Γιατί;

 

Γράφει ο Κώστας Βασιλάκος.

Πήρα τον δρόμο για το λόφο όπως κάνω καθημερινά  χρόνια τώρα. Η διαδρομή ανάμεσα σε θάμνους, πεύκα και θυμάρια μαγική, ένα ελικοειδές τοπίο ως το εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής. Ποτέ δεν το χόρτασα, ποτέ δεν είναι ίδιο. Κάθε μέρα τα κλαδιά,  τα φύλλα, τα χόρτα, τα χρώματα είναι διαφορετικά. Κάθε μέρα και μια έκπληξη με μια αλεπού να πετάγεται από το πουθενά, ένα ελάφι, μια χελώνα, ένα φίδ , η απόλυτη ισορροπία της πλάσης. Ο ήλιος έχει πάρει την καθοδική τροχιά και ετοιμάζεται να βυθιστεί πίσω από την Πάρνηθα. Η πρωινή βροχή έκανε διάφανη την ατμόσφαιρα και το χώμα με τα φυτά αναδύουν μια υπέροχη ευωδιά σαν από άρωμα ακριβό. Η Μπιάνκα πιστή στις δικές της συνήθειες χάνεται μέσα στο δάσος και με καρτερά δυο –τρεις στροφές πιο πάνω θαρρείς και μυρίζει τον ιδρώτα μου ή ακούει το λαχάνιασμα που με τα χρόνια δυναμώνει και τα βήματα αργόσυρτα όλο και βαραίνουν. Τον ειρμό των σκέψεων και την  ησυχία του τοπίου διέκοψε ένα  σπαρακτικό κλάμα. Κοίταξα κατά την πλαγιά  κατέβηκα περί τα 50 μέτρα και διέκρινα ένα ανοιχτό χαρτόκουτο. Δίπλα ένα κουτάβι , δεν θα ήταν δύο μηνών έτρεμε από τον φόβο και το κρύο που μαζί με την υγρασία τρυπούσε τα κόκαλα. Το πήρα αγκαλιά, το χάιδεψα, με κοίταξε με τα υγρά μάτια του λίγο πριν στεγνώσουν από την απόγνωση και το παράπονο. Πάνω από 20 χρόνια σε αυτή τη διαδρομή έχω βρει μικρά κουτάβια  που τα πέταξαν μόλις γεννήθηκαν, μεγαλόσωμα  σκυλιά  που τα εγκατέλειψαν και δημιουργήθηκαν αγέλες . Σε αυτό το βουνό συνάντησα  κυνηγόσκυλα που δεν πέρασαν τις «εξετάσεις» επειδή φοβήθηκαν στην πρώτη τουφεκιά, είδα σκυλιά ράτσας με περιλαίμια που άφησαν  στο δρόμο νεόπλουτοι , είχαν συνδέσει βλέπετε το κοινωνικό στάτους με ένα κατοικίδιο και τα εγκατέλειψαν μόλις έσκασε η οικονομική φούσκα λες και δεν τους περίσσευε λίγο φαί και δυο γουλιές νερό, όμως αυτό το περιστατικό με συγκλόνισε. Ένιωσα την μοναξιά, τους κινδύνους, τον θάνατο ενός ανυπεράσπιστου πλάσματος. Υπάρχουν πραγματικά αξιέπαινες προσπάθειες από ιδιώτες, συλλόγους  αλλά και Δήμους  που παλεύουν δημιουργώντας εστίες φροντίδας και περίθαλψης αδέσποτων ,δυστυχώς όμως δεν επαρκούν . Τα εγκαταλειμμένα είναι τόσα πολλά, μια ματιά στην γειτονιά σας ή στους κάδους απορριμμάτων θα σας πείσει. Πλέον πρέπει να ευαισθητοποιηθούμε  όσο περισσότεροι από εμάς γίνεται  ,να νοιαστούμε γι’ αυτά σα να είναι δικά μας.  Ένα χάδι , λίγο φαγητό και νερό έξω από την πόρτα  μας δεν κοστίζουν τίποτα. Να θυμόμαστε ότι τα  ζώα είναι αθώες ψυχές  με  μεγάλες καρδιές. Να θυμόμαστε ότι η κόλαση και ο παράδεισος για τον καθένα μας είναι οι καθημερινές πράξεις απέναντι στους συνανθρώπους μας και σε όλα τα ζωντανά πλάσματα της γης. Θα κλείσω αυτό το άρθρο με ένα ποίημα από την ποιητική μου συλλογή «Ανάμεσα σε δυο στιγμές» των Εκδόσεων Σοκόλη

Γιατί;

Κάθε πρωί

έφερνες στις χούφτες μου ένα τρομαγμένο ουρανό

κι εγώ σε κέρναγα δυο σπόρους ευτυχία.

Κάθε πρωί

λευτέρωνες απ’ τη μυρτιά δυο ευωδιές εγκλωβισμένες

κι εγώ χάιδευα τη σκιά σου.

Μια άνοιξη χωρίς λουλούδια έσταξε στα πόδια μου

λίγο αίμα από κρότο.

Γιατί;

Κώστας Βασιλάκος.

Συγγραφέας-ποιητής.

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.