«Το νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση είναι μια αξιόλογη προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ωστόσο οι προτάσεις, δεν ανταποκρίνονται επαρκώς στις ανησυχίες της Ελλάδας», ανέφερε στη Βουλή ο Νότης Μηταράκης.
Ενημερώνοντας μαζί με τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτη Σχοινά τις αρμόδιες επιτροπές της βουλής για το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, ο κ. Μηταράκης εξέφρασε τον προβληματισμό του για το περιεχόμενο του νέου Συμφώνου, καθώς η Ελλάδα αλλά και άλλες μεσογειακές χώρες αποτελούν τις κύριες πύλες εισόδου των ροών προς την ΕΕ.
«Η ισορροπία μεταξύ των υποχρεώσεων των κρατών-μελών και της επίδειξης έμπρακτης και αποτελεσματικής αλληλεγγύης προς τα κράτη-μέλη υπό μεταναστευτική πίεση δεν επιτυγχάνεται επαρκώς καθώς οι υποχρεώσεις είναι αυστηρές και λεπτομερείς, ενώ οι διατάξεις αναφορικά με την αλληλεγγύη έχουν λιγότερο δεσμευτικό χαρακτήρα», είπε αναφερόμενος στις διαφορές που εντοπίζει η Ελλάδα.
Σε ότι αφορά στο θέμα της αλληλεγγύης, ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου σημείωσε ότι εναλλακτικές μορφές υποστήριξης στα κράτη-μέλη που δέχονται «πιέσεις» «θα πρέπει να ενεργοποιούνται μόνον εάν έχει ήδη εξασφαλισθεί ο απαραίτητος αριθμός μετεγκαταστάσεων σε άλλα κράτη-μέλη».
Υπογράμμισε ακόμη, ότι η Ελλάδα έχει ανακτήσει τον έλεγχο της μεταναστευτικής κρίσης, καθώς το 2020 υπήρξε δραστική μείωση αφίξεων κατά 80%, σημαντική αποσυμφόρηση των νησιών του Αιγαίου κατά 65%, αύξηση κατά 64% της έκδοσης αποφάσεων ασύλου στις 106 χιλιάδες και μείωση των διαμενόντων σε όλη τη χώρα από 94.000 στις 64.000».
Ο κ. Μηταράκης επεσήμανε ακόμη την ανάγκη «άμεσης επανεξέτασης, των απαραίτητων χρηματοδοτικών εργαλείων για την περίοδο 2021-27, από την πλευρά της Επιτροπής, καθώς οι αναμενόμενες χρηματοδοτήσεις προς την Ελλάδα περιορίζονται σημαντικά, με αποτέλεσμα να υπάρξει κίνδυνος δραστικού περιορισμού ή ακόμη και διακοπής προγραμμάτων φιλοξενίας, ένταξης και προστασίας αιτούντων άσυλο και προσφύγων».