Του Αλέξανδρου Οικονόμου
Από τις αρχές του εξήντα
η Ελλάδα μια νταλίκα,
κουβαλούσε τα παιδιά της
στα παζάρια της Ευρώπης
και βογκούσε η καρδιά της.
Να τα θρέψει δεν μπορούσε
και στην άκρη τα πετούσε,
δεν τους έταζε παλάτια
μόνο πείνα και κομμάτια,
μια ζωή σκέτη συντρίμμια
φόβος, μίσος και ασχήμια.
Ο λαός της υποφέρει
κι ο πολιτικός το ξέρει,
μα δε δίνει σημασία
κι αποφεύγει την ουσία.
Έτσι κρατούσε ο ξεριζωμός
κι ΄ ήταν σκέτος μαρασμός,
η πατρίδα να αδειάζει
και ο βασιλιάς φωνάζει!!!
ΕΛΛΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ
Κι ΄ όμως να! που τώρα πάλι
με σκυμμένο το κεφάλι,
τα παιδιά φεύγουν στα ξένα
για να ζουν ευτυχισμένα,
η πατρίδα στην εσχάτη
τους εγύρισε την πλάτη.
ΕΛΛΑΔΑ φόνισσα,
ωραία και μοιραία μου,
ΕΛΛΑΔΑ, Γιάννενα,
Καρδίτσα και Περαία μου.