα των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και η χαρά τού αγώνα που ακονίζει τη σκέψη και την κρίση, που θα σε βοηθήσει να καταλάβεις καλύτερα τους πολιτικούς θεσμούς τής δικής σου εποχής και να γίνεις ικανός να πλάσεις έναν νεοελληνικό λόγο εξ’ ίσου βαθύ και αληθινό πέραν από τα πάνω ή κάτω! Θα ήταν ίσως περιττό να πούμε πως εδώ βρίσκει τη δικαίωσή της η ενασχόλησή μας με τα παλιά κλασικά κείμενα· και χρέος όσων έχουν σχέση με αυτόν τον πλούτο, είναι να μην τον κρατούν για τον εαυτό τους, αλλά να δημιουργούν προσφέροντας μέσω του “παιδεύειν ἀνθρώπους και βελτίους ἀπεργάζεσθαι” (Πλατ. Πολιτ. x/c). Γιατί ο κόσμος δεν θα πεθάνει ποτέ σαν ύπαρξη πνευματική γι αυτούς που μελετούν τον πλούτο της πνευματικής τους ιστορίας πέραν από τα στενά όρια της υλικής τους ζωής.
Έτσι μόνο θα πλουτίσει κανείς την ύπαρξή του· μελετώντας την ιστορία του μέσα από δημοκρατικά – πατριωτικά ιδανικά βγαλμένα από τα πνευματικά αγαθά που ξεκινούν από την ενδοσκόπηση τού εγώ σε σχέση με τον κόσμο της πολιτείας. Γιατί αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος που μορφώνονται και διαμορφώνονται ελεύθεροι υπεύθυνοι και στοχαστικοί άνθρωποι, που δεν έχουν σχέση ούτε με την δογματική ακαμψία, ούτε με τον ρομαντισμό, αλλά με την κριτική που συνδυάζει – επί του προκειμένου – την ελευθερία του περιεχομένου μέσω της ρεαλιστικής – πραγματικής ερμηνείας των φαινομένων, για την αποφυγή λαθών που στοχεύει στην αναμόρφωση τής πολιτικής ζωής. Όμως αυτό δεν επιτυγχάνεται χωρίς τη γνώση της ουσίας και του χρέους.
Ευρύτερα δε να γνωρίζουμε, πως, η ιστορία επαναλαμβάνεται και εκδικείται σκληρά εκείνους που δεν διδάσκονται και προσπαθούν να τη βιάσουν ν’ ακολουθήσει τη δική τους τροχιά.
Τα παραδείγματα πολλά……
Αναγκαίες διευκρινήσεις – προσθήκες
(1) Στην Ιστορία του (2.34.1) ο Θουκυδίδης αρχίζει με μοναδικό τρόπο:
“Ἐν δέ τῷ αὐτῷ χειμῶνι Ἀθηναῖοι τῷ πατρίῷ νόμῷ χρώμενοι δημοσίᾳ ταφάς ἐποιήσαντο τῶν ἐν τῷδε πολέμῳ πρώτων ἀποθανόντων τρόπῳ τοιῷδε”. Λόγια μοναδικά, χαρακτηριστικά και αξεπέραστα που φανερώνουν όχι μόνο την ισορροπία αλλά την ακρίβεια και το μέτρο που εγγράφεται στο μυαλό του ανθρώπου με τον ήχο και τον ρυθμό. Λόγια που κανείς δεν μπορεί να τα ταυτίσει με “νεκρό στοιχείο” παράδοσης. Αντίθετα εκείνος που αναλαμβάνει το βαρύ έργο της ερμηνείας πρέπει πρώτα να νοιώσει τους γλωσσικούς κραδασμούς που δημιουργεί ο Ελληνικός λόγος ο οποίος καταξιώνεται και μέσω της γλωσσικής φιλοσοφίας.
Ας μου συγχωρεθεί ο πειρασμός, επί τη ευκαιρία, να αναφερθώ ακροθιγώς και στο 2.37.1, όταν ο ιστορικός μας με λόγια που περικλείουν υψηλόφρων και βαθύ περιεχόμενο προσπαθεί να εξυψώσει το ηθικό των Αθηναίων: “Χρώμεθα γάρ πολιτεία οὐ ζηλούσῃ τούς τῶν πέλας νόμους, παράδειγμα δέ μᾶλλον αὐτοί ὄντες τισίν ἤ μιμούμενοι ἑτέρους”. Να σημειώσω μόνο πως κάποτε αυτά τα λόγια ήθελαν να τα χρησιμοποιήσουν οι “όντως Ευρωπαίοι”, οι οποίοι γνωρίζουν και εκτιμούν το αρχαιοελληνικό πνεύμα, στο σύνταγμα της Ευρώπης. Όσο για τους νόμιμους κληρονόμους – βαλκάνιους, αυτοί ουδόλως ενδιαφέρονται(!) όχι να αναλύσουν και να προωθήσουν τη μοναδικότητα του περιεχομένου του στους άλλους, πράγμα ακατόρθωτο σήμερα, ακριβώς γιατί βρισκόμαστε στο ναδίρ της ιστορικής παρακμής και για το λόγο αυτό όχι μόνο αντιγράφουμε αλλά και υπακούουμε ετέρους λόγω μαλακίας.
* Αν και υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με την πατρότητα του λόγου, να πούμε πως πιθανόν αυτός γράφτηκε από τον ρήτορα Λυσία, ανήκει στους δημοκρατικούς λόγους και εκφωνήθηκε από τον Περικλή· ο οποίος αν και πιστεύεται ότι εφάρμοσε την “ενός ανδρός αρχή”, παρ’ όλα αυτά ήταν εκείνος που δημιούργησε τον “χρυσούν αιώνα”. Στο πρόγραμμά του σέβεται τον νέο άνθρωπο· και τον εμπνέει να καλλιεργήσει τις αρετές, την ελευθερία, την κριτική σκέψη και τη συναίσθηση ευθύνης.
** Η λέξη μάθηση είναι ουσιαστικό που παράγεται από το ρ. μανθάνω μέσω διδασκαλίας, στην οποία συμμετέχουν εκτός από το σχολείο η οικογένεια και η πολιτεία. Έτσι η μάθηση εμφανίζεται ως μετάβαση γνώσεων ακόμα και εμπειριών. Ενώ η λέξη μόρφωση παράγεται από το ρ. μορφώνω (α.ε μορφόω -ῶ) το οποίο επί υλικών πραγμάτων σημαίνει δίδω μορφήν ή σχήμα σε κάτι άμορφο. Σχετικά με τον άνθρωπο η έννοια μόρφωση, είναι αυτή που συμπεριλαμβάνει και διαμορφώνει την ψυχοπνευματική του υπόσταση μορφώνοντάςτον εσωτερικά, με ψυχικά, πνευματικά, ηθικά, συναισθηματικά και καλλιτεχνικά χαρίσματα διαμορφώνοντάςτον εις “καλόν κἀγαθόν”.
knafpl@hotmail.com