Εμιράτα: Το κλειδί για μία ισχυρή ελληνική παρουσία στην Μέση Ανατολή – Γράφει ο Δημήτριος Ντόικος

Οι εξεγέρσεις που ακολούθησαν την αραβική Ανοιξη στην Μέση Ανατολή το 2011 άφησαν να διαρραγεί εντελώς η κουρτίνα που επιμελώς κάλυπτε την προβληματική των παραγόντων που προοιώνιζαν τις αλλαγές που έρχοταν. Αλλαγές οι οποίες βρήκαν το μεγαλύτερο μέρος του δυτικού κυρίως κόσμου απροετοίμαστο. Περισσότερο από όλους τους ευρωπαικούς λαούς όμως, ήταν η Ελλάδα η χώρα η οποία θα αισθανόταν τις αμμεσότερες συνέπειες αυτών των αλλαγών. Από τότε έχουν περάσει δέκα χρόνια σχεδόν, και ακόμα η Ελλάδα παλεύει με τις συνέπειες αυτές, όχι μόνο να τις αντιμετωπίσει, αλλά και να τις κατανοήσει. Παράλληλα η νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε δημιουργεί και μία σειρά ανησυχητικών παραγόντων για την ασφάλεια της χώρας μας, οι οποίοι πρέπει να αντιμετωπιστούν άμμεσα. Εκτός της αμυντικής πολιτικής που πρέπει να αλλάξει σε νοοτροπία και οργάνωση, μεγάλο ρόλο αρχίζει και παίρνει η διπλωματία, η οποία σκοπό έχει να εξασφαλίσει συμμάχους μέσω διαφόρων συνασπισμών και συμφερόντων. Για την επίτευξη ενός αξιόλογου συμμαχικού συνασπισμού, οι πρωτοβουλίες πρέπει να αποσκοπούν τόσο στην εμβάθυνση στρατιωτικών επαφών με επίδοξους συμμάχους, αλλά και οικονομικοπολιτικών επίσης, οι οποίοι θα στερεώσουν ακόμη περισσότερο τους διακρατικούς δεσμούς. Ενα βασικό ρόλο σε αυτές τις προσπάθειες θα μπορούσαν να παίξουν τα σχετικά άγνωστα σε εμάς ως πολιτικό και στρατιωτικό παράγοντα, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Τα Εμιράτα στο μεταίχμιο μιας νέας εποχής.
Τα Εμιράτα είναι μία ένωση 7 ημιανεξάτητων εμιράτων, τα οποία κύρηξαν την ανεξαρτησία τους το 1971. Από την αρχή της ανεξάρτητης ζωής τους, στην ένωση αυτή πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν τα δύο μεγαλύτερα και πλουσιότερα από τα Εμιράτα, το Αμπου Ντάμπι και το Ντουμπάι. Από αυτά τα δύο, το Αμπου Ντάμπι διαθέτει τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου, πάνω από το 90% όλων των αποθεμάτων των Εμιράτων, τα οποία είναι τα έβδομα μεγαλύτερα στον κόσμο. Για τον λόγο αυτό και καταβάλλει τις μεγαλύτερες εισφορές στον προυπολογισμό της ένωσης. Το Ντουμπάι αντίθετα, έχοντας φτάσει στο μέγιστο εξωρυκτικής ικανότητας με 410.000 βαρέλια την ημέρα το έτος 1991, άρχισε από νωρίς να κατευθύνει την οικονομία του σε άλλους τομείς προκειμένου να απεξαρτηθεί από τον παράγοντα πετρέλαιο. Ηδη από την δεκαετία του 1960 και πριν την ανεξαρτησία είχε δημιουργήσει το μεγαλύτερο εμπορικό και λογιστικό κέντρο του νότιου Περσικού Κόλπου, καθιστώντας τον εαυτό του στην οικονομική και εμπορική πρωτεύουσα της Μέσης Ανατολής.
Ως οικονομικά και πολιτικά ισχυρότερο από τα λοιπά Εμιράτα, το Αμπου Ντάμπι διορίζει μόνιμα τον πρωθυπουργό του κράτους ο οποίος εκλέγεται κάθε πέντε χρόνια από όλα τα Εμιράτα, και καταλαμβάνει 6 υπουργεία, ανάμεσά τους τα Εσωτερικών, Εξωτερικών, Πληροφοριών. Το Ντουμπάι διορίζει τον αντιπρόεδρο, τον πρωθυπουργό, και αναλαμβάνει τρία υπουργεία, το Αμύνης, Οικονομικών, Εθνικής Οικονομίας. Η οικονομική αποδέσμευση του Ντουμπάι από τον πετρελαικό τομέα ήταν ο στόχος της πολιτικής του Εμίρη Μουχάμμαντ αλ Μακτούμ, ο οποίος ασκούσε και την πρωθυπουργία των Εμιράτων σε αγαστή συνεργασία με τον Εμίρη του Ντουμπάι και Πρόεδρο του κράτους Μουχάμμαντ ιμπν Ζαγίντ. Οι φιλοδοξίες όμως του Ντουμπάι σχεδόν ναυάγησαν κατά την περίοδο της μεγάλης κρίσης του 08, και μόνον η οικονομική ένεση 20$ δις από το Αμπου Ντάμπι έσωσαν την κρατική Dubai World από την χρεοκοπία, η οποία έφτασε να χρωστάει 59δις ενώ όλο το Εμιράτο ηταν στο κόκκινο με 80 δις χρέη. Αυτή ήταν και η τελική πράξη ανάθεσης ολόκληρης της κρατικής διαχείρησης στον αστέρα της πολιτικής ζωής του κράτους, Μοχάμμαντ ιμπν Ζαγίντ.
Ο ιμπν Ζαγίντ είναι ο τρίτος στην ηλικία από τα συνολικά 19 παιδιά του πατέρα του Εμίρη Ζαγίντ αλ Ναχαγιάν. Απόφοιτος της στρατιωτικής Ακαδημίας του Σάντχερστ, τέλεσε Αρχηγός της Αεροπορίας των Εμιράτων, Αρχηγός Επιτελείου, ενώ ήταν αυτός που το 1996 ένωσε τις στρατιωτικές δυνάμεις όλων των Εμιράτων σε έναν κοινό στρατό. Στην δεκαετία του 90 κατάφερε να οργανώσει ένα αξιόμαχο στράτευμα των 63.000 ανδρών σύνολο, το οποίο επέτρεψε στον φιλόδοξο Εμίρη να δημιουργήσει και μία πιο ανεξάρτητη και διαφοροποιημένη εξωτερική πολιτική. Η αεροπορία των Εμιράτων έχει καταστεί η δεύτερη ισχυρότερη της περιοχής μετά την ισραιλινή. Το στράτευμα αντιμετωπίζει δυσκολίες πληρότητος λόγω μικρού αριθμού των κατοίκων, ιθαγένεια έχουν μόλις ένα εκατομμύριο κάτοικοι, και για αυτό τον λόγο μεγάλο μέρος των σωμάτων το πληρούν με επαγγελματίες μισθοφόρους, κυρίως από την Λατινική Αμερική.
Φαίνεται πως ο ιμπν Ζαγίντ θέλει να οδηγήσει την χώρα του σε έναν μεταρρυθμιστικό δρόμο, να φιλελευθεροποιήσει και εκκοσμικεύσει ακόμη περισσότερο την χώρα του, και να καταστεί η χώρα του σε πρωταγωνιστή της πολιτικής στην περιοχή. Οι προσπάθειές του είναι ικανές να τον καταστήσουν σε χαρισματικό ηγέτη, ίσως τον σημαντικότερο ηγέτη στην ιστορία της χώρας του.
Η εξωτερική πολιτική του λοιπόν εστιάζεται στον περιορισμό των κινδύνων κάθε κοσμικού κράτους της περιοχής,ήτοι των Αδερφών Μουσουλμάνων και του Ιράν. Οι προσπάθειές του εστιάστηκαν στην πάταξη των ισλαμιστικών κινημάτων στην χώρα, τα οποία κατά τις δεκαετίες 80 και 90 είχαν κυριαρχήσει στις ενώσεις δασκάλων και νομικών, και έτειναν να διαβρώσουν τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους. Οι αραβικές εξεγέρσεις του 2011 έδωσαν στον ιμπν Ζαγίντ την ευκαιρία να επεκτείνει τις προσπάθειες αυτές και εκτός Εμιράτων, φέρνοντας έτσι την χώρα του σε πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή.
Εξωτερική πολιτική των Εμιράτων, και η άνοδός τους σε περιφερειακή δύναμη.
Οι δύο βασικοί πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής των Εμιράτων ήταν ανέκαθεν η σύμπλευση με τις ΗΠΑ και τον ισχυρό τους γείτονα Σαουδική Αραβία. Η σύμπλευση αυτή συνεχίστηκε ακόμη και κατά την περίοδο του Ομπάμα και τις προσπάθειες του για μία αμερικανοιρανική προσέγγιση. Η σχετική χημεία που φαίνεται να υπάρχει μεταξύ των δύο ισχυρών ανδρών σε Εμιράτα και Σαουδική Αραβία, ιμπν Ζαγίντ και ιμπν Σαλμάν, φαίνεται να διαμορφώνει έναν ισχυρό και ομοιογενή ως προς τα κοινά συμφέροντα άξονα. Και οι δύο θέλουν να φιλελευθεροποιήσουν τις χώρςς τους, αισθάνονται ως κύριους αντίπαλους τα ισλαμιστικά κινήματα και περισσότερο τους Αδερφούς Μουσουλμάνους, και το Ιράν, ενώ δυσπιστούν ως προς τον βαθμό ανεξαρτοποίησης μιας φιλελεύθερης πολιτικής γραμμής στις χώρες τους.
Από τις πρώτες ημέρες της ανεξαρτησίας τους ακόμη, τα Εμιράτα γνώρισαν την σημασία του να είσαι μικρός απέναντι σε πανίσχυρους γείτονες, όταν το Ιράν κατέλαβε τρία νησιά που ανήκαν στα Εμιράτα. Η αμερικανική προστασία έγινε έτσι αυτοσκοπός για την ασφάλεια τους. Η δεύτερη τραυματική εμπειρία ήταν η εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ, όπου και κατάλαβαν ότι κανένας γείτονας δεν μπορεί να είναι προβλέψιμος. Με αρχικά μυστική συμφωνία τον Ιούλη του 1994 τα Εμιράτα παραχώρησαν στις ΗΠΑ αεροπορικές και ναυτικές βάσεις. Από την άλλη πλευρά, και προκειμένου τα Εμιράτα να αναβαθμίσουν την αξια τους στον αμερικανικό παράγοντα, είχαν συμμετοχή σε όλες σχεδόν τις πολεμικές εμπλοκές των ΗΠΑ στην περιοχή εκτός του πολέμου στο Ιράκ το 2003. Οχι μόνον αυτό, αλλά προχώρησαν και ένα βήμα παραπάνω, στέλνοντας οικονομική βοήθεια σε πολλές περιοχές εμπλοκής, ιδιαίτερα όμως στο Αφγανιστάν, όπου εκτός από πολλά εκκατομύρια δολλαρίων, έστειλαν και ειδικές δυνάμεις στον επικύνδυνο Νότο της χώρας, καθώς και μοίρες F16, τα οποία μένουν σε δραστηριότητα ακόμη και μετά το 2014, οπότε άρχισαν σταδιακά να αποχωρούν οι περισσότεροι των Συμμάχων. Οι φόβοι των Εμιράτων ότι η πτώση του Σαντάμ Χουσείν θα ενίσχυε την επιρροή του Ιράν στο Ιράκ, ήταν ο λόγος της αντίδρασής τους στον πόλεμο του 2003, όπου για άλλη μία φορά η Δύση πυροβόλησε τα πόδια της. Η ανησυχία των Εμιράτων για ένα πιο επικύνδυνο μέλλον άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά με την διαφαινόμενη επιθυμία των Αμερικανών να αποχωρήσουν από την ευρύτερη περιοχή. Η επιβεβαίωση των φόβων τους αλλά και παράλληλα ένα σοκ για όλη την περιοχή, ήταν η εγκατάλειψη από τον Ομπάμα του μακρόχρονου συμμάχου των ΗΠΑ στην Αίγυπτο Χόσνι Μουμπάρακ το 2011. Αυτό συνέβαλλε στην απόφαση να αναλάβουν κοινές πρωτοβουλίες με την Σαουδική Αραβία στην περιοχή, με πρώτη την επέμβαση στο Μπαχρέιν κατά της σιιτικής εξέγερσης. Αποκορύφωμα της διάστασης απόψεων μεταξύ ΗΠΑ και Εμιράτων, ήταν η δήλωση προς τον Πρόεδρο Ομπάμα του έμπιστου του Εμίρη ιμπν Ζαγίντ και πρέσβη των Εμιράτων στις ΗΠΑ Γιούσεφ Οτάιμπα “Είστε ακόμη μια Υπερδύναμη, αλλά δεν ξέρετε να χειριστείτε μια Υπερδύναμη”. Επόμενο ήταν λοιπόν η προσέγγιση των Εμιράτων προς το στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών και η στενή συνεργασία με τον Πρόεδρο Τραμπ. Με νέο σύμφωνο το 2017, η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στην χώρα φτάνει στο μεγαλύτερο μέγεθός της ως τώρα, η χώρα καθίσταται στον βασικό πυλώνα του αντιιρανικού άξονα, ενώ ο στρατός των Εμιράτων αναβαθμίζεται σε έναν από τους πλέον σύγχρονους της περιοχής, έχοντας κάνει αγορές εκκατομυρίων σε οπλικά συστήματα, μεταξύ αυτών 110 F16, Rafale, THAAD, κλπ.
Η Σαουδική Αραβία είναι ο στενότερος σύμμαχος της χώρας στην περιοχή. Οπως ήδη αναφέρθηκε, η συνεργασία μεταξύ των δύο ισχυρών ανδρών των κρατών αυτών έχει δημιουργήσει τον ισχυρότερο άξονα της περιοχής. Ο πρέσβης των Εμιράτων Οτάιμπα οργάνωσε μία πολύ καλή και αποτελεσματική καμπάνια στην Ουάσινγκτον υπέρ του Σαουδάραβα διαδόχου ιμπν Σαλμάν, τα Εμιράτα αποτελούν για τον ιμπν Σαλμάν το πρότυπο πάνω στο οποίο πρέπει να πορευθούν οι μεταρρυθμιστικές του προσπάθειες, και οι δύο χώρες αναλαμβάνουν κοινές πρωτοβουλίες στην περιοχή, όπως στο Μπαχρέιν, και στην Υεμένη. Οι προταιρεότητες των δύο χωρών παρουσιάζουν ενίοτε κάποιες μικρές αποκλίσεις. Ενώ για τα Εμιράτα ο κίνδυνος από τους Αδερφούς Μουσουλμάνους είναι η μεγαλύτερη αποσταθεροποιητική απειλή, για την Σαουδική Αραβία το Ιράν και οι φιλοδοξίες του αποτελούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την ασφάλεια στην περιοχή. Η αξία των Εμιράτων για την Δύση έχει ανεβεί ακόμη περισσότερο και εξαιτίας της διαλλακτικής στάσης που κρατούνε απέναντι στην ισραιλινή πολιτική, θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε ότι τα Εμιράτα βρίσκονται σχεδόν στο ίδιο μήκος κύμματος με το Ισραήλ. Σε αυτή την γραμμή φαίνεται να οδηγείται και η Σαουδική Αραβία.
Προκειμένου να παγιωθεί αυτή η κοινή γραμμή στην αραβική χερσόνησο, χρειάστηκε να επιβληθεί στο εμιράτο του Κατάρ ένας αεροπορικός, θαλάσσιος, και χερσαίος αποκλεισμός του Κατάρ από τα Εμιράτα και την Σ. Αραβία, μία κίνηση της οποίας εμπνευστής ήταν τα Εμιράτα. Αιτία ήταν η στήριξη που παρέχει το Κατάρ στους Αδερφούς Μουσουλμάνους, τόσο μέσω χρηματικής αρωγής, όσο και μέσω του καναλιού Αλ Τζαζίρα.
Η πτώση του Μουμπάρρακ στην Αίγυπτο, και η άνοδος στην κυβέρνηση του Μόρσι, εκλεκτού των Αδερφών Μουσουλμάνων, θορύβησαν τα Εμιράτα και την Σ.Αραβία περισσότερο από κάθε άλλη εξέλιξη. Ηταν επόμενο να στηρίξουν με κάθε τρόπο το πραξικόπημα του Σίσι. Μόλις στην πρώτη εβδομάδα μετά το πραξικόπημα το Αμπου Ντάμπι έστειλε στην Αίγυπτο 12$ δις έκτακτη βοήθεια, ενώ από το 2014 ως το 2019 έστειλε επιπλέον 20 δις σε βοήθεια. Βοήθεια όμως που άρχισε να ελλατώνεται βλέποντας ότι τα χρήματα αυτά δεν πάνε στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα. Η Αίγυπτος αποδεικνύεται οικονομικά ένα βαρέλι χωρίς πάτο, οι τιμές του πετρελαίου έχουν κατρακυλήσει, και το σημαντικότερο που ζητάνε Εμιράτα και Σ.Αραβία από την Αίγυπτο, μια στρατιωτική συμμαχία υπό την μορφή ενός αραβικού ΝΑΤΟ, φαίνεται να αντιμετωπίζεται με πολύ σκεπτικισμό από το Κάιρο. Η Αίγυπτος στηρίζει από κοινού με τα Εμιράτα και την Σ.Αραβία τον Χφτάρ στην Λιβύη, αλλά αντιτίθεται να στείλει στρατό στην Υεμένη, ενώ επίσης αρνείται να συμμετάσχει ενεργά σε έναν αντιιρανικό άξονα. Για τις φιλοδοξίες των Εμιράτων το κεφάλαιο Αίγυπτος κλείνει εκεί.
Στην Λιβύη τα Εμιράτα από το 2014 στηρίζουν παντί τρόπω τον στρατάρχη Χαφτάρ. Εκτός απο χρηματική βοήθεια και προμήθειες οπλισμού, ειδικές δυνάμεις των Εμιράτων έλαβαν μέρος σε αποστολές του LNA στην κατάληψη της Βεγγάζης, ενώ αεροπορικές ενισχύσεις από τα Εμιράτα ενίσχυσαν την προέλαση του Χαφτάρ προς τα δυτικά. Στα Εμιράτα προκαλεί μεγάλο πονοκέφαλο η ανομοιογένεια που χαρακτηρίζει το σύνολο των δυνάμεων του Χαφτάρ, η οποία επιδρά καταλυτικά στην πειθαρχία του στρατεύματος, και κατά συνέπεια και στην επίτευξη τελικού στόχου. Χωρίς έξωθεν συντονισμό είναι σχεδόν αδύνατον για τον Χαφτάρ να φτάσει στην τελική επικράτηση.
Στην Υεμένη το κοινό μέτωπο Εμιράτων-Σ.Αραβίας δοκιμάστηκε περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Οι δυσκολίες του πολέμου, η διαίρεση του εγχώριου πληθυσμού σε διαφορετικές φυλετικές ομάδες πλην της δογματικής διαφοροποίησης μεταξύ Σιιτών και Σουνιτών, η υποστήριξη του Ιράν που υπήρξε καταλυτική, ήταν αιτίες που έκαναν μια ευνοική έκβαση του πολέμου σχεδόν αδύνατη. Οι δύο σύμμαχοι προσπάθησαν να δημιουργήσουν έναν κοινό στρατό από αντιπάλους των Χούρι, ισλαμιστές, τοπικούς φύλαρχους, μέχρι και αυτονομιστές, αλλά η ανομοιογένεια στο στράτευμα ακύρωνε κάθε προσπάθεια. Στο τέλος οι Σαουδάραβες στήριξαν ανοιχτά έναν στρατό ισλαμιστών, και τα Εμιράτα έναν στρατό που αποτελούταν από αυτονομιστές και δύο φυλές των Σαμπβάνι και των Χαντάμι. Επιπλέον πρόβλημα ήταν η έλλειψη ανδρών, όπου τόσο η Αίγυπτος όσο και το Πακιστάν αρνήθηκαν να προσφέρουν βοήθεια. Ετσι τα Εμιράτα αποφάσισαν να αποσυρθούν από αυτόν τον ατέρμονα πόλεμο, όχι όμως χωρίςνα αποκομίσουν κέρδη. Μέσω των τοπικών στρατιωτικών ομάδων που δημιούργησαν, ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της νοτίου Υεμένης συμπεριλαμβανομένου του σημαντικού λιμανιού Αντεν, καθώς επίσης και όλα τα λιμάνια σχεδόν από την ακτή του Ομάν ως την Ερυθρά Θάλασσα, μεταξύ άλλων των σημαντικών νησιών Περίμ και Σοκότρα. Τα Εμιράτα αρχίζουν να δημιουργούν μια μικρή θαλάσσια αυτοκρατορία η οποία στηρίζεται σε τοπικούς οπλαρχηγούς και στόλο.
Στην αφρικανική ακτή τα Εμιράτα ξεκίνησαν συνεργασία με την σομαλική κυβέρνηση σε βαθμό στρατιωτικής εκπαίδευσης, προκειμένου να ηγηθούν του αγώνος εναντίον της αλ Σαμπάμπ, αλλά η εγκαθίδρυση ναυτικής βάσης των Εμιράτων στην Μπέρμπερα του Σομαλιλάντ, μιας περιοχής που ντε φάκτο είναι ανεξάρτητη από την Σομαλία, γεγονός που διέρρηξε τις σχέσεις με την σομαλική κυβέρνηση. Αντί των Εμιράτων έσπευσε το Κατάρ και ο μισθοφόρος του Τουρκία να αντικαταστήσουν την παρουσία τους στην Σομαλία, ενώ τα Εμιράτα διεύρυναν την παρουσία τους στο Σομαλιλάντ και Πουντ στο λιμάνι Μποσάσο. Μία περαιτέρω εξάπλωση της ναυτικής τους παρουσίας πέτυχαν τα Εμιράτα με την απόκτηση βάσης στην Ερυθραική ακτή, συγκεκριμένα στο λιμάνι Ασσαμπ, ενώ είναι γνωστή η ανάμειξη τους και ορόλος τους στην πτώση του Σουδανού Προέδρου Ομάρ αλ Μπασίρ, ο διάδοχός του στρατηγός Χαμντάν Ντάλγκο έλαβε άμμεση βοήθεια 3$ δις από τα Εμιράτα. Πλέον τα Εμιράτα έχουν δημιουργήσει μια ζώνη ναυτικών βάσεων που ελέγχει τον Κόλπο του Αντεν και τα στενά του Μπαμπ αλ Μαντέμπ κατά τον πιο αθόρυβο τρόπο. Η πολιτική αυτή βαδίζει σε δύο βάσεις, την στρατιωτικοπολιτική και την οικονομική. Η διαχείρηση των λιμένων αυτών έχει και εμπορική πλευρά, την διαχείρηση τους έχει αναλάβει η κρατική εταιρία διαχείρησης λιμένων DP World, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στις τρεις μεγαλύτερες εταιρίες του είδους στον κόσμο. Η μονοπωλιακή της θέση δίνει δυνατά οικονομικά πλεονεκτήματα στα Εμιράτα, τα οποία έτσι μπορούν ακόμη περισσότερο να διαφοροποιήσουν την οικονομία τους από τον πετρελαικό τομέα.
Ελλάδα και Εμιράτα, ένας άξονας που θα άλλαζε τις αναλογίες.
Ο φίλος μου ο εχθρός σου λέει η ρήση, και έτσι είναι. Ελλάδα, Ισραήλ, και Εμιράτα είναι οι πιο δυτικόφιλες χώρες και κοινωνίες της ευρύτερης περιοχής. Και οι τρεις χώρες έχουν προβλήματα με τον σχετικά μικρό τους πληθυσμό, είναι κυκλωμένες από αριθμητικά υπέρτερους αντιπάλους, και βρίσκονται ανά πάσα στιγμή σε κίνδυνο ανάφλεξης. Οι τρεις αυτές χώρες πρέπει να δημιουργήσουν έναν άξονα κοινών ενδιαφερόντων και να αλληλοκαλυφθούν στα αδύναμα σημεία τους. Ελλάδα και Ισραήλ έχουν έναν ετοιμοπόλεμο και άρτια καταρτισμένο στρατό ικανού μεγέθους, το Ισραήλ διαθέτει μία εξαιρετική στρατιωτική τεχνογνωσία, Εμιράτα και Ισραήλ διαθέτουν ένα πολύ ισχυρό λόμπυ στις ΗΠΑ, ενώ τα Εμιράτα έχουν μια οικονομική ευρωστία που θα μπορούσε να καλύψει τεράστια αμυντικά κενά στην ελληνική κυρίως άμυνα, αλλά και να δημιουργήσει προοπτικές για κοινή ναυτική παρουσία στην ανατολική Αφρική και Ερυθρά θάλασσα. Μόνο αν σκεφτεί κανείς επιθετικά μπορεί να νικήσει. Η Ελλάδα πρέπει να βγει από τον στενό επαρχιακό κορσέ που η ελίτ της θεωρεί ότι της επιβάλλουν οι συνθήκες. Πρέπει να σκεφτεί με άλλα μέτρα και σταθμά. Η Ελλάδα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες μεγάλης εμβέλειας ώστε να μπορεί να πείσει τους πιθανούς συμμάχους ότι αξίζει να διακινδυνεύσουν για αυτήν και αυτοί με την σειρά τους. Μία σειρά κοινών πρωτοβουλιών θα ήταν ικανή να αλλάξει τις ισορροπίες στην ευρύτερη περιοχή προς όφελός μας. Αυτές θα ήταν οι εξής:
α) εξοπλισμός της Ελλάδος μέσω δανείου SWAPS για εξοπλιστικούς αποκλειστικά σκοπούς από τα Εμιράτα.
Το δάνειο αυτό θα ήταν παρόμοιο με αυτό που έλαβε η Τουρκία από το Κατάρ, ύψους 15$ δις. Είναι κλειδωμένο επιτοκιακά, και με σταθερή ημερομηνία αποπληρωμής. Θα μπορούσε να είναι σε ρευστό ή σε οπλικά συστήματα που θα επέλεγε το ΓΕΕΘΑ.
β) Leasing οπλικών συστημάτων από τα Εμιράτα.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να πάρει από τα Εμιράτα οπλικά συστήματα τα οποία αυτή την στιγμή δεν τα χρησιμοποιεί, και τα οποία θα μπορούσαν να καλύψουν άμμεσες αμυντικές μας ανάγκες. Ο τρόπος αυτός θα ήταν και ο πλέον γρηγορότερος να εξοπλισθούμε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, διότι όπως όλοι γνωρίζουμε η ημερομηνία που η Τουρκία θα στείλει ερευνητικό πλοίο σε ελληνική ΑΟΖ δεν είναι μακρυά.
γ) Αγορά από κοινού με τα Εμιράτα αεροσκαφών και πλοίων, τα οποία θα εντάσσοταν σε κοινές μονάδες, είτε στο Αιγαίο είτε στην Ερυθρά θάλασσα.
Αυτή η προοπτική θα ενίσχυε άμμεσα την αεροπορία και τον στόλο μας με τα πλέον σύγχρονα οπλικά συστήματα, παράλληλα όμως θα μας έβαζε σε μία νέα περιοχή, όπου η Ελλάδα θα μπορούσε να αναδειχθεί σε ευρύτερο γεωπολιτικό παίκτη στην περιοχή. Ως γνωστόν τα Εμιράτα πάσχουν από λειψανδρία. Οι Ελληνες πιλότοι και το προσωπικό στόλου θεωρούνται από τους καλύτερους διεθνώς. Κατά αυτό τον τρόπο η Ελλάδα θα κάλυπτε θέσεις των Εμιράτων στην περιοχή δράσης και ενδιαφέροντός τους, ενώ παράλληλα θα αποκτούσε και βάσεις εκτός Ελλάδος. Η οικονομική αρωγή των Εμιράτων στην ανανέωση της αεροπορίας και του στόλου μας θα έβρισκε το αντίτιμο της στην κάλυψη θέσεων των Εμιράτων στην Ερυθρά θάλασσα.
δ)Εγκαθίδρυση ελληνικών βάσεων στα Εμιράτα.
Οπως ακριβώς έκανε η Τουρκία με το Κατάρ, η Ελλάδα θα ήταν σε θέση να εγκαθιδρύσει κάποιες αεροπορικές και ναυτικές βάσεις στην χώρα, οι οποίες θα εξυπηρετούσαν την ασφάλεια της χώρας. Ο εξοπλισμός τους θα καλύπτοταν από έξοδα των Εμιράτων, ενώ τμήμα του εξοπλισμού αυτών των βάσεων θα μετατίθοταν στην Ελλάδα μετά την πάροδο συμφωνημένου χρόνου.
ε) Δημιουργία επαγγελματικού στρατού με οικονομική στήριξη των Εμιράτων.
Η τοποθέτηση 80 με 100χιλ έμμισθων στρατιωτών που θα ανήκουν στον Ελληνικό Στρατό, και θα είναι σε πλήρη ετοιμότητα για οποιαδήποτε αποστολή εντός και εκτός Ελλάδος, είναι και η βασική προυπόθεση για την απεξάρτηση του στρατεύματος από τις εφεδρείες, η χρησιμοποίηση των οποίων συχνά προκαλεί και πολιτικούς τριγμούς στην εκάστοτε κυβέρνηση. Ηδη η Τουρκία εδώ και αρκετά χρόνια αρχίζει να αποδεσμεύεται από τον θεσμό των εφεδρειών, και οργανώνει έναν επαγγελματικό στρατό, ικανό να αναλάβει τις ευθύνες ενός πολέμου μόνος του. Η Ελλάδα οφείλει να αναζητήσει έναν τρόπο να βελτιώσει την ποιότητα του στρατεύματός της. Η προσέγγιση με τα Εμιράτα θα έδινε στην Ελλάδα την δυνατότητα να προχωρήσει σε αυτή την βελτίωση. Περιττό να αναφερθούμε στο ότι αυτός ο στρατός θα πρέπει να είναι έτοιμος να αποσταλεί σε κάθε αποστολή χωρίς πολιτικούς ενδοιασμούς.
Τα Εμιράτα είναι μία χώρα με φιλοδοξίες, που όμως σκοντάφτουν πάνω στην έλλειψη ικανού αριθμού ανδρών, και στην αδυναμία της να βρει ικανούς συμμάχους στην περιοχή, οι οποίοι να μπορούν και να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς τους, αλλά και να έχουν κοινούς στόχους, ή τουλάχιστον στόχους που να μην συγκρούονται μεταξύ τους. Εχουν ήδη απογοητευτεί από την διάψευση των προσδοκιών τους για μία συμμαχία με την Αίγυπτο ή από τον Χαφτάρ. Μαζί με το Ισραήλ, τα Εμιράτα είναι ο πλέον φυσικός σύμμαχος της Ελλάδος στην Μέση Ανατολή. Και ίσως μπορούσε να αποδειχθεί και από τους σημαντικότερους. Είναι ο σύμμαχος που θα άλλαζε τις ισορροπίες στην περιοχή υπέρ ημών. Αν το θέλουμε, και αν το καταλάβουμε.
Δημήτριος Ντόικος.

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.