Με αφορμή επίσκεψη στον Αχέροντα


Δόξα και πλούτη κι ομορφιά
και της ζωής το ψέμα
Όλα βουλιάζουν κάποτε
στου Αχέροντα το ρέμα

(από την Αχερουσία του Ν. Γκάτσου)

Του Κ. Α. Ναυπλιώτη
Βλέποντας τις φωτογραφίες  από την περσινή επίσκεψή μου στην Ήπειρο και στον ποταμό Αχέροντα,  ένοιωσα την ίδια και μοναδική χαρά που νοιώθει –πιστεύω- ο κάθε επισκέπτης, που ενώ βρίσκεται στον «απάνω κόσμο», συγκινείται όταν αισθάνεται την ανάσα των προγόνων του μέσω των μύθων και της ιστορίας.
Να πούμε πως ο Αχέρων πηγάζει από τα δυτικά του όρους Τόμαρος και διαρρέει τη βραχώδη χώρα τού Σουλίου. Οι παραπόταμοι τού Αχέροντα αρχίζουν από τους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων.
Θα προσπαθήσω, όσο είναι δυνατό, να σας μεταφέρω την ομορφιά, την ιστορία και τις εντυπώσεις ενός ενδιαφερόμενου τής μάθησης, της ιστορίας και της γλώσσας.
Αρχίζοντας, να πούμε πως το νερό ήταν σύμβολο ζωής και πολιτισμού όλων των λαών από τα πανάρχαια χρόνια. Εκτός από αυτό όμως, ήταν και στοιχείο δύναμης γιατί καθαρίζει[αρχ. καθαρός + -ιζω], θεραπεύει[υπηρετεί, γιατρεύει] αλλά και διασφαλίζει την αθανασία. Για τους αρχαίους Έλληνες το πιο ονομαστό ελιξίριο[1] ήταν το νερό, αλλά ιδιαίτερα τα νερά τής Στυγός όπου ορκίζονταν οι θεοί. Η Στύγα[2] ήταν φοβερή θεότητα και η μεγαλύτερη κόρη του Ουρανού και της Τηθύος[3] η οποία έμενε  στα Τάρταρα[•] και στην παγωνιά όπου πίστευαν πως βρίσκονταν οι πύλες του Άδη.
Ο ποταμός Αχέρων* ήταν αυτός – σύμφωνα με τη μυθολογία- που οδηγούσε στον Άδη μέσω της Αχερουσίας λίμνης όπου ήταν η συμβολή τριών ποταμών∙  τού Αχέροντα (ποταμού των στεναγμών), του Κωκυτού (νυν Βουβός, εδώ υπάρχει και κοινότητα που λέγεται Βουβοπόταμος) των θρήνων και των οδυρμών, και του Πυριφλεγέθοντος, (φλέγοντος ποταμού) του οποίου παλαιότερα τα νερά ήσαν φωσφορούχα. Η Αχερουσία χώρα είναι περιοχή την οποία διαρρέει ο Αχέρων. Το όνομα αυτό είχαν διάφορες τοποθεσίες και λίμνες που εθεωρούντο είσοδοι για τον Κάτω Κόσμο. Πιο γνωστή ήταν αυτή της Θεσπρωτίας, η Εφύρα η οποία ήταν και πρωτεύουσα των Θεσπρωτών. Το Νεκρομαντείο «Νεκυομαντεῖον»** της οποίας κατά τον Ηρόδοτο  («Ιστορίαι» V, 92) ήταν το σπουδαιότερο όλων. Η Εφύρα κατά τον Θουκυδίδη «κεῖται ἐν τῇ Ἐλαιάτιδι τῆς Θεσπρωτίδος Ἐφύρῃ» βλ. Θουκυδίδου Ξυγγραφή Α σελ. 72 De bello peloponnesiaco, libri octo [διαδίκτυο] – .
Είναι γνωστό από τα παμπάλαια χρόνια, πως το νερό αποτελούσε πηγή ζωής, στοιχείο πολιτισμού και έμπνευσης σε όλους τους λαούς του κόσμου.  Σ’ αυτό ορκίζονταν ακόμα και οι θεοί. Οι επίορκοι θεοί τιμωρούνταν με βαριές ποινές όπως π.χ για ένα χρόνο έμεναν άφωνοι και δυστυχείς, χωρίς Αμβροσία και Νέκταρ, χάνοντας όλα τα προνόμιά τους. Όταν κάποιος αποδεικνύετο ότι έλεγε ψέματα, έπρεπε να αποδεχτεί να πιεί το Στύγιον Ύδωρ∙ γιατί όπως αναφέρει και ο Όμηρος (Ιλ. Ο 36-38) «Ἵστω[4] νῦν τόδε Γαῖα και Οὐρανός εὐρύς ὓπερθε καί τό καταμειβόμενον Στυγός  ὓδωρ, ὄς τε μέγιστος ὄρκος δεινότατός τε πέλει μακάρεσσι θεοίσι…» ερμην. Μάρτυς μου γι αυτό είναι η Γή και ο πλατύς Ουρανός επάνω και της Στυγός το νερό που χύνεται στο Άδη, όπου ‘ναι πρώτος και φρικτός των αθανάτων όρκος (μτφ. Πολυλά διαδίκτυο).
Στις δυνατότητες του νερού τής Στύγας ήταν να δίδει και την αθανασία, όπως και να τιμωρεί τους παραβαίνοντες τον όρκο[5]. Έτσι, όταν γεννήθηκε ο Αχιλλέας, η μάννα του[Θέτιδα] κρατώντας τον από τη φτέρνα τον βούτηξε στα ύδατα της Στυγός για να τον κάνει αθάνατο. Όμως η φτέρνα του δεν βράχηκε, και αυτό ήταν το τρωτό σημείο που βρήκε το βέλος τού Πάρη στον πόλεμο της Τροίας και τον σκότωσε. Έτσι έμεινε η έκφραση «Αχίλλειος πτέρνα». Αλλά και όπως λέει ο  Παυσανίας, ο Μέγας Αλέξανδρος δηλητηριάστηκε αφού ήπιε το «Στύγιον ύδωρ», ενώ οι αδελφές του[6], λούστηκαν με αυτό το νερό και έγιναν αθάνατες.
Από τα νερά τού ποταμού Αχέροντα, ο Ερμής Ψυχοπομπός [ψυχό˂ ψυχή + πομπός ˂ πέμπω] οδηγούσε τις ψυχές των νεκρών μέχρι τις πύλες τού βασιλείου τού Άδη, όπου τις παραλάμβανε ο Χάροντας ο πορθμέας του Άδη, και τις μετέφερε μέσω της Αχερουσίας λίμνης στον κάτω κόσμο παίρνοντας μεταφορικά  το «χαρώνιον νόμισμα», που ήταν ένας οβολός- και όχι οποιοδήποτε άλλο νόμισμα- το οποίο έθεταν στο στόμα το νεκρού. Αυτό είχε και την ονομασία «περατίκιον». Έτσι επιβεβαιώνεται πως, όλα σε τούτο τον κόσμο έχουν το τίμημά τους ως την τελευταία στιγμή!
Και να τελειώσουμε με τις σχετικές αναφορές στους «Νεκρικούς διαλόγους» τού Λουκιανού, μεταξύ Χάροντα και του πάμφτωχου κυνικού φιλοσόφου Μενίππου. ΧΑΡΩΝ Πλήρωσε καταραμένε τα μεταφορικά («Ἀπόδος ὦ κατάρατε τά πορθμεῖα»)
ΜΕΝΙΠΠΟΣ Δεν μπορείς να πάρεις από έναν που δεν έχει («οὐκ ἄν λάβοις παρά τοῦ μή ἔχοντος»).
ΧΑΡΩΝ Υπάρχει άνθρωπος χωρίς τον οβολό του;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ Αν υπάρχει και κανένας άλλος δεν ξέρω, εγώ πάντως δεν έχω(!).
………….

Διευκρινιστικές σημειώσεις – προσθήκες

[1] Ελιξίριο (το)∙ είναι είδος φαρμάκου των Αλχημιστών που είχε δήθεν θεραπευτικές και θαυματουργικές ιδιότητες (αραβ. el- iksir = λίθος της γνώσεως) πρβλ. «ελιξίριο της ζωής – τής νεότητος» δηλ. αυτό που δίδει ζωή και στη νεότητα. βλ. και Σταύρος Βασδέκης ρ. ελίσσω.
[2] Στύγα (η) αρχ. Στύξ προέρχεται από το ρ. στυγέω = μισώ, απεχθάνομαι. Από το στύγος [ίστημι, ρίζα στα- + άγος (α ˃ υ) – μίσος, αποστροφή, αντιπάθεια, απέχθεια, κατήφεια, βδέλυγμα. Απ’ εδώ και οι λέξεις στυγνός, στυγερός, στύγημα, στυγητός, στύγιος, στυγνάζω, στύγνασις, στυγνότης, στυγνία, στυγνόω ( βλ. το  ως άνω λξκ).
[3] Τυθής -ος∙ η Μεγάλη θάλασσα που χώριζε την Ευρασία (ηπειρωτικός χώρος Ευρώπης – Ασίας). Η θάλασσα αυτή σταδιακά κάποια στιγμή, πριν εκατομμύρια χρόνια εξαφανίστηκε, και το τμήμα που παρέμεινε, είναι η σημερινή Μεσόγειος θάλασσα. Από τα τμήματα ξηράς δημιουργήθηκαν οι Ήπειροι. Επειδή η θάλασσα ήταν και είναι τροφοδότης και τροφός για τον άνθρωπο, φαίνεται ως η τίτθηπρομήτωρ που τρέφει τους ανθρώπους από τα αγαθά που τους προσφέρει. Όπως η μητέρα τρέφει, βυζαίνοντας το παιδί της (Ι.Ε dhe- θυλάζω). Έτσι λοιπόν θα τολμούσε να υποστηρίξει κανείς, πως (και) η αγγλική λέξη teach [τήїch] διδάσκω, παιδεύω-er, δάσκαλος, δασκάλα, διδακτό (το) –ing, διδασκαλία (η), προέρχεται από το α.ε τιθή-θηλή- στήθος, τιτθίον (πρβλ .λ. τσιτσί= φαγητό). Είναι γνωστό ότι σε παλαιοτέρα χρόνια η γυναίκα που θήλαζε ξένο βρέφος, αλλά και φρόντιζε (τάїζε-βύζαινε) μικρά παιδιά, λέγοντάς τους «παραμυθάκια» αλλά και την άλφα-βήτα, αυτή ήταν η τίτθη-teach-er.
 [•] Τάρταρα∙ αρχ. ελλην. λ. πληθυντ. του Τάρταρος (ο) μυθική σκοτεινή άβυσσος, είσοδος της Κόλασης ή του Κάτω Κόσμου αλλά και η ίδια η Κόλαση όπου ήταν και η φυλακή τών Τιτάνων. Σχετ. φράσεις, «πυρ της Κολάσεως», οι «Πύλες της Κολάσεως», «με ‘ριξε στα Τάρταρα». 
*
Η λέξη Αχέρων (Αχέροντας) έχει ρίζα αχ- η οποία υπάρχει σε λέξεις ποταμών και λιμνών βλ. Αχελώος, Αχερουσία, Αχέρων, Ίναχος, Άραχθος βλ. ετυμ. λξκ. Βασδέκης Ν. Σταύρος. //Στις εκβολές τού Αχέροντα – ή Γλυκέως  ποταμού υπήρχε λιμήν του αρχαίου Γλυκέως (νυν Αμμουδιά).
** Νεκρομαντεία αρχ. νεκυομαντεία (νέκυς-γεν.-νέκυος[νεκρός] + μαντεία) ήταν η μαντική τέχνη επικοινωνίας με τις ψυχές των νεκρών, μέσω της οποίας αποκαλύπτονταν αυτά που θα συνέβαιναν στο μέλλον. σχετ. λ. νεκρώσιμος -η, νεκροκρέβατο, νέκρωση, νεκρικός, νεκρώνω, νέκρα, νεκρίλα, νεκροφόρα, νεκροψία.
Σε απόσταση 50 περίπου χλμ. από το Νεκυομαντεῖον -Νεκρομαντείο τού Αχέροντα βρίσκονται τα Σύβοτα, όπου έγινε η ναυμαχία (στα πλαίσια του Πελοποννησιακού πολέμου) το 433 π.Χ. μεταξύ των Αθηναίων και των Κορινθίων με τους συμμάχους τους. Η λέξη «Σύβοτα» προέρχεται από το Ομηρικόν Συβόσιον δηλ. [συς (γουρούνι) +  το ρ. βόσκω] δηλ. τόπος όπου γινόταν αναμφιβόλως νομαί χοίρων[πρβλ. συοβόσκης {βόσκω} – συβότης, συβόσιον] (βλ.Οδυσ. στ. 449-50 «… ὄν ‘ρα συβότης…»… τότε[Εύμαιε] χοιροβοσκέ…. Κάποιοι ορθογραφούν τη λ. με ωμέγα [εσφαλμένα], λέγοντας ότι «ονομάσθησαν Σύβωτα με το να έχουν καλήν τροφήν δια τους χοίρους» δηλ. από το βρώσις- φαγητό. Ωστόσο η λ. πρέπει να γράφεται Σύβοτα∙ και μεταγλωττισμένη SYVOTA και όχι SIVOTA, όπως και οι Ολυμπιακοί αγώνες Olympic (games), και ο Ολυμπιακός Olympiakos κπα. 
[4]
Ἴστω∙ του οἶδα ˂ αρχ. οἶδα ˂ Fειδ του άχρηστου εἴδω «βλέπω» ˂ Fοιδ- ˂ οιδ- ˂ ΙΕ woid-«γνωρίζω», weid – «βλέπω, είδα» ειδητικός ˂ εἴδω «γνωρίζω» ετυμολ. [˂ αρχ. οἶδα] βλ. Lexigram – διαδίκτυο. Απ’ εδώ και η αρχ. λ. ἳστωρ και ιστορία οι οποίες όμως δασύνονται (Fιστωρ ἳστωρ, ἱστορία).
[5]
Η λ. όρκος προέρχεται από το ρ. εἲργω [ἔργνυμι και εἴργνυμι] = περιορίζω, φράζω, εμποδίζω, λ. ειρκτή, ειργμός, ερκείος… βλ. Ομ. Ιλ. Δ 360 «Ποῖόν σε ἒπος φύγεν ἓρκος ὀδόντων».
 [6] Αδελφές τού Μ. Αλέξανδρου  ήσαν, η αμφιθαλής* Κλεοπάτρα, η Θεσσαλονίκη και η Γοργόνα∙ η οποία σύμφωνα με τον μύθο έχυσε το «αθάνατο νερό»∙ όμως το μετάνιωσε και παρακάλεσε τον θεό να ζη για να δεί τον αδελφό της Μ. Αλέξανδρο, για τον οποίο δεν ήθελε να πιστέψει πως μιά μέρα θα πεθάνει. Η παράκλησή της εισακούστηκε, όμως, η βασιλοπούλα έγινε από τη μέση και κάτω ψάρι πήδησε στη θάλασσα και άμα έβλεπε κανένα καράβι ρωτούσε τους ναυτικούς αν «ζη ο βασιλιάς Αλέξανδρος».
* Η λέξη, λέγεται για αδέλφια που έχουν γεννηθεί από την ίδια μητέρα και τον ίδιο πατέρα (αμφί – θάλλω[βλαστάνω, μεγαλώνω, είμαι ακμαίος,]). Η πρόθεση αμφί χρησιμοποιείται μόνο στις σύνθετες λέξεις στη νέα Ελληνική, όπως, αμφιβάλλω, αμφιβολία, αμφισβητώ, αμφιταλαντεύομαι, … βλ. Γραμματική της Ελλην. Γλώσσης Γ. Ζούκη Αθ. 1960. Κατά τον Ησύχιο βλ. λ. αμφιθαλής, είναι ο επ’ αμφοτέροις τοις γονεύσι θάλλων. ή εφ’ ω αμφότεροι θάλλουσιν οι γονείς. 

Βιβλιογραφία: Για τη συγγραφή του παραπάνω κειμένου εκτός από την προσωπική παρουσία και «έρευνα» στην περιοχή, χρησιμοποιήθηκαν∙ το διαδίκτυο, Ομήρου Ιλιάς και Οδύσσεια των εκδ. Γεωργιάδη σε μετ/ση Κώστα Δούκα. Παυσανίου Ελλάδος Περιήγηση, ΠΡΔ Ελληνική Αγωγή τευχ. 14/67 & 15/68 2002. Λουκιανού  Νεκρικοί Διάλογοι (παλαιό χ.χ). Εκτός από τα λεξικά που αναφέρονται στο κείμενο, τα: Λεξικόν ανωμάλων ρημάτων Γ. Παπαοικονόμου εκδ. Καγιάφας 1951, Ησυχίου του Αλεξανδρέως Λεξικόν αναστατική έκδ. Γεωργιάδης 1975, Σύγχρονον Λεξικόν της Ελληνική Γλώσσης Ο.Ε.Ε. «ΑΤΛΑΣ» Αθήναι 1961.

knafpl@hotmail.com

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.