Μια Κυριακή πριν των Βαΐων, ο Σύλλογος του Κοφινά και η Θεατρική του ομάδα έδωσαν μια στατική παράσταση για να τιμήσουν τις Άγιες Ημέρες του Πάσχα.
Όλοι οι Θεατρεργάτες ντυμένοι με ρούχα όμοια της εποχής του Ιησού, έκαναν ένα αληθινό ταξίδι πίσω στο χρόνο. Προχωρήσαν μέσα από το χείμαρρο Κανδυλά και κατέληξαν στο ύψωμα του «Αλιτζαίου», στην κορυφή του οποίου βρίσκεται το πρώην παρεκκλήσι του προφήτη Ελισσαίου, εντός της περιοχής Κοφινά, (Κοιμητήριο Καθολικών) και άλλα παλιά σπίτια της περιοχής.
Εκεί δόθηκε μια υπαίθρια παράσταση χωρίς λόγια, με τους Θεατρεργάτες να παριστάνουν, ψαράδες, βοσκούς, εμπόρους, τελώνες και φαρισαίους. Ακόμα και Ρωμαίους στρατιώτες και πολιτικούς ηγέτες από τον καιρό εκείνο (1ος π.Χ. αιώνας). Όλες οι στάσεις ήταν σκηνοθετημένες από τον Μπάμπη Κοιλιάρη που είχε και την φροντίδα των ενδυμασιών και του μακιγιάζ. Ο ίδιος έκανε και τη φωτογράφιση.
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ
Μία στατική παράστασις διά τάς Ἁγίας Ἡμέρας τοῦ Πάσχα ἀπό τούς Θεατρεργάτες Κοφιναίους
Ἐν τῇ ἡμέρᾳ Κυριακῇ, τήν πρό τῶν Βαΐων, παρελθούσης μεσημβρίας καί ἐπί ὥρας δεκάτης τετάρτης, προσῆλθον ἅπαντες οἱ Θεατρεργάται ἐν τῷ συλλόγω τοῦ Κοφινᾶ, καλάθους καί στάμνας ὓδατος φέροντες, ἵνα πληρωθῇ τό ρηθέν ὑπό τοῦ διδασκάλου αὐτών.
«Ἐνεδύσασθε τά ἱμάτια ὑμών, ὥσπερ τῷ καιρῷ τοῦ Ἰησοῦ, ἵνα ποιήσωμεν ἑαυτοῖς δυναμένους μαθητάς Του, ἂνδράς τε καί γυναίκας, ἁλιεῖς καί ποιμένας, τελώνας καί φαρισαίους, ἱερεῖς καί ἐμπόρους, Ρωμαίους στρατιώτας καί πολιτικούς. Πιστεύσαντες καί μή πιστεύσαντες.»
Καί εἶπεν μαθητής τίς τῷ διδάσκοντι. «Ὑμνοῦμεν τόν Κύριον ἐν ταῖς ἐκκλησίαις. άκολουθούμεν τάς ἀκολουθίας τῶν ἡμερών ἐν τῷ ναῷ. Ἳνα τί δεῖ ἐνδυθῶμεν τά ἱμάτια ταῦτα; Τί προσδώσει ἡμῖν πλέον τῶν ἂρτι γενομένων.;»
Απεκρίθη δε αυτοῖς ὁ διδάσκων αὐτούς. «Ὁμοίαν τῷ πάλαι ποτέ εἰκόναν ἒχοντες, οὓτω αἰσθανθῶμεν ἐγγύτερον πρός τάς ἡμέρας τοῦ Πάσχα τῶν Ἰουδαίων. Ἐφρανθῶμεν δέ, ὃτι ἐσμέν καί ἡμεῖς συμπάσχοντες τά Ἅγια Πάθη Του. Καί ἀναμένομεν λυτρωτικῶς τήν Θείαν Αὐτού Ἀνάστασιν».
Καί ἐνεδύθησαν οἱ Θεατρεργάται τά ἱμάτια αὐτῶν, αἱ μέν γυναίκες, μανδήλια φέρουσαι ἐπί τῆς κεφαλῆς, χιτῶνας, ἂλλα καλύμματα καί βακτηρίας οἱ δέ ἂνδρες. Πορφυράν χλαμύδα, σπάθην καί πόρπας οἱ στρατιωτικοί. Ἅπαντες δέ, σανδάλια φέροντες ἐπί τούς πόδας αὐτών.
Καί ἐπείσθησαν οἱ μαθηταί ὅτι καλόν ἐστί, ὁρώμενοι ὁ εἷς τόν ἕτερον ἐνδεδυμένον τά ἱμάτια αὐτοῦ. Καί ἐπορεύθησαν εἰς χείμαρρον Κανδυλάν, ὅστις πλησίον τοῦ συλλόγου ρέει. Καί ἐμβαπτίσθησαν ἐντός αὐτοῦ, πορευόμενοι πρός ὓψωμα ὀνομαζόμενον «Ἀλιτζαῖος». Ἐπ’ αὐτοῦ, ναός ἐστί πρός χάριν τοῦ προφήτου Ἐλισσαίου.
Εἶπεν δε αὐτοῖς ὁ διδάσκων αὐτούς. «Ἀπλωθεῖτε ἐπί τῆς παρειᾶς τοῦ ὑψώματος καί λάβετε θέσεις, ἲνα ποιήσωμεν «στατικήν παράστασιν» μετά τοῦ συνόλου τῶν Θεατρεργατῶν. Ἥτις ἐστί, εἰκόναι καταγεγραμμέναι ἐπί πλακός, δυναμένης ἲνα ἀποσταλῇ εἰς πάσαν τήν οἰκουμένην γήν, ἵνα γνωρίσουσιν πλείονες τοῦτον τόν περίπατον ἡμῶν, ὃς γέγονε ὣς τιμήν πρός τά Σεπτά Πάθη.»
Καί ἔμεινον οἱ μαθηταί ἐπί τοῦ ὑψώματος ὣρας δύο. Οὐ δίψα, οὐ πείνα, οὐ κόπος, οὐ ἂλλος στεναγμός ἠκούσθη ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν. Εἰ μή μόνον ἀγαλίασις προερχομένη ἐκ τοῦ σκοποῦ, περί οὗ ἐπετελέσθη σήμερον ταύτη ἡ πορεία.
Χαράλαμπος ὁ Χῖος ἕγραφε (διορθώσεις Μαρκέλλα Δημίδου)