Ερωτήματα από κάποια στιγμιότυπα. Γράφει ο Κώστας Λιάκος 

ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ.

 

Η παραλία εκείνο το μεσημέρι, φάνταζε με απέραντο χώρο άπλετης ηδονικής σαγήνης.

Οι κενές ξαπλώστρες σού έδιναν την αίσθηση πώς ήταν το εφαλτήριο, όπου το βλέμμα τιναζόταν σαν ολοφωτο – δίδυμο – τόπι και ανήμπορο, αποκαμωμένο, έπεφτε σ’ εκείνες που φιλοξενούσαν τις αισθησιακές περιφέρειες και τα χυμώδη στήθη που με τόση γαλαντομία ο Θεός χάρισε, των υπέροχων – αυτό το ηλιόλουστο μεσημέρι – γυναικών. Νόμιζες πώς η φύση, εκείνες τις στιγμές, σε μιά αδιάκοπη αντάρα βρισκόταν. Και πως διαφορετικά θα μπορούσε να γίνει; Παρουσίες, από τη Θεία Χάρη ευλογημένες σε μιά αδιάκοπη παρέλαση, φόρτιζαν το νου σε ταξίδια ανεύρετα, ανομολόγητα, υπέροχα. Οι ακτίνες του ηλίου εναλλάσσονταν σε ανάμικτους χρωματισμούς. Πότε το χρυσαφί, μετά το σκούρο, ύστερα το ροδοκόκκινο.

Οι αντανακλάσεις λες και ήσαν από τα ξανθά μαλλιά των κοριτσιών, που έμοιαζαν με γήινες ηλιακές ακτίνες. Όπως διέσχιζαν τους ώμους, έπεφταν στους ορθόστητους καρπούς τους φτάνοντας στους αισθησιακούς παλμικούς γλουτούς, ταυτόχρονους με της καρδιάς τους χτύπους.

Ύστερα το χρώμα άλλαζε από τα μαύρα μαλλιά των γυναικών που πλαισίωναν το μέτωπο και τα μεγάλα, εκφραστικά, όλο πόθο και υποσχέσεις θαρρείς, μάτια τους. Σου έδιναν την αίσθηση, πώς φεγγοβολούσαν από μιά έντονη ερωτική διάθεση. Ένιωθες ένας ξεχωριστός, διαφορετικός, καλοδεχούμενος να γίνεται σεισμός, από την ακαταμάχητη παρουσία τους και το αγέρωχο βάδισμα τους στην καρδιά και στο νου.

Κάποια στιγμή ένα ροδοκόκκινο χρώμα σκέπασε την ατμόσφαιρα. Τα σαρκώδη κόκκινα χείλη της γοητευτικής, ώριμης γυναίκας, ρούφηξαν το βλέμμα έντονα, ανελέητα, λίγο πριν πέσει σ’ ένα άλικο στηθόδεσμο απ’ όπου σαν ολόλευκα γινομένα τριαντάφυλλα ξεχείλιζαν τα στήθη της. Οι αγαλμάτινοι μηροί της, σαν δύο ξεχωριστοί, ηδονικοί δρόμοι, οδηγούσαν στους υπέροχους της γλουτούς που με κόπο θαρρείς, το κόκκινο μαγιό συγκρατούσε.

Εκείνες τις στιγμές αναρωτήθηκες, “μήπως αυτές οι παρουσίες, κάποιες νύμφες της αρχαιότητας τελικά είναι; Μήπως γύρισαν, ύστερα από χιλιάδες χρόνια, θέλοντας χρώμα αισιοδοξίας και πνοή ελπίδας να δώσουν σ’ ένα σύγχρονο γίγνεσθαι, καταθλιπτικό και κατάπτυστο;”.

ΚΩΣΤΑΣ ΛΙΑΚΟΣ.

(μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Εθνικής Εταιρίας των Ελλήνων Λογοτεχνών και της Εταιρίας Κορινθίων Συγγραφέων).

 

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.