ΤΟ ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Γ’ ΛΟΥΚΑ) 09 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022

TheioKirigma

 

ΚΥΡΙΑΚΗ  Γ΄ ΛΟΥΚΑ

«καὶ εἶπεν αὐτῇ‧ μὴ κλαῖε» (Λουκ. 7, 13)

9 Ὀκτωβρίου 2022

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. Ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ.

Καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. Καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. Ἒλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν, λέγοντες ὅτι προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

ΘΕΙΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Μία μεγάλη θλίψη, ἕνας μεγάλος πόνος, μιὰ δοκιμασία κάμπτουν τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀναγκάζουν νὰ ἀντιδρᾶ μὲ κλάματα. Ἡ δυστυχὴς χήρα ἔκλαιε γιὰ τὸν χαμὸ τοῦ μονάκριβου παιδιοῦ της. Ὑπάρχει, ὅμως, ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔκλαψε ποτὲ στὴν ζωή του; Τὸ κλάμα εἶναι συνυφασμένο μὲ τὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεὸς «ἐφύτευσεν παράδεισον… ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον» (Γεν. 1, 26). Τότε ἡ φθορὰ καὶ ὁ θάνατος ἦταν ἄγνωστα. Τὸ κλάμα δὲν ὑπῆρχε. Ἄλλωστε, στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἔστι πόνος, οὐ λύπη οὐ στεναγμός». Τὸ κλάμα μπῆκε στὴν ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τὴν ἔξωσή του ἀπὸ τὸν παράδεισο καὶ τὴν ἀποξένωσή του ἀπὸ τὸν Δημιουργό του.  Ἀπὸ τότε ἡ ἐπὶ γῆς ζωὴ χαρακτηρίζεται «κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος».  Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ αὐτὴν θέλησε ὁ Θεὸς νὰ ἀπαλλάξει τὸν ἄνθρωπο. Καὶ τὸ πραγματοποίησε μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του. Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του ἄνοιξε τὸν δρόμο ποὺ ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανὸ καὶ ἔτσι δόθηκε ἡ δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ ξαναβρεθεῖ στὸν ἀρχικὸ προορισμό του, τὸν Παράδεισο. Ἐκεῖ «τὸ ἐσφαγμένον ἀρνίον», ὁ ἰσχυρὸς καὶ νικητὴς Ἰησοῦς «ἐξαλείψει πᾶν δάκρυον ἐκ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν». (Ἀποκ. 7, 17).

«Μὴ κλαῖε», εἶπε στὴν πονεμένη μητέρα ὁ Κύριός μας, γιατὶ «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή». «Μὴ κλαῖε», γιατὶ ὑπάρχει ἀνάσταση νεκρῶν. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος στὸν Κατηχητικό του Λόγο ποὺ διαβάζουμε τὴν νύχτα τοῦ Πάσχα ἀναφωνεῖ: «Ἀνέστη Χριστὸς καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος».

Ἀδελφοί μου,

Ὁ Κύριος δὲν ἀπαγορεύει τὰ δάκρυα. Ἄλλωστε, καὶ Ἐκεῖνος ὡς ἄνθρωπος ἔκλαψε, βλέποντας τὴν πόλη τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐδάκρυσε μπροστὰ στὸν τάφο τοῦ Λαζάρου. Ἡ προτροπὴ τοῦ Κυρίου μας ἀποσκοποῦσε στὸ νὰ σταματήσουν τὰ δάκρυα τῆς ἀπελπισίας. Καὶ αὐτό, διότι ὁ θάνατος μετὰ τὴν ἐνανθρώπησή Του ἔχασε τὴν πραγματική του σημασία καὶ ἔγινε ἕνας μεγάλος ὕπνος. Εἷναι σὰν νὰ ἔλεγε ὁ Κύριός μας στὴν χήρα τῆς Ναΐν: «μὴ κλαῖε. Ἐγὼ θὰ ξυπνήσω πάλι τὸ νεκρὸ παιδί σου. Ἄλλωστε, ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ Ζωή».

Ἔχουμε τὰ δάκρυα τῆς χαρᾶς, ἔχουμε καὶ τὰ δάκρυα τῆς λύπης. Ἔχουμε, ὅμως, καὶ τὰ ἱερὰ δάκρυα ποὺ ἐκφράζουν συντριβή, λύπη γιὰ τὴν πτώση μας, θλίψη γιὰ τὸν χωρισμό μας ἀπὸ τὸν Θεό. Εἶναι τὰ δάκρυα τοῦ Ἀδὰμ ποὺ θρηνεῖ ἔξω ἀπὸ τὶς πύλες τοῦ Παραδείσου. Εἶναι τὰ δάκρυα τῶν Ἰσραηλιτῶν «ἐπὶ τὸν ποταμὸν Βαβυλῶνος» γιὰ τὶς χαμένες πατρίδες τους. Εἶναι τὰ δάκρυα τοῦ ἀσώτου.

Ὤ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας! Χωρὶς αὐτὰ δὲν θὰ δοῦμε Θεοῦ πρόσωπο, χωρὶς αὐτὰ θὰ βροῦμε κλειστὸ τὸν Παράδεισο. Εἶναι ἀλήθεια πὼς εὔκολα γλιστρᾶς μέσ’ τὸ κακό, γινόμαστε σκλάβοι τῆς ἁμαρτίας. Τότε ἕνα μέσο σωτηρίας ὑπάρχει: τὰ θερμὰ δάκρυα τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας.

Γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ὅτι ὁ Δαβὶδ ἁμάρτησε. «Λούσω καθ’ ἑκάστην νύκτα τὴν κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν μου βρέξω» (Ψαλμ. 6, 7), ἔλεγε μὲ βαθιὰ συντριβή. «Ἐγενήθη τὰ δάκρυά μου ἐμοί ἄρτος ἡμέρας καὶ νυκτός». Ἂς θυμηθοῦμε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο. Σὲ μιὰ στιγμὴ ἀδυναμίας ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Συνῆλθε ὅμως. Μετάνιωσε, συνετρίβη «…καὶ ἐξελθὼν ἐξω ἔκλαυσε πικρῶς» (Ματθ. 26, 75). Ὁ Πέτρος μετάνιωσε καὶ σώθηκε. Ὁ Ἰούδας δὲν μπόρεσε νὰ μετανοήσει καὶ χάθηκε. Ἡ ἁμαρτωλὴ γυναίκα «κλαίουσα ἤρξατο βρέχειν τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ τοῖς δάκρυσι» (Λουκ. 2, 38). Λούσθηκε στὰ δάκρυά της καὶ ἔγινε λευκὴ σὰν κρίνο.

Ὑπάρχουν καὶ τὰ δάκρυα τῆς κατάνυξης, τὰ ὁποῖα πηγάζουν ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριο. Εἶναι τὸ ἀπόσταγμα τῆς καρδιᾶς κάθε εὐγενοῦς ὐπάρξεως. Ἂς θυμηθοῦμε τὴν Ἁγία Μαρία τὴν Μαγδαληνή. «εἱστήκει παρὰ τῷ μνημείῳ κλαίουσα ἔξω» (Ἰω. 20, 11). Ὤ, τὰ ἅγια δάκρυα τῶν μοναχῶν μας! Αὐτὲς οἱ χριστομίμητες καὶ ἀρχοντικὲς ὑπάρξεις τῆς ἀγγελικῆς πολιτείας . «Πολεμοῦν καὶ ἀκονίζουν τὸ ξίφος τῶν δακρύων ἔναντι τῶν δαιμόνων», θὰ γράψει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης. Ὅταν μιλοῦμε γιὰ τὰ δάκρυα τῶν μοναχῶν μὴ νομίζουμε ὅτι ταυτίζονται μὲ τὴν ἰσόβια θλίψη. Ἀντίθετα, μὲ αὐτὰ ἔρχεται ἡ ἐν Κυρίῳ χαρά.  Αὐτὰ τὰ δακρυσμένα μάτια προσεύχονται γιὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες καὶ εἶναι πάντα χαρούμενα. Τὸ κλάμα καὶ ἡ ἀγαλλίαση συνυπάρχουν ὡς χαρμολύπη.

Τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας μᾶς λένε οἱ Πατέρες εἶναι τὸ δεύτερο βάπτισμα τῆς ψυχῆς. Ὁ ἍγιοςἸωάννης ὁ Σιναΐτης λέγει: «Μετὰ τὴν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας ἕνα δάκρυ μετανοίας νὰ στάξει ἰσοδυναμεῖ μὲ λουτρὸ παλιγγενεσίας καὶ ἐπαναφέρει τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ εἴχαμε καὶ χάσαμε».

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος διδάσκει: «Τὸ πρόσωπο ποὺ πλένεται μὲ δάκρυα ἔχει πάνω του ὀμορφιὰ ἀμάραντη. Μὲ αὐτὰ ὑψώνεται ὁ ἄνθρωπος στοὺς οὐρανούς. Προσευχὴ μὲ δάκρυα εἰσακούεται ἀπὸ τὸν Θεό».

Ὁ Μέγας Βασίλειος συμβουλεύει: «Γιὰ τὴν ἁμαρτία νὰ κλαῖς. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρρώστια καὶ ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς. Αὐτὴ εἶναι ἄξια πένθους καὶ ὀδυρμῶν».

Ὁ ἱ. Χρυσόστομος γράφει: «Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ ἐξομολόγηση καὶ πολλὰ δάκρυα. Εἶναι ἀπαραίτητο, χρειάζεται, πρέπει νὰ κλάψουμε ἐδῶ. Μὲ τὰ δάκρυα μαλακώνει ἡ καρδιά μας. Ὁ σπόρος φυτρώνει καὶ καρποφορεῖ μὲ τὴν βροχή. Ἔτσι καὶ ἡ καρδιὰ μὲ τὰ δάκρυα καρποφορεῖ τὶς ἀρετές. Εἶπε ὁ Κύριος: ‘‘μακάριοι οἱ πενθοῦντες ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται’’. Ὑποσχέθηκε ὅτι ὅσοι κλαῖνε τὶς ἁμαρτίες τους θὰ ἔχουν χαρὰ στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος διδάσκει: «Ἔχουμε δύο εἰδῶν δάκρυα, τὰ κατὰ Θεὸν καὶ τὰ δάκρυα τῆς μέμψεως. Τὰ κατὰ Θεὸν δάκρυα ἔρχονται μόνα τους  καὶ εἶναι ποὺ κλαῖμε καμιὰ φορά, ὅταν ἀκούσωμεν μίαν ἀνάγνωσιν ἢ ἕνα ἄσμα πνευματικὸν ἢ μᾶς ἔλθει καμμία καλὴ σκέψις. Καλὰ εἶναι καὶ αὐτά, ἀλλὰ τὰ δάκρυα ποὺ ἔρχονται ἐπειδὴ ἐσφάλαμε, τῆς μέμψεως τὰ δάκρυα, εἶναι καλύτερα. Διότι ὁ Χριστὸς εἰς τὸν πρῶτον δὲν ἔρχεται, ὅμως εἰς τὸν μετανοοῦντα, εἰς ἐκεῖνον ποὺ κλαίει διὰ τὰς ἁμαρτίας του, ὄχι μόνον ἔρχεται, ἀλλὰ πέφτει καὶ εἰς τὸν τράχηλόν του ἀκόμα. Διότι ἐκεῖνος ποὺ χύνει δάκρυα μόνον διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, ναὶ, Τὸν εὐχαριστεῖ καὶ αὐτός, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ ἔσφαλε καὶ μετανοεῖ καὶ κλαίει διότι ἐλύπησε τὸν Θεὸν μὲ τὰς ἁμαρτίας του, Τὸν εὐχαριστεῖ περισσότερον. Εἰς τὸν τοιοῦτον ἀνοίγει τὰς ἀγκάλας Του καὶ τοῦ λέγει: ‘‘Μή λυπᾶσαι, τέκνον μου, κι ἐγὼ γιὰ σένα ἔπαθα τόσα καὶ τόσα. Ἂν ἔπεσες, σήκω, μετανόησον καὶ ἐγὼ πάλιν σὲ δέχομαι’’».

Καὶ ὁ Ἅγιος Παΐσιος θὰ συμπληρώσει: «Ἡ καρδιὰ καθαρίζεται μὲ δάκρυα καὶ στεναγμούς. Ἕνας ἀναστεναγμὸς μὲ πόνο ψυχῆς ἰσοδυναμεῖ μὲ δυὸ κουβάδες δάκρυα. Στὰ δάκρυα τῆς μετανοίας πονᾶς βαθιὰ καὶ εἰλικρινὰ γιὰ τὸ σφάλμα σου καὶ κλαῖς μὲ ταπείνωση. Τὰ δάκρυα αὐτὰ καταβάλλουν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἔχουν θεία παρηγοριά. Ὅταν ἡ ψυχὴ συμφιλιωθεῖ μὲ τὸν Θεό, ἔρχονται τὰ δάκρυα τῆς εὐγνωμοσύνης καὶ τῆς δοξολογίας, ποὺ εἶναι δάκρυα ἀγαλλιάσεως. Τότε ἡ ψυχὴ βρίσκεται σὲ ἄλλο χῶρο, φτερουγίζει στὴν ἁπαλὴ ἐκείνη γλυκύτητα, τὴν παραδεισένια. Ἡ μετάνοια γιὰ τὸν ἀγωνιζόμενο εἶναι ἕνα ἐργόχειρο ποὺ δὲν τελειώνει ποτέ. Τὶς ἁμαρτίες μας θὰ τὶς κλαῖμε συνέχεια, μέχρι νὰ πεθάνουμε, ἀλλὰ μὲ διάκριση καὶ ἐλπίδα στὸν Χριστὸ ποὺ σταυρώθηκε γιὰ νὰ μᾶς ἀναστήσει πνευματικά».

Εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα!

Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας, ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι ὁ ἀληθινὸς παρηγορητής μας, ἡ πηγὴ ἡ ἀνεξάντλητη τῆς παραμυθίας. Ὄχι μόνο τότε ποὺ πλησίαζε μπαίνοντας στὴν πόλη τῆς Ναῒν τὴν πονεμένη χήρα, ἀλλὰ πάντοτε θὰ χαρίζει τὸν πλοῦτο τῆς παρηγοριᾶς Του στὸν καθένα ποὺ θὰ Τὸν πλησιάζει μὲ εἰλικρινῆ καὶ ἄδολη πίστη. «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13, 8).

Ἐκεῖνος γνωρίζει τὴν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης φύσης μας. Βλέπει τὰ δάκρυά μας καὶ τοὺς στεναγμοὺς γιὰ τὶς πολλαπλὲς δυσκολίες τῆς ζωῆς μας. Βλέπει καὶ τὸν πνευματικό μας ἀγῶνα καὶ κατασπάζεται τὰ ἅγια δάκρυα τῆς μετανοίας μας.

Μὴ κλαῖτε γιὰ τὰ γήινα, θὰ μᾶς βροντοφωνάξει. Ἐγὼ εἶμαι ὁ στοργικός σας Πατέρας. Σᾶς στέλνω τὶς δοκιμασίες, γιατὶ γνωρίζω ὅτι εἶναι γιὰ τὸ καλό σας. Νὰ κλαῖτε γιὰ τὶς ἁμαρτίες σας καὶ νὰ εἶστε πάντα ἕτοιμοι γιὰ τὴν ὥρα τῆς ἐξόδου σας ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη αὐτὴ ζωή.

Κι ἐμεῖς, τὰ φιλότιμα παιδιά του, ὅταν βαδίζουμε γιὰ τὴν μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, θὰ τοῦ ποῦμε μυστικὰ ὁ καθένας μας: «Δακρύων μοι παράσχου μοι Χριστὲ ρανίδας, τὸν ρύπον τῆς καρδίας μου καθαιρούσας…»

Ὁ ποιητὴς Βερίτης θὰ συγκατανεύσει σ’ αὐτὴν τὴν καλή μας ἀγωνία:

«Ἔγινε σήμερα γιὰ μὲ κι αὐτὸ τὸ πανηγύρι!

Ν’ ἀφήνω πεντακάθαρος τὸ ξομολογητήρι

καὶ γύρω μου νὰ τραγουδοῦν ἀγγέλοι, ἀρχαγγέλοι.

Κι ἂν θὰ λυσσάξει ὁ σατανᾶς κι ὁ κόσμος, τὶ μὲ μέλει;

Γιὰ μένα σήμερα ἔγινε μεγάλο πανηγύρι!»

Εἴθε νὰ ἀξιωθοῦμε ὅλοι μας αὐτῆς τῆς μεγάλης χαρᾶς τῆς μετανοίας!  ΑΜΗΝ!

Πηγή: imchiou.gr

 


Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.