Περί θεάτρου και “θεάτρου” Του Κ. Α. Ναυπλιώτη

 

Είναι γνωστό πως το θέμα των ημερών εντοπίζεται κοντά στο θεατρικό σανίδι και ενδιαφέρει όχι μόνο τους “θεατράνθρωπους” αλλά και όσους όχι μόνο αγαπούν, μαθαίνουν, αλλά και ικανοποιούνται  από την τέχνη και τον λόγο των συντελεστών. Αρχίζοντας όμως από την αρχαιότητα πρέπει να γνωρίζουμε πως από τότε άρχισε να υπάρχει ένας νεωτερισμός (στο θέατρο) μεγάλος και περίεργος για τον άνθρωπο τον ίδιο, ο οποίος στην ουσία πρέπει να παριστάνει έναν άλλο άνθρωπο όχι να τον μιμείται… αλλά να τον ζη. Μην ξεχνάμε πως ουσιαστικά αυτό είναι αντικείμενο τέχνης. Το ίδιο συμβαίνει και στην κοινωνική ζωή όπου πολλοί άνθρωποι παριστάνουν άλλους ανθρώπους και όχι τον εαυτό τους.
Στην περίπτωσή μας όμως αλλοίμονο αν παρίσταναν τον εαυτό τους! Τότε θα ήταν κακοί ηθοποιοί ίσως γιατί θα έπρεπε, όχι μόνο να μιμούνται αλλά και να ζουν αυτά που παρουσιάζουν στο σανίδι. Αυτό συμβαίνει, γιατί μόλις φορέσει κανείς τη στολή τού ρόλου του, γίνεται άλλος…όπως μας λέει και ο Πλούταρχος: Μόλις εφόρεσαν την σκευήν* αλλάζουνε όλα, αλλάζουν περπάτημα, τον τρόπο που μιλάνε, ακόμη και το πως βήχουνε. Δηλαδή όλα αυτά δεν είναι δικά τους, αλλά κάποιου άλλου…είναι το προσωπείο που δημιουργεί την εικόνα. Μια και δεν μπορεί κάποιος Γιάννης, Κώστας, Δημήτρης να βγαίνει σαν Διόνυσος ή Απόλλωνας. Ωστόσο πρέπει να γνωρίζουμε, πως όλα αυτά βγήκαν  από τη λατρεία ενός θεού και γι’ αυτό κάποτε ήσαν θεία και άγια. Σήμερα σχεδόν όλα είναι ανίερα…
Είναι – θεωρώ – γνωστό πως ο θεός που δημιούργησε και εγέννησε το θέατρο λεγότανε Διόνυσος. Αυτός ήταν και θεός του κρασιού και του γλεντιού. Όμως όταν μεθάει κανείς- όχι μόνο από κρασί- τα θεωρεί όλα δικά του, αισθάνεται τόσο ψηλά που τον χαρακτηρίζει η υπερηφάνεια και η υπεροχή έναντι των άλλων. Έτσι ο θίασος είναι “υποχρεωμένος” να γίνει θιασώτης του Διονύσου από την πλευρά της ταραχής και των σαρκικών απολαύσεων, νομίζοντας πως το όποιο μεθύσι -και εν προκειμένω της δόξας- τα

επιτρέπει όλα θεωρώντας τα όλα δικά του. Η συνεννόηση επέρχεται μόνο όταν πρεσβεύουμε – εννοούμε τα ίδια πράγματα. Αν όχι, αισθανόμαστε ξένοι προς τον άλλο. Έτσι επέρχεται η απομόνωση αφού στην ουσία εντοπίζουμε το Αγαθόν μόνο στην ευχαρίστηση των σεξουαλικών ηδονών, που απέχουν από την τέρψη των ακουσμάτων χωρίς να μπορούν να καλμάρουν τη βαρυχειμωνιά της ψυχής. Και όπως μας λέει ο Επίκουρος, ο άνθρωπος πρέπει να επιδιώκει την ηδονή**, όμως δεν “πρέπει κατά κανένα τρόπο να εννοούμε τις σαρκικές ηδονές και τις αισθησιακές απολαύσεις…” γιατί ο δρόμος προς την ευτυχία είναι αδύνατο να οδηγεί στην κόλαση, αλλά στην ψυχική τελείωση...έστω και αν μπορεί να γίνει κανείς θεός μόνον όταν είναι μεθυσμένος. Έτσι και αυτοί που νομίζουν πως είναι “κάποιοι” και γι’ αυτό μπορούν να κάνουν ο,τι θέλουν,  υπερβαίνουν τα όρια από τη ζάλη που τους προσφέρει η μέθη της επιτυχίας, ξεχνώντας όμως αυτό που μας λέει ο Αριστοφάνης‧ δηλαδή το αντρίκειο και ηρωικό ήθος. Αδιαφορώντας πως, η μέθη της επιτυχίας και των διθυράμβων οδηγεί στην τραγωδία. Τραγωδία όμως χωρίς κάθαρση οδηγεί στο σκοτάδι και όχι στο φως. Λογική η οποία μας λέει πως πρέπει να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στο φως τού Απόλλωνα και στις παράφορες και γι’ αυτό προβληματικές Διονυσιακές εξάρσεις. Γιατί ο Απόλλωνας προσωποποιεί το όνειρο και τον ήρεμο ρεμβασμό το φως αλλά και τον θείο λόγο, και ο Διόνυσος ουσιαστικά εκφράζει το πνεύμα της ξέφρενης επιθυμίας, την μέθη τον ενθουσιασμό και εν τέλει την  φθορά  που καραδοκεί στη γωνία φορώντας τη μάσκα τής ελευθερίας, που όμως σκοπό έχει να μας οδηγεί, εκτός από τη μηδενιστική αλλοτρίωση,  στην απόκρυψη τού καλοῦ κἀγαθοῦ…για την επίτευξη τού οποίου χρειάζεται θάρρος και ανδρεία, που σημαίνει να έχεις την αξιοπρέπεια, να θέτεις το σκοπό σου και να χαράζεις το δρόμο σου, χωρίς να καταφεύγεις σε μηχανισμούς συγκάλυψης και να κρύβεσαι πίσω από μάσκες, ψάχνοντας να βρείς εξιλαστήρια θύματα των δικών σου ιδιοτροπιών και σφαλμάτων.

Οι συλλογισμοί αυτοί δεν είναι αποτέλεσμα τόλμης, αντίθετα δείχνουν ατολμία και αλλοτρίωση, γεννούν πόνο και  καταλήγουν σε έναν δυστυχισμένο βίο. Ενώ η φρόνηση και η εγκράτεια ελέγχει τις επιθυμίες, ελαφρύνει τον ψυχικό πόνο και γεννά την ηδονή της χαράς…την πραγματική ηδονή!

Αν και η ηδονή σχετίζεται με την ευχαρίστηση και πάνω απ’ όλα την ψυχική ικανοποίηση, δεν μπορεί κανείς να ζήσει ηδονικά χωρίς φρόνηση και γνώση πως κάθε πράξη πρέπει να έχει σκοπό να γαληνέψει την μπόρα της ψυχής. Γιατί όποιος μεθάει από κακό κρασί, αυτός στο τέλος θλίβεται και μελαγχολεί, αφού καταλαβαίνει πως όσο και αν ο λαός θέλει το παραμυθάκι του, κάποτε νοιώθει, πως πολλά πράγματα είναι δύσκολο να εξηγηθούν με βάση τη λογική.

* στολή, εξαρτήσεις

** από το α.ε ρήμα ἥδομαι‧ ευχαριστιέμαι, ικανοποιούμαι, απολαμβάνω σχετ. λ. ἧδος -ους
ευφροσύνη, απόλαυση και ἡδύς – εῖα – ύ = γλυκύς

 

knafpl@hotmail.com

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.