Ομιλία του Πρωθυπουργού και Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας κ. Κυριάκου Μητσοτάκη στην εκδήλωση του Ιδρύματος «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής» με θέμα: «Κωνσταντίνος Καραμανλής – Η πορεία της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη»

 

Κύριοι Πρόεδροι, κυρίες και κύριοι, αποτελεί πραγματικά ξεχωριστή τιμή για μένα να βρίσκομαι σήμερα μαζί σας, να μοιραστώ κάποιες σύντομες σκέψεις για την ταύτιση της πολιτικής διαδρομής του Κωνσταντίνου Καραμανλή με την πορεία της Ελλάδος προς την ενωμένη Ευρώπη.

«Η Ελλάς ανήκει και επιθυμεί να ανήκει εις την Ευρώπην, όπου την έχουν τοποθετήσει η γεωπολιτική της θέση, η ιστορία και η παράδοσις της και δεν επιθυμεί την ένταξη της αποκλειστικώς και μόνο για λόγους οικονομικούς. Την επιδιώκει προ πάντων για λόγους πολιτικούς που αναφέρονται εις την σταθεροποίηση της δημοκρατίας και εις το μέλλον του έθνους». Στις 12 Ιουνίου του 1975 η Ελλάδα μόλις έχει καταθέσει το επίσημο αίτημά της να εισέλθει ισότιμα στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες και σε επιστολή του προς τους πρέσβεις των τότε εννέα κρατών-μελών ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συνοψίζει λιτά την ουσία του.

 

Μια διαδρομή η οποία θα ολοκληρωνόταν νικηφόρα τέσσερα χρόνια αργότερα με την υπογραφή της Συνθήκης των Αθηνών, που όριζε την χώρα μας ως δέκατο ευρωπαίο εταίρο από την 1η Ιανουαρίου του 1981.

Ο συμβολισμός του 1975 ταξιδεύει από τότε στις περιστάσεις και στο χρόνο, γιατί πράγματι η ενδυνάμωση της δημοκρατίας στην πατρίδα μας συμβάδισε όλες τις τελευταίες δεκαετίες με την εδραίωση της ευρωπαϊκής της πορείας.

Συναντήθηκε όμως και με ένα ζητούμενο δύο αιώνων. Γιατί από την πρώτη στιγμή η επαναστατημένη Ελλάδα του 1821 συνόδευσε τον κύριο στόχο της, της αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού, με την ανασύνδεση του γένους μας με τα έθνη της ηπείρου μας, της Ευρώπης.

Ειδικότερα, στις αβέβαιες συνθήκες της μεταπολίτευσης η πρόσδεση στο κοινοτικό άρμα ισοδυναμούσε με μια πολλαπλή εγγύηση: του πολιτεύματος που μόλις έβγαινε από την 7χρονη τυραννία. Της εθνικής ακεραιότητας με τις πληγές στην Κύπρο νωπές και τη χώρα εκτός πλαισίου συλλογικής ασφάλειας και στρατιωτικού σκέλους του ΝΑΤΟ. Και τέλος της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας, καθώς η Ελλάδα ανοιγόταν σε μια ευρεία αγορά και σε ένα νέο περιβάλλον που θα την άλλαζαν ριζικά.

Η κοινοτική σύνδεση, βεβαίως, είχε επιτευχθεί -όπως μας θύμισε και το πολύ κατατοπιστικό βίντεο που είδαμε λίγο πριν- ήδη από το 1961. Και ευτυχώς σε αυτή την διορατική του επιμονή ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν ήταν μόνος.

«Η ιστορία, η γεωγραφική θέσις, τα οικονομικά αλλά και τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδος επέβαλαν τη συμμετοχή της εις την Ευρωπαϊκήν Κοινότητα». Η δήλωση αυτή ανήκει στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και διατυπώθηκε ήδη από τη δεκαετία του ’60, αποτελώντας όχι μόνο δείγμα της διαχρονικής επιρροής την οποία εξέπεμπε η ευρωπαϊκή προοπτική στο ευρύτερο πολιτικό φάσμα, αλλά και σαφή απόδειξη ότι η συμμετοχή στα δρώμενα της ηπείρου μας υπήρξε κεντρική πολιτική επιλογή για το σύνολο του κεντροδεξιού τόξου με πρωταγωνιστή τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Μια επιλογή άριστη, που ωστόσο δοκιμάστηκε πολύ στο πέρασμα του χρόνου. Γιατί πλάι στα πολλά δεινά που συσσώρευσε η Απριλιανή δικτατορία, κληροδότησε και τη βίαιη διακοπή της πορείας προς την Ευρώπη πηγαίνοντας, δυστυχώς, τη χώρα πολλά χρόνια πίσω.

Και πάλι, όμως, και πάλι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αξιοποίησε σοφά το πολιτικό του κεφάλαιο κάμπτοντας τις όποιες -και ήταν αρκετές, όπως γνωρίζει καλά και ο κ. Μολυβιάτης και ο κ. Αχιλλέας Καραμανλής- κάμπτοντας τις αρκετές αναστολές στο εξωτερικό με την ενεργοποίηση και της στενής προσωπικής του σχέσης με το γάλλο Πρόεδρο και πραγματικό φιλέλληνα Giscard d’Estaing, γιατί και η εμπιστοσύνη μεταξύ των ηγετών έχει και αυτή την ξεχωριστή της σημασία. Αλλά και παραμερίζοντας με πολιτικά επιχειρήματα τις όποιες -και ήταν πολλές- αντιρρήσεις στο εσωτερικό.

Έτσι, μέσα σε τέσσερα χρόνια η Ελλάδα κέρδισε το χαμένο έδαφος, κατορθώνοντας να ταυτιστεί με την δεύτερη διεύρυνση της Ευρώπης. Δεν επρόκειτο όμως μόνο για την «οφειλή» της ηπείρου προς το λίκνο των αξιών της, όπως τόνιζαν τότε πολλοί ξένοι ηγέτες, όσο για την ίδια τη συνειδητή στροφή της Ευρώπης προς την επέκταση της πολιτικής της εμβέλειας αλλά και την εμβάθυνση των θεσμών της.

Θυμίζω, ότι η ένταξη της Ελλάδος συνέπεσε με την πρώτη λαϊκή ψήφο για την εκλογή Ευρωβουλευτών, οι οποίοι έως τότε διορίζονταν, και ακόμα άνοιξε το δρόμο προς το Νότο και τη μετέπειτα είσοδο χωρών της Ιβηρικής με αυταρχικό παρελθόν, Ισπανίας και Πορτογαλίας.

Ακολούθησε ένα συναρπαστικό ταξίδι τεσσάρων δεκαετιών με κύματα και με αναταράξεις που πάντα όμως οδηγούσε τελικά σε ήρεμα νερά. Η Ελλάδα του 2021 αποτελεί μία χώρα ριζικά διαφορετική από την Ελλάδα του 1981, γιατί δεν υπήρξε πεδίο της δημόσιας ζωής που να μην ωφέλησε η κοινοτική επίδραση -όπως σοφά είχε προβλέψει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Από την χρηματοδότηση των υποδομών και την ανάταξη της αγροτικής παραγωγής μέχρι την εμβάθυνση των δικαιωμάτων, του κράτους δικαίου, της κοινωνικής συνοχής, της πολιτιστικής δημιουργίας.

Και μπορεί, στην αρχή, η άρση του προστατευτισμού μέσα στην κοινή αγορά να ανέδειξε διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας μας, μεσοπρόθεσμα όμως εκσυγχρόνισε το σύνολο της λειτουργίας της.

Έστρεψε τη βιομηχανία προς την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα, τόνωσε τη ναυτιλία μας, άνοιξε νέους δρόμους στο εμπόριο, στις υπηρεσίες, στον τουρισμό μας. Η Ελλάδα μετατράπηκε έτσι, χάρη στην σφραγίδα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, από μία κλειστή οικονομία της περιφέρειας σε μία ανοιχτή οικονομία της υφηλίου.

Από την άλλη πλευρά και η χώρα μας στάθηκε σύμμαχος στον μετασχηματισμό ενός χαλαρού συνεργατικού σχήματος σε μία ισχυρή πολιτική ένωση. Άσκησε πέντε Προεδρίες, από τις οποίες οι δύο συνέπεσαν με μεγάλες διευρύνσεις.

Πρωτοστάτησε επίσης στην εκπόνηση των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων, στη διαμόρφωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ, ενώ πολλοί Έλληνες υπηρέτησαν και υπηρετούν και καίριες θέσεις στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα και σε κορυφαία αξιώματα της πυραμίδας του.

Η πορεία αυτή δεν ήταν, δυστυχώς, πάντοτε ευθύγραμμη. Όμως και πάλι η ανυποχώρητη προσήλωση της παράταξής μας στην Ευρώπη έπεισε τελικά και τους αντιπάλους μας να ακολουθήσουν την κοινοτική διαδρομή. Όταν βρεθήκαμε στην εξουσία, ως Νέα Δημοκρατία, εργαστήκαμε για την ενδυνάμωση της θεσμικής παρουσίας της Αθήνας στις Βρυξέλλες. Ενώ κι όταν βρεθήκαμε στην αντιπολίτευση στηρίξαμε κάθε επιλογή που υπηρετούσε αυτή την κατεύθυνση.

Θυμίζω μόνο την είσοδό μας στην οικονομική και νομισματική ένωση, όπως και την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δύο εθνικά ορόσημα για τα οποία εργαστήκαμε αλλά δεν συντελέστηκαν επί των ημερών μας. Η στάση μας, ωστόσο, ήταν αυτονόητη. Το ίδιο και αργότερα, όταν ο λαϊκισμός έφερε την πατρίδα μας ένα βήμα πριν τον εξοστρακισμό μας από την ευρωπαϊκή οικογένεια.

Γιατί η παράταξή μας ήταν, είναι και θα είναι η παράταξη της Ελλάδος, της Ευρώπης. Το δημοκρατικό ανάχωμα απέναντι στον εθνικό απομονωτισμό αλλά και στον κομματικό διχασμό. Και η σταθερή δύναμη που θα εργάζεται με συνέπεια για μία πιο ενωμένη, πιο ισχυρή, πιο αποτελεσματική, πιο αυτοδύναμη ήπειρο.

Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι, αυτή η 40χρονη ευρωπαϊκή εμπειρία μετουσιώνεται σήμερα σε ωριμότητα και δυναμισμό. Η Ελλάδα αγρυπνά και προστατεύει τα σύνορά της, που είναι ταυτόχρονα και σύνορα ευρωπαϊκά. Έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην από κοινού διαχείριση της πανδημίας και των εμβολιασμών, όπως και στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της.

Έτσι άλλωστε η Ευρωπαϊκή Ένωση πέτυχε τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο στο εξής θα χρηματοδοτεί το μέλλον όλων των κρατών-μελών.

Ταυτόχρονα, η Αθήνα υπηρετεί την αναβάθμιση του ρόλου της Ευρώπης σε κάθε περιοχή στρατηγικών ενδιαφερόντων της, υπογράφοντας υποδειγματικές συμφωνίες συνεργασίας με τους γείτονες της, ιδρύοντας κοινά σχήματα δράσης με τα κράτη της Μεσογείου και τον Αραβικό κόσμο, και προωθώντας την ευρωπαϊκή συνεργασία στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, όπως πρόσφατα με την νέα εταιρική σχέση Ελλάδας – Γαλλίας. Έναν επίσης εθνικό στόχο που η χώρα διεκδικούσε από το 1974 και για τον οποίον και εσείς κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ Κώστα, και εσείς κύριε Πρόεδρε, αγαπητέ Αντώνη, είχατε εργαστεί σκληρά.

Πρόκειται για μια συμφωνία την οποία ο λαός μας χαιρέτησε αφήνοντας στο περιθώριο τους λίγους που την αμφισβήτησαν. Όχι μόνο γιατί προβλέποντας μια ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής μας θωρακίζει, αλλά και γιατί γίνεται το πρώτο θεμέλιο στο οικοδόμημα της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας. Τον μόνο δρόμο για την ήπειρο μας σε ένα κόσμο που αλλάζει. Γιατί, όπως είπα και στη Βουλή, τώρα είναι η ώρα οι πραγματικοί Ευρωπαϊστές να γίνουν Ευρωπαίοι πραγματιστές.

Τέσσερις δεκαετίες, λοιπόν, μετά την ένταξη μας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες το μεγάλο στοίχημα του Κωνσταντίνου Καραμανλή αποτελεί κεκτημένο αλλά και διαρκή πρόκληση. Μία τομή που δικαιώνεται αλλά και που ανανεώνεται καθημερινά, καθώς η εμβάθυνση της δημοκρατίας και η πρόοδος του έθνους συμβαδίζουν πλέον στην ευρωπαϊκή λεωφόρο.

Γι’ αυτό και νομίζω ότι σήμερα θα ήταν εξαιρετικά περήφανος για την δική μας ιστορική επιλογή -όπως είχε πει και ο ίδιος πολλές φορές- να είναι πατρίδα μας η Ελλάδα και οικογένεια μας η Ευρώπη.

Σας ευχαριστώ.

 

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.