Του Αλέξανδρου Οικονόμου
Μαστίζεται η Χώρα, απ ΄ άκρη σ ΄ άκρη,
κι ΄ από τα μάτια του φτωχού κυλάει το δάκρυ,
γιατί αυτός επόνεσε, μέσα στην κρίση,
και υποφέρει και ζητάει να δακρύσει.
Η κάστα των μεγάλων και φραγκάτων,
που έπρεπε επιτέλους, να πληρώσει,
με κάποια φίνα, μαγικά, τερτίπια.
κατάφερε χοντρά να τα τσεπώσει.
Η μοίρα του λαού αυτής της Χώρας,
να είναι το παντοτινό, ολέθριο θύμα,
νάναι το ανάχωμα της κάθε μπόρας
και ουδέποτε να ξεπληρώνει αυτό το κρίμα.
Γιατί λαέ την μοίρα σου υπομένεις,
γιατί ανέχεσαι ετούτους τους προδότες,
γιατί δεν αντιδράς μόνο υποφέρεις,
γιατί να μένεις στις κλειστές τις πόρτες;
Η μοίρα σου λαέ μου τόχει γράψει
να είσαι πεταμένος μες ΄ στο ρέμα,
ο ρόγχος του θανάτου να έχει πάψει.
Και οι κυβερνώντες να σου πίνουνε το αίμα.