“Όταν δεν υπάρχει γύρω μας
τίποτα το αληθινό, πως να
υποψιαστούμε ότι όλα είναι
ψεύτικα;”
Δημ. Λιαντίνης, Homo Educandus
Ήταν πρώτες μέρες του Ιούνη το 1998 όταν κάποιος από τους συζητητές μού είπε αν άκουσα πως ένας καθηγητής με το όνομα Λιαντίνης χάθηκε…
Ομολογώ πως μέχρι τότε το όνομα μού ήταν άγνωστο! αν και πριν λίγο καιρό έτυχε να μου συστήσει φίλος – βιβλιόφιλος το βιβλίο του “ΓΚΕΜΜΑ” το οποίο και σκόπευα να αγοράσω.
Όμως ας μη μακρηγορώ, αν και τίποτα δεν είναι περιττό μπροστά στο μέγεθος και την αξία ενός πραγματικού καθηγητή και άξιου δασκάλου.
Ποιός ήταν τελικά ο Λιαντίνης; ένας φιλόσοφος; ένας ελληνολάτρης; ένας λάτρης τής ζωής, της φύσης, της αξίας τής γυναίκας και μέσω αυτής αρνητής τού θανάτου;
Όλα χαρακτήριζαν τη ζωή ενός ερωτευμένου με αυτήν, που όμως αποφάσισε να αναμετρηθεί με τον θάνατο για χάρη της ζωής. Ίσως αυτός να ήταν για κάποιους “άνθρωπος γεμάτος αντιφάσεις”· και ίσως αυτό να ήταν μια ήττα για κάποιον που προσπάθησε να αναμετρηθεί με την αλήθεια…
Ο Λιαντίνης έκανε εν ζωή το χρέος του, που ήταν να φωτίσει τους συνανθρώπους του, χωρίς να τους παραδώσει στο φόβο τού θανάτου. Και επειδή ακριβώς γνωρίζει, είναι καταγγελτικός και απλός προσπαθώντας να γκρεμίσει τη “δικτατορία των μετρίων που ηγεμονεύει τον τόπο”, και μαζί μ’ αυτή, τον πολιτισμό τής σαχλαμάρας. Γι αυτό δεν ενδιαφέρεται να εντυπωσιάσει με την όποια καθηγητική σοβαροφάνεια. Γιατί γνωρίζει πως όλες οι σκέψεις μας και οι πράξεις μας είναι κίβδηλες, αφού γεννιόμαστε μέσα στην υποκρισία, μεγαλώνουμε την σπουδάζουμε και ζούμε με αυτήν. Ο Λιαντίνης είδε τον κόσμο έτσι όπως ακριβώς ήταν· γι αυτό υπήρξε καταγγελτικός και απλός, όχι όμως για τους ανόητους που τον χαρακτήρισαν με εύκολα και απαράδεκτα επίθετα και τον θεώρησαν “σαλεμένο”! Ο Λιαντίνης έψαχνε τήν ουσία, που γι αυτούς που τον χαρακτήρισαν έτσι, δεν είναι τίποτα άλλο από την ευκολία τού να μάθει (και να διδάξει) κανείς “την επιθετική μετοχή και τα τελικά απαρέμφατα…που σαν τα μάθεις, είναι ευκολότερο να κάνεις επίδειξη με δαύτα σ’ εκείνους που δεν τα ξέρουν”. Και σε άλλο σημείο λέει, πως “δεν πρέπει να λησμονούμε πως η λέξη τέλος στην ελληνική γλώσσα σημαίνει δύο σημασίες. Η πρώτη θα πει το τέλος, την τελευτή το τέρμα, την παύλα, τη λέξη finis, το θάνατο. Με τη δεύτερη σημαίνει το σκοπό όπως οι τελικές προτάσεις, που λένε οι γραμματικοί, δηλώνουν το σκοπό…”.
Έτσι λοιπόν, ο άνθρωπος πραγματώνεται και εκφράζεται με την αγωγή τής ακμής, όταν αναζητεί και αντλεί τα πρότυπά τής βιωτής του από τη φύση και την κοινωνία δηλαδή τα πνευματικά του δημιουργήματα.
Ωστόσο αυτό που παραμένει, και πρέπει να απαντηθεί, είναι να μην προσεγγίζουμε την αλήθεια με την προοπτική τής ηθικής μας συνήθειας, αλλά, να αναζητούμε τη δικαιοσύνη και την ηθική στην εγκόσμια τάξη των πραγμάτων όχι στην κοινωνική επιφάνεια, ούτε και να την αναζητούμε εκεί που φανταζόμαστε πως υπάρχει.