Ας το φιλοσοφήσουμε κάπως παραπάνω αγαπητοί συγχωριανοί. Πριν από κάμποσες δεκαετίες ξεκινούσαμε από κοινή αφετηρία με Βρονταδούσους, Αιγνουσιώτες, Καρδαμυλίτες. Το ναυτικό dna μας διαμόρφωνε τις συμπεριφορές μας, τα κοινωνικά μας πρότυπα, την οικονομική μας εξέλιξη. Σ’ αυτό το κρίσιμο σημείο που η ανθρωπότητα άρχισε να εμπιστεύεται παραπάνω τις μηχανές, εμείς στον ενιαίο κόσμο της Συκιάδας και της Λαγκάδας, δειλιάσαμε. Πατήσαμε φρένο και μείναμε παντοτινοί εραστές των ιστιοφόρων καϊκιών, ενώ οι γείτονες μας τόλμησαν την παντρειά της ναυτιλίας με την τεχνολογία της εποχής κι από καραβοκύρηδες καϊκιών εξελίχθηκαν σε ιδιοκτήτες ποντοπόρου στόλου. Μοιραία οι επόμενες γενιές μας έχασαν τον τίτλο του ιδιοκτήτη κι έγιναν άξιοι εργάτες της θάλασσας, καπεταναίοι μεν αλλά σε περιουσίες άλλων.
Σήμερα; Τι κάνουμε σήμερα βλέποντας το χωριό μας να μην είναι ελκυστικό για τα παιδιά του; Καπετάνιοι και μηχανικοί μιας νεότερης γενιάς γίνονται μόνιμοι κάτοικοι Βροντάδου, Χίου ή ακόμα χειρότερο της Αθήνας και του Περαία. Κι εμείς αμέτοχοι παρακολουθούμε μια αδιάκοπη φθορά, σαν να έχουμε αμαχητί παραδεχθεί το μοιραίο. Αργά ή γρήγορα οι συνθήκες των απομακρυσμένων χωριών θα επιβληθούν και στο χωριό μας. Οι δείκτες το αποτυπώνουν. Ο μαθητικός πληθυσμός είναι η μεγαλύτερη απόδειξη. Αν και μια απογευματινή βόλτα στην πλατεία της Συκιάδας τους μήνες του φθινοπώρου, της άνοιξης ή του χειμώνα τα λέει όλα.
Λύση, υπάρχει λύση; Ασφαλώς, φτάνει να της ανοίξουμε την πόρτα, ανοίγοντας πρώτα απ’ όλα τους ορίζοντες μας. Πριν κάποια χρόνια ο Βροντάδος ήταν χωριό. Σήμερα, με την σταδιακή του εξάπλωση προς τη μεριά της Χώρας ενοποιήθηκε, έγινε το ζηλευτό της προάστιο. Στην εποχή των ανέσεων, των πολλαπλών απαιτήσεων και του καταναλωτισμού, η αντίσταση από μικρές κοιτίδες ζωής είναι δύσκολη, αν όχι ακατόρθωτη. Συκιάδα και Λαγκάδα γειτνιάζουν τόσο πολύ, που, με ελάχιστη προσπάθεια, μετατρέπονται σε μια δεκαετία σε ένα μικρό αστικό αντίβαρο, ικανό να σηκώσει ένα super market, όσα φροντιστήρια απαιτούνται, σχολή μπαλέτου ή πολεμικών τεχνών, έναν βρεφονηπιακό σταθμό, όσα σήμερα δεν βρίσκουν στον τόπο μας τα νέα ζευγάρια και επιτρέπουν στην αγάπη για το γενέθλιο τόπο να λυγίσει μπρος στις απαιτήσεις των καιρών.
Κι από δουλειά; Που θα βρουν δουλειά τα νέα παιδιά; Σε μια ταινία του ελληνικού κινηματογράφου η Μαρία Αλκαίου, καραβοκύρισσα σε ένα νησί, χτυπούσε τη μαγκούρα της κι έλεγε στους συμπατριώτες της: «η θάλασσα μας έζησε τόσα χρόνια, η θάλασσα θα μας ζήσει και τώρα».
Η Συκιάδα, όπως είναι σήμερα, είναι δύσκολο να γίνει ελκυστικός προορισμός. Της λείπουν τα δυνατά αξιοθέατα συγκριτικά με άλλα σημεία του νησιού. Η θάλασσα της, όμως, το ευρύ παράκτιο μέτωπο της, παραμένει ατόφιο σμαράγδι που δεν έχει χάσει τη λάμψη του. Αυτή η λάμψη τόσα χρόνια μας τυφλώνει και δεν μπορούμε να δούμε με καθαρότητα όσα βλέπουν άλλοι. Ο Άγιος Σίδερος «κλικάρισε» ίσως στην κορυφαία επιχείρηση διασκέδασης στον τόπο μας, το Oz. Το Θόλος, προσέλκυσε τον πιο δυνατό επιχειρηματικό Όμιλο του νησιού μας, τον Όμιλο Τσάκου. Αυτά κάτι πρέπει να μας λένε.
Κι εμείς; Εμείς συνεχίζουμε να μην βλέπουμε πως η ευρύτερη περιοχή του Αγιού Σιδέρου χωρά κι άλλους τολμηρούς σαν το Oz. Το Παντουκειός χωρά κι άλλους, πέρα από τις δυο επιχειρήσεις που λειτουργούν σήμερα εκεί, σε δραστηριότητες και πέραν της εστίασης. Ο Θόλος διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά «φιλέτου» για έναν τόπο και προσδοκά μια οραματική σχεδίαση του μέλλοντος του.
Η λύση, λοιπόν, είναι η θάλασσα, είναι η ανεκτίμητη παράκτια ζώνη της Συκιάδας με ένα διαφορετικό μάτι.
Σήμερα η περιοχή μπαίνει ξανά σε μια περιδίνηση εσωστρέφειας. Λύση, λένε, για το μεταναστευτικό πρόβλημα της Χίου. Τη γνώμη μου την ξέρετε, είναι ατόφια εδώ και 7 χρόνια. Το μεταναστευτικό είναι η κορυφαία απειλή για τον τόπο, ως μείζον θέμα αμιγώς εθνικής διάστασης. Δεν παίζεις με τη μειονοτική φωτιά στα σύνορα, τελεία και παύλα. Ούτε το βάζεις σε κανενός είδους ζυγαριά στις οικονομικές δοσοληψίες σου με την Ευρώπη.
Στην περίπτωση των χωριών μας οι νεότερες εξελίξεις προκαλούν ένα επιπλέον πρόβλημα. Στερούν τη δυνατότητα στη Συκιάδα να διαμορφώσει ένα δικό της σχεδιασμό στην τόσο ελπιδοφόρα παράκτια ζώνη της. Διπλός ο λόγος του μεγάλου «ΟΧΙ» αλλά με πρώτιστο, μην μας διαφεύγει, τον εθνικό. Επουδενί δεν πρέπει να μας παρασύρει η λογική του γιατί στην πλάτη μας; Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί κι όσων τοπικά τους αβαντάρουν πέφτουν πάνω σε τοίχος ανεξήγητου μόνο όταν τους ανακρίνεις γιατί δεν προασπίζουν, όπως πρέπει, την αξιοπρέπεια της χώρας και των νησιών μας.
Ο κάθε Μηταράκης κι οι τοπικοί συνοδοιπόροι του δεν μπορούν να εξηγήσουν γιατί απαιτούν από μας να είμαστε οι μόνοι που θα τιμήσουμε μια επαχθή για εμάς Συμφωνία, όταν Ευρώπη και Τουρκία ασύστολα την παραβιάζουν και μας κουνούν από πάνω και το δάχτυλο. Θα τους υποχρεώσουμε, με την αντίσταση μας, να αλλάξουν πολιτική.
Τους οφείλουμε παράλληλα ένα μεγάλο ευχαριστώ. Τους ευχαριστούμε που με την πρόταση τους μας κάνουν να αναλογιστούμε την αξία αυτού που πάνε να μας στερήσουν. Αλλά θα είμαστε αδικαιολόγητοι, όταν μόλις περάσει η μπόρα, γιατί να είστε βέβαιοι πως θα περάσει με τον αγώνα μας, δεν σχεδιάσουμε με προοπτική να γίνει τροφός και αναζωογονητικό κύτταρο του χωριού μας η περιοχή απ’ τον Άγιο Σίδερο ως το Θόλος. Θα ισχύσει το δις εξ’ αμαρτείν ουκ ανδρός σοφού.
Ας τους πούμε λοιπόν ένα μεγάλο ευχαριστώ, που με την επιλογή του Θόλους μας ταρακούνησαν. Μας άνοιξαν τα μάτια για την ανεκτίμητη αξία του σπιτιού μας. Για τη δύναμη της δικής μας θάλασσας. Και θα τους εξηγήσουμε, σε όλους τους τόνους και με όλα τα μέσα πως καθαρά εθνικοί λόγοι επιβάλλουν αυτή η περιοχή να παράγει σύγχρονο οικονομικό αποτέλεσμα κι όχι να κυοφορεί μελλοντικούς εθνικούς κινδύνους.